Ένα
Πάσχα αλλιώτικο
Που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε
Το άρθρο που ακολουθεί αποτελεί περισσότερο ένα λογοτεχνικό
και ψυχογραφικό πείραμα και διαμορφώνεται – εν είδει παλιού μαθητικού ημερολογίου- έχει δε αρθρωτή δομή και μη προδιαγεγραμμένη συνέχεια
και τέλος. Μοναδικό δεδομένο του αποτελεί η ακριβής αναδρομή και μια βιωματική αποτύπωση
των προσωπικών εμπειριών της Μεγάλης Εβδομάδας και η ολοκλήρωσή
της σήμερα, την Κυριακή του Πάσχα. ‘’Αποφάσισα’’ συνειδητά, με τη συνδρομή και κάποιων ειδικών ‘’αποχρώντων’’
λόγων, να γιορτάσω το 82ο
Πάσχα της ζωής μου, μόνος, εντελώς διαφορετικά από τα προηγούμενα , χωρίς
προγραμματισμό, αφήνοντας ελεύθερη – αλλά ελεγχόμενη- την όποια εξέλιξη. ΄Αλλωστε έχω ζήσει και τις χαρές της
κοινωνικής συναναστροφής και τις χόρτασα. Το αποτέλεσμα, άγνωστο ακόμα και σε
μένα, θα καταγραφεί, ελπίζω, με το τέλος
της ημέρας, όπου θα φανούν και οι ενδεχόμενες εντυπώσεις και επιπτώσεις.
Στο μεταξύ, κάνοντας μια βαθιά κατάδυση στο αρκετά μακρύ μου παρελθόν , διαπιστώνω ότι έχω ζήσει τις
αντίστοιχες ημερομηνίες με πόλεμο, κατοχή, πείνα και προσμονή, στην ελληνική
πρωτεύουσα και την επαρχία αλλά και σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. πάντα όμως με τη σφραγίδα και τις συνήθειες της γενέτειράς
μου Ρούμελης. Στα χρόνια της κατοχής, αποτελούσε άγνωστη λέξη οποιαδήποτε αναφορά
σε τέτοιες ‘’πολυτέλειες’’, ενώ αργότερα , προοδευτικά και στα πλαίσια του ανθρωπίνως
δυνατού, ο οβελίας με τα σχετικά του, αποτελούσε την πρώτη και τελευταία σκέψη και θα έλεγα επιταγή . Η τήρηση του θρησκευτικού τελετουργικού με το συνεπακόλουθο τερπνόν τε και
ωφέλιμον πρακτικό του μέρος,
αποτελούσαν- πολύ χρόνο προ του Πάσχα- την κύρια και ενίοτε τη μοναδική σκέψη
ημών των τέως πεινασμένων νεοελλήνων ,
να κορέσουμε, με οποιοδήποτε πρόσχημα, τα κατάλοιπα των διατροφικών απωθημένων
των ιδίων η των παιδιών μας. Ακόμα και στα δύσκολα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια , που η λειτουργία της Ανάστασης γινόταν
[πριν το χάραμα] τις πολύ πρωινές ώρες ,
με το ‘’δεύτε λάβετε φώς’’ άναβε και η
φωτιά για τον οβελία.
