ΕΠΙ ΠΩΛΟΥ ΟΝΟΥ
[Μόνο για όσους αντέχουν την αλήθεια]
Ο τίτλος αποτελεί απόσπασμα από το μάθημα
των θρησκευτικών του Σχολείου, που περιγράφει τον τρόπο μετάβασης και την
είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, όπου
τον υποδέχτηκαν ως Βασιλιά των
Ιουδαίων. Οι ίδιοι άνθρωπου βέβαια, πολύ σύντομα, τον οδήγησαν στον σταυρό του
μαρτυρίου, για να αποδειχθεί για μια ακόμα φορά η υποκρισία μας. Σήμερα όμως
δεν θα ασχοληθούμε με τον βίο και τη σταύρωση του Ιησού, αλλά με το μέσο που
χρησιμοποίησε για να εισέλθει στη ‘’Σιών’’.
Με δεδομένο ότι πρωτίστως γράφω για μένα,
φρονώ ότι διατηρώ το δικαίωμα να ανασύρω κατά καιρούς, πραγματικές εικόνες από
το παρελθόν μου, που ενδεχομένως να ενοχλούν κάποιους αναγνώστες. Τα γραφόμενά
μου αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της παιδικής και νεανικής μου ηλικίας και
αισθάνομαι την ανάγκη πολύ συχνά να τα ανακαλώ στη μνήμη μου, θεωρώντας ότι είναι πιο ενδιαφέροντα από την ζώσα
πραγματικότητα.
Επί
πώλου όνου, σημαίνει πάνω σε πουλάρι
γαιδάρου, ή άλλως πως ,γαϊδουράκι. Πρόκειται για ζώο που, όχι πολύ παλιά,
αποτελούσε το αποκλειστικό μέσο μεταφοράς ανθρώπων τε και προϊόντων και αχώριστο φίλο των αγροτών της επαρχίας. Αποτελούσε μέλος κάθε γεωργικής
οικογένειας και διεκπεραιωτή της μεταφοράς και της αγροτικής εργασίας.
Προσωπικά έχω μια ιδιαίτερη σχέση και
σύνδεση με το – όχι και τόσο υπάκουο αυτό ζώο – που ίσως και να συνέβαλε στην
μετέπειτα διαμόρφωση του χαρακτήρα μου, αφού αποτέλεσε μια από τις πρώτες μου
εμπειρίες και προσλαμβάνουσες παραστάσεις.
Καθημερινά, με το τέλος των σχολικών
μαθημάτων του Δημοτικού, είχα εντολή να περνώ από το σπίτι της γιαγιάς μου, η
οποία μου έδινε το φαγητό για τα εργαζόμενα στα κτήματα παιδιά της [ ενίοτε δε σε διαφορετικές και απόμακρες μεταξύ τους περιοχές] και μετά την
περάτωση της διανομής επέστρεφα στο σπίτι μου για το δικό μου φαγητό. Η διαδρομή γινόταν με ένα
συμπαθή γαιδουράκο, αλλά κάποιες φορές κάτι τον ξάφνιαζε και με ‘’άδειαζε’’ σε
χαντάκια που υπήρχαν εκατέρωθεν του δρόμου για να συγκεντρώνουν τα νερά της
βροχής. Αυτό το μάθημα με έκανε πιο
προσεκτικό και συνετό στη συμπεριφορά μου.
Με την πείνα του 1941, μαθητής στην πρώτη
τάξη Δημοτικού, συναντούσα καθημερινά στο δρομολόγιό μου έναν πεινασμένο
Αθηναίο, που είχε φθάσει στα μέρη μας αναζητώντας τροφή και τον είχαν εγκαταλείψει οι δυνάμεις του. Ήταν
ακουμπισμένος στον μαντρότοιχο μιας εκκλησίας και φώναζε συνεχώς
‘’πεινάω’’. Δεν θυμάμαι γιατί αλλά ίσως
επειδή πεινούσα και εγώ, καταλάβαινα το πρόβλημά του, και του άφηνα ένα
μικρό ‘’δείγμα’’ τροφής . Κάποια στιγμή
όμως, οι εργαζόμενοι θείοι μου κατάλαβαν
την περαιτέρω μείωση της ελάχιστης τροφής τους και αναγκάστηκα να
διακόψω αυτή συνδρομή μου.
Το κακό ήταν ότι όλοι πεινούσαν και δεν
είχαν περιθώρια για αλληλεγγύη. Η φωνή του πεινασμένου άρχισε να ατονεί και κάποια
μέρα τον βρήκα ‘’γερμένο’’ στο πλάι και κατάλαβα ότι είχε πια απαλλαγεί από το καθημερινό του μαρτύριο . Λυπήθηκα για
τον χαμό του και ακόμα δεν με έχουν εγκαταλείψει οι τύψεις ότι δεν μπόρεσα να
κάνω περισσότερα, σκέπτομαι όμως ότι ήμουν μικρός και αδύναμος και πολλοί άλλοι
έχασαν τη ζωή τους με τον ίδιο τρόπο.
Θα αναφερθώ και σε μια άλλη, εξ ίσου
αληθινή ιστορία της κατοχής, με θετικότερη όμως έκβαση. Μια μέρα κάποια
συμπολίτης μου ζήτησε να την ακολουθήσω στο σπίτι της. Μου φόρτωσε στον γάιδαρο
της ένα ’’τσουβάλι’’ με σιτάρι παραγωγής
της , λέγοντας μου ότι αποτελεί την αμοιβή
εργασιών του οικοδόμου πατέρα μου, που βρισκόταν στο αλβανικό μέτωπο
μαζί με τον άντρα της και λόγω του πολέμου δεν πρόλαβαν να τον πληρώσουν.
Φαντάζεστε τη χαρά της οικογένειας, αφού με το ‘’άλεσμά’’ του εξασφαλίζαμε
το ψωμάκι μας για το
προβλεπτό τουλάχιστον μέλλον.
Σημερινό μου θέμα αποτέλεσαν τα ευγενικά
αυτά ζώα, τα γαϊδουράκια, που έσωσαν ζωές, κουβάλησαν τραυματίες και
πολεμοφόδια και υπήρξαν για μεγάλο χρονικό διάστημα οι αχώριστοι φίλοι και συνεργάτες μας. Η αλλαγή της
τεχνολογίας τους έθεσε στο περιθώριο, πλην εκτάκτων περιπτώσεων κάποιων νησιών
που τα εκμεταλλεύτηκαν σαν τουριστική ατραξιόν. Όσοι τα έζησαν τα θυμούνται με
νοσταλγία και τα ξεχωρίζουν σαφώς από τα ανθρωπόμορφα συνώνυμά τους της εποχής
μας, για τα οποία δυσκολεύομαι να κάνω χρήση υποκοριστικού βαθμού. Αντώνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου