Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Η ΚΟΥΛΙΑ

                    [ Αναμνήσεις του περασμένου αιώνα ]

Η ιστορία της μικρής αυτής κωμόπολης και της ευρύτερης περιοχής της αρχαίας Οπούντας, αρχίζει από την προϊστορική περίοδο με τα πρώτα δείγματα οργανωμένης ζωής στην περιοχή να εμφανίζονται τη νεολιθική εποχή [7000 π.Χ.] με τη δημιουργία οικισμού κοντά στη σημερινή Σκάλα και φθάνει μέχρι των ημερών μας. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στις  διάφορες  ιστορικές φάσεις της χώρας, ανάπτυξε κυρίως τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη μεταλλουργία και το εμπόριο και σημειώνεται ιδιαιτέρως η συμμετοχή της στον Τρωικό πόλεμο, με 4 καράβια και 4.000 πολεμιστές , με επί κεφαλής τον Αίαντα το Λοκρό. Με το ιστορικό αυτό κεφάλαιο ασχολήθηκαν πολλοί στον παρελθόν και ίσως επανέλθουμε και στο μέλλον. Κύριο θέμα του παρόντος άρθρου αποτελούν οι τρεις βασικές λέξεις του τίτλου και ιδιαίτερα ο ρόλος και η σημασία τους στη διάρκεια του περασμένου αιώνα.
1.- Η Κούλια ήταν ένας Καταλανικός πύργος, κοντά στο 2ο Δημοτικό σχολείο, που κτίστηκε από τη ’’Βαρωνία Αταλάντης’’ το 1204, μαζί με τον ‘’παλιόπυργο’’ που δέσποζε στην πρώτη κορυφή πάνω από το σημερινό Κέντρο Υγείας της πόλης. Ο δεύτερος που βρισκόταν στην ‘’ακτίνα’’ των παιδικών παιχνιδιών της γειτονιάς μας, ήταν μισοερειπωμένος και απλά αφέθηκε στο χρόνο να αποτελειώσει το καταστροφικό του έργο. Η ηλικία μου δεν μου επιτρέπει, δυστυχώς, να φθάσω ως εκεί για να βεβαιώσω και προσωπικά την πλήρη εξαφάνισή του. Η Κούλια όμως που βρισκόταν μέσα σε κατοικημένη περιοχή, κατεδαφίστηκε ‘’συνειδητά’’ από ανθρώπινα χέρια, με κάποια προφανή επιχειρηματολογία, το 1957, σε μια περίοδο που βρισκόμουν μακριά από τη γενέτειρά μου και έτσι ‘’απέφυγα’’ τουλάχιστον το  θέαμα μιας πολιτιστικής   καταστροφής.

2. Το Παζάρι, δεν έχει καμιά σχέση με την ομώνυμη  λέξη στον πληθυντικό, που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια. Πρόκειται για μια βρύση, στα νοτιοδυτικά της πόλης , κάτω από αιωνόβια πλατάνια, που  το νερό της  παραχωρήθηκε αποκλειστικά στους Μακεδόνες οικιστές, του Δήμου ΄΄Πέλλης’’ Αταλάντης που σχηματίστηκε το 1837. Θυμάμαι την καθημερινή συγκέντρωση των κατοίκων του μεγαλύτερου μέρους της πόλης, με τα κανάτια και τις στάμνες, για να απολαύσουν το δροσερό νερό της. Ο  χώρος όπου σήμερα βρίσκεται το Κέντρο Υγείας, αποτελούσε το πέρασμα προς το ‘’παζάρι’’ και γέμιζε με τους νεροκουβαλητές που έτρεχαν να βρεθούν πρώτοι στη βρύση - τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια – για να γεμίσουν τα πήλινα υδροδοχεία τους.

 Πρώτα όμως,  με τη βοήθεια της παλάμης τους, έπαιρναν την πρώτη δροσερή ευχαρίστηση, αν και,  καμιά φορά,  αντιμετώπιζαν και μια όχι ευχάριστη υποδοχή από τους περίοικους που θεωρούσαν το συγκεκριμένο νερό δικό τους αποκλειστικό προνόμιο. Αποτέλεσμα της αντίδρασης κάποιων δύστροπων περίοικων ήταν και η επιστροφή χωρίς στάμνα και νερό, ενώ όσοι το εξασφάλιζαν έπαιρναν την ίδια κατεύθυνση  επιστροφής με δυσκολία και πολλές στάσεις που επέβαλλε η γεμάτη στάμνα. Τα χωράφια αυτά λοιπόν, στα οποία  δεν υπήρχε ούτε ιδέα χάραξης δρόμου ή μονοπατιού, αποτελούσαν χώρους κοινωνικής συνεύρεσης των ανθρώπων της πόλης και ,ενίοτε, χώρο πρώτων γνωριμιών με άτομα του άλλου φύλου, με  ευτυχείς καταλήξεις. 