Θυμάμαι αργότερα, όταν για κάποιες δεκαετίες βρέθηκα στην
Ευρώπη, τήρησα και εγώ πιστά τον
παραδοσιακό αυτό ρουμελιώτικο τρόπο. Στη
Βόννη, στο Βελιγράδι, μια χρονιά προσκεκλημένος στη Βιέννη, στις Βρυξέλλες και στην Πράγα, η
διαδικασία ήταν πανομοιότυπη με την αντίστοιχη στην Ελλάδα. Είχα τον χαρακτηρισμό του ειδικού
‘’ψήστη’’, και κάθε Πάσχα, μετά την τέλεση
των θρησκευτικών ακολουθιών μοιράζαμε το
άρωμα της ‘’τσίκνας’’ στα πέριξ της αυτοσχέδιας ψησταριάς μας. Πολλές φορές, στον
κήπο των καλών φίλων Μαρίας και Αντώνη, στις Βρυξέλλες , μοιραστήκαμε
‘’επιτυχώς’’ τις όμορφες παραδοσιακές μας γεύσεις με δεκάδες φίλων Ελλήνων και ντόπιων. Στις Βρυξέλλες, σχεδόν πάντα μετά
το τελετουργικό της Μ. Παρασκευής στην ορθόδοξη εκκλησία, περνούσαμε από την Ελληνική
Ταβέρνα ‘’le cannet’’ , όπου επαναλαμβάναμε ‘’τετραφωνικά’’
τα εγκώμια του Επιτάφιου Θρήνου και καταλήγαμε με τη χαρμολύπη του μινόρε
που συνοδεύει τους στίχους ‘’ ω γλυκύ μου έαρ γλυκύτατόν μου τέκνον που έδυ σου το κάλλος’’,
συνοδεία μπουζουκιού και κιθάρας,
Θυμάμαι ακόμα την
πρώτη χρονιά που ο γιος μου ήταν μαθητής της πέμπτης δημοτικού του Ευρωπαϊκού
σχολείου ,υπεύθυνης τάξης για την ετήσια φιλανθρωπική εκδήλωση fancy fair. Πρότεινα λοιπόν[ στο Σύλλογο γονέων
και κηδεμόνων] και ανέλαβα προσωπικά την
όλη διαδικασία -ακόμα και το πλύσιμο των εντέρων και σπλάχνων- που είχα ‘’εξασφαλίσει
από τα σφαγεία του Άντερλεχτ’’, μια παραδοσιακή ελληνική λύση για τη γιορτή αυτή. Πρόκειται για
κοκορέτσια, κοντοσούβλια και εκατοντάδες σουβλάκια, που απέδωσαν - πέραν των θετικών εντυπώσεων- και οικονομικά
πολλαπλάσια από το σύνολο των εισπράξεων των λοιπών εθνικοτήτων του σχολείου. Θυμάμαι επίσης στην Πράγα το ψήσιμο του οβελία
στην πίσω πλευρά του κήπου της Πρεσβείας μας , αλλά κυρίως το 1969, την επόμενη
χρονιά της Άνοιξης της Πράγας και της ρωσικής εισβολής, που έκανα το ίδιο, στο
εσωτερικό μπαλκόνι του 4ου ορόφου του σπιτιού μου, στο κέντρο της
πόλης.
Οι περίοικοι, με αντιμετώπισαν με αρκετή δυσπιστία στην αρχή που έβλεπαν
την όλη διαδικασία, [ χωρίς φωτιές βέβαια αλλά με πυρακτωμένα κάρβουνα που ετοίμαζα
στην κουζίνα μου και άπλωνα σε πολλαπλά στρώματα λαμαρίνας στο μπαλκόνι], αλλά
όταν η ‘’τσίκνα’’ έφθασε ως τις μύτες τους, σχημάτισαν ουρές στην είσοδο της πολυκατοικίας,
για να ‘’δοκιμάσουν’’ από κοντά τις οσμές που εν τω μεταξύ τους πολιορκούσαν
‘’επικινδύνως’’.
Όλα αυτά αποτελούν αναμνήσεις και μάλιστα πολύ ευχάριστες , ανάλογες
δε είναι οι εντυπώσεις μου και για τα χρόνια 1993 και εντεύθεν, μετά τη συνταξιοδότηση
και την απόφασή μου να επανεγκατασταθώ
μόνιμα στη γενέτειρα , κοντά σε συγγενείς και φίλους- κυρίως όμως στα μικρά
εγγόνια που μου χάρισε η κόρη μου- και να ξαναζήσω τις παιδικές μου εμπειρίας.
Κάθε χρόνο λοιπόν, με τις οικογένειες των παιδιών ή των αδελφών μου και, μαζί με
κάποιους κοινούς γνωστούς και φίλους, τηρούσαμε ανελλιπώς το έθιμο του
παραδοσιακού οβελία.
Τις ημέρες που προηγήθηκαν, συναντήθηκα με τους συνήθεις
γνωστούς και φίλους, γευθήκαμε τα νηστίσιμα και μη εδέσματα της Μ. Εβδομάδας
και εδώ αρχίζουν οι διαφοροποιήσεις. Την Μ. Πέμπτη με προτροπή της καλής μου ζακυνθινής φίλης Εύας, που ξέρει την
αδυναμία μου στην πολυφωνική χορωδία, απόλαυσα – μέσω ιντερνέτ- την τελετή της Μ.
Πέμπτης από τον Άγιο Διονύσιο Ζακύνθου.
Ενθουσιάστηκα τόσο πολύ από αυτή τη διαφοροποίηση οπότε, με δική μου πια
επιλογή, έκανα το ίδιο και τη Μ.