Το συγκεκριμένο παζάρι εξακολουθεί να υπάρχει σαν χώρος, χωρίς τη δροσοπηγή του παρελθόντος. Τη θέση της έχει πάρει μια δεξαμενή που συνδέεται με το κεντρικό υδρευτικό δίκτυο της πόλης. Άλλωστε, στην εποχή μας, με τα ψυγεία και τις οικιακές βρύσες, δεν υπάρχει η ανάγκη  ούτε και η διάθεση των ανθρώπων να οδοιπορούν σε χωράφια και χωμάτινους δρόμους, χάθηκε όμως για πάντα και η ρομαντική διάθεση που προκαλούσε η όλη διαδικασία. Έμεινε λοιπόν και το ‘’παζάρι’’ σαν ένα μακρινό όνειρο, που ο επιζών  υποφαινόμενος, ικανοποιεί περισσότερο προσωπικές του ανάγκες παρά το ενδιαφέρον των νεώτερων με την αναφορά του αυτή.

3. Τα παζάρια. Πρόκειται για το πιο επίκαιρο θέμα, αφού βρισκόμαστε  ήδη τρεις ημέρες πριν από την έναρξη των φετινών παζαριών , που καθιερώθηκαν το 1864 με τη μορφή της έμπορο-ζωοπανήγυρης. Η  συγκεκριμένη εκδήλωση λάβαινε χώρα στον προαύλιο χώρο του παλιού γυμνασίου – σημερινού τεχνικού λυκείου. Οι πρώτες ‘’εμπορικές πράξεις’’ άρχιζαν στο δρόμο μεταξύ του τεχνικού λυκείου και της εκκλησίας του Σωτήρος, όπου συναντούσε κανείς ιπποειδή με ανοιγμένα στόματα για να ελέγξουν μέσω των δοντιών την ηλικία τους, μικρά αμνοερίφια   και μικρά χοιρίδια για οικιακή εκτροφή και πολλές φορές ανταλλαγές ζώων, την αποκαλούμενη και τράμπα. 

Τις κύριες ημέρες της πανήγυρης ή των παζαριών όπως τα λέμε σήμερα, άρχιζε η εμπορική διαδικασία σε οργανωμένες παράγκες στο προαύλιο του παλιού γυμνασίου, όπου κύριο αντικείμενο αποτελούσαν τα ‘’είδη προικός’’ και νοικοκυριού  των μελλονύμφων. Πολλές φορές όριζαν τους γάμους των μετά τα παζάρια ώστε να προλάβουν την αγορά των αναγκαίων για το καινούργιο τους  σπιτικό. Από τον προηγούμενο μήνα πλέον ή μοναδική ευχή που αντάλλασσαν οι ντόπιοι ήταν ‘’καλά παζάρια’’, που πέραν της αγοράς των αναγκαίων, φρόντιζαν και για τη διασκέδασή τους.  Για τις ημέρες αυτές μετακαλούσαν τα καλύτερα μουσικά δημοτικά συγκροτήματα και τα γνωστότερα ονόματα σολιστών στο τραγούδι και το κλαρίνο. Φρόντιζαν, πέραν της καλλιτεχνικής αξίας, για  τη μετάκληση καλλίγραμμων καλλιτέχνιδων, που αποτελούσαν ‘’κράχτη’’ για την προσέλευση πελατών και κυρίως χορευτών , που θα ‘’κολλούσαν’’ αμέτρητα χαρτονομίσματα στο μέτωπο και αλλαχού των καλλιτεχνών και των καλλιτέχνιδων. Υπήρχε μάλιστα και μεγάλη άμιλλα μεταξύ των ντόπιων και των χωρικών της περιοχής που, ενίοτε άφηναν σε ένα γλέντι το συνολικό ποσό διάθεσης της ‘’σοδειάς’’ της περιόδου. 



Εδώ θα πρέπει να ομολογήσουμε μια  σημαντική αλήθεια, ότι την εποχή εκείνη που οι άνθρωποι δεν είχαν προσλαμβάνουσες παραστάσεις ή δυνατότητες ανάλογων  γλεντιών με παράλληλη ‘’θέα’’ έστω και ελαχίστης γυναικείας σάρκας από την γάμπα ή το ντεκολτέ των ευειδών καλλιτέχνιδων ,έδιναν κυριολεκτικά τα ρέστα τους για μια έστω και μοναδική ‘’νύχτα διαφυγής’’ από τα συνήθη πληκτικά και τετριμμένα της πεζής τους καθημερινότητας. Όλα αυτά έχουν πια αλλάζει και μάλλον από κεκτημένη ταχύτητα παρέμειναν τα παζάρια, ‘’σκορπισμένα στους πέντε δρόμους’’ και  οι περισσότεροι τα περιμένουν μόνο για να πάρουν ένα μεζέ με τους δικούς τους , να γευθούν το καθιερωμένο πια ψητό γουρουνόπουλο και τον γνωστό χαλβά Φαρσάλων. O tempora o mores , που έλεγε ο Κικέρωνας, αφού τα πάντα, εκτός από την ονομασία παζάρια , έχουν αλλάξει από τότε και κυρίως η διάθεση για πραγματικό ξεφάντωμα , αφού τη δυνατότητα αυτή μπορεί να την ικανοποιήσει οποτεδήποτε , αρκεί να διαθέτει τον ανάλογο  παρά.  Αντώνης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αταλάντη Λοκρίδας, T.K. 35200, Φθιώτιδα, Greece
Γράφω για να εξωτερικεύσω προσωπικές μου σκέψεις και να μοιραστώ εμπειρίες και γεγονότα που βίωσα προσωπικά στη μακρόχρονη υπηρεσιακή και ιδιωτική μου διαδρομή.