Παρασκευή, μετά την περιφορά βεβαίως του
τοπικού Επιταφίου που παρακολούθησα με την κόρη και τα εγγόνια μου .Μαγεύτηκα
από τις όμορφες φωνές αλλά κυρίως από το ‘’πάθος’’ και την ΄΄ευλάβεια΄΄ του εκκλησιάσματος. Σημειώνω
ότι παλαιότερα υπήρξα μέλος και της
εκκλησιαστικής χορωδίας της πόλης, αλλά
τα πολλά τελευταία χρόνια ήσαν ελάχιστες οι παρουσίες μου στην εκκλησία.
Ανήμερα την Κυριακή του Πάσχα και μέχρι στιγμής, έχω απαντήσει
σε μηνύματα και τηλεφωνήματα με ανάλογες προσκλήσεις να παραστώ στο ‘’ψήσιμο’’
ή στο πασχαλιάτικο τραπέζι, εμμένοντας στη θέση μου για το διαφορετικό που έχω
αποφασίσει και με το οποίο θα συνεχίσω
αργότερα. Αντ΄αυτού όμως έρχεται η διάψευση και η διακοπή της αρχικής μου προσπάθειας, λίγο
πριν αρχίσω να ετοιμάζομαι για μια μικρή έξοδο στην παραλία, όπου σκεπτόμουν να
απολαύσω - επί πληρωμή- ένα πασχαλινό
γεύμα με τον απαραίτητο βεβαίως οβελία. Είχα απόλυτη ανάγκη αυτής της ενώπιος-επωπίω μοναξιάς
που ενίοτε νοιώθουν οι μοναχικοί άνθρωποι
και , που τελικά δεν μπόρεσα να βιώσω εις το ακέραιο.
Εδώ έρχεται και η πρώτη
μέχρι στιγμής αναγκαστική διαφοροποίηση του αυτοσχεδιασμού μου. Αφού είχα
αρνηθεί τις τηλεφωνικές προσκλήσεις να παραστώ σε γεύμα οικείων μου, κατέφθασε
ήδη ‘’ με ειδικό απεσταλμένο’’ το πρώτο πιάτο με κοκορέτσια, πίτες και αυγά από
τον νεότερο των αδελφών μου και
υποψιάζομαι ότι θα ακολουθήσουν και άλλα. Τελικά φαίνεται ότι δεν θα
‘’καταφέρω’’ να βιώσω ούτε την πειραματική εμπειρία της εθελούσιας επιλογής μου. Ελπίζω τουλάχιστον να μην αποδώσουν
την συγκεκριμένη μου κίνηση σε ελατήρια ξένα προς τη δική μου πραγματικότητα, σε γεροντική μου
παραξενιά ή σε ενδεχόμενα ψυχικά ή ψυχολογικά προβλήματα.
Είμαι γερός, και τα
έχω 400, απλά, θέλω και εγώ το χρόνο της προσωπικής μου περισυλλογής και μοναξιάς.
Όσοι προβληματίζονται δεν είναι τρελοί, αλλά απλά είναι σκεπτόμενοι και λιγότερο
ή περισσότερο ρομαντικοί άνθρωποι. Αναγνωρίζω ότι τα κίνητρά των άλλων ξεκινούν από την αγάπη και το ενδιαφέρον και τους είμαι
υπόχρεος, αναγκάζομαι όμως κατόπιν
αυτού, να διακόψω τη συνέχεια του ‘’ημερολογίου’’ μου, αφού μου είναι σχεδόν
γνωστό τι θα επακολουθήσει. Ομολογώ ότι το πείραμά μου απέτυχε, αυτό όμως δεν αποκλείει
μια πιο οργανωμένη μελλοντική δοκιμή, συνοδευόμενη ενδεχομένως με αιφνιδιαστική
απόδραση σε άγνωστο και ασφαλές μέρος –
προς αποφυγήν κάθε παρεξήγησης. Ευχαριστώ
όσους διάβασαν και συμμερίστηκαν τη
σημερινή μου ιστοριούλα, που δεν αποτελούσε τέχνασμα αλλά πέρα για πέρα ειλικρινή και πραγματική μου
πρόθεση , που δεν με άφησαν να ολοκληρώσω. Σας εύχομαι χρόνια πολλά και Χριστός
Ανέστη. Αντώνης
Υ.Γ. Όταν η σαρξ αδρανεί ή ελαχιστοποιούνται οι ευκαιρίες για
μυϊκή ενασχόληση, δεν είναι κακό να ενεργοποιούμε όσο μας έμεινε μυαλό και την πολύχρονη
εμπειρία μας, για να νοιώθουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί και χρήσιμοι στην
κοινωνία. Επαναλαμβάνω ότι ποτέ κανείς δεν έπαθε το παραμικρό διαβάζοντας
οτιδήποτε. Αντώνης