Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ

Αναμνήσεις από την Δ.Ε.Θ. και ο βανδαλισμός της

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ήμουν στρατιώτης στο Χαϊδάρι Αττικής και αποφάσισα να επισκεφθώ και στην ουσία να γνωρίσω ,τον παππού και τη γιαγιά, που ζούσαν στον όμορφο αλλά πολύ μακρινό – για τα συγκοινωνιακά δεδομένα της εποχής - Πεντάλοφο Βοίου Κοζάνης. Ο παππούς με είχε γνωρίσει, αφού ζούσε  στο σπίτι μας  στην  Αταλάντη μαζί με τον θείο Γιάννη, μέχρι να γίνω τριών ετών και έκτοτε οι δρόμοι μας χώρισαν. Ο παππούς  ηλικιωμένος  πλέον επέστρεψε στο χωριό του και  ο θείος – μετά το γάμο του – εργαζόταν στο Γαλλικό Κονγκό [Τσαντ],  στις επιχειρήσεις του κουνιάδου του και  γνωστού ευεργέτη της ευρύτερης  περιοχής ,  Αλέξανδρου Καρούτα
Ύστερα από πολύωρο ταξίδι και με ενδιάμεσους σταθμούς, έφθασα στο χωριό καταγωγής του πατέρα μου, όπου – κατά ευτυχή συγκυρία – βρήκα και τον θείο Γιάννη, σε διακοπές . Τότε πρωτογνώρισα τους Μακεδόνες συγγενείς μου και έζησα τη θαλπωρή του οικογενειακού περιβάλλοντος μιας άλλης –διαφορετικής-  οικογενειακής  πλευράς. Όλοι τους ,  έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους, για να μου δείξουν την αγάπη τους και εγώ την αποδέχτηκα , απολαμβάνοντας κάθε στιγμή, όσα είχα στερηθεί για πάρα πολλά χρόνια. Βλέπετε, τότε  η οικογένεια αποτελούσε μόνιμο και απαραίτητο συνδετικό κρίκο των ανθρώπων, όπως η πατρίδα και η θρησκεία και όχι κοινωνικό στίγμα, επειδή προσπάθησε να τα οικειοποιηθεί σαν συνθήματα η ακροδεξιά.!!! Φαίνεται ότι η παρουσία μου στον Πεντάλοφο, έδωσε ανάλογη χαρά και ευχαρίστηση και στους εκεί συγγενείς μου και ο θείος μου, που διέθετε σπίτι και στη Θεσσαλονίκη, θέλησε να μου γνωρίσει  και τη νύμφη του Θερμαϊκού. Ήταν τέτοιες μέρες του Σεπτεμβρίου και σκέφθηκε να   με ξεναγήσει στη  Διεθνή  Έκθεση, πού τότε έμοιαζε με μια  όμορφη, αλλά τόσο ζωηρή και χαρούμενη  , εμποροπανήγυρη.
Επισκεφθήκαμε – όλοι μαζί - τα νοικοκυρεμένα , λίγα και μικρά τότε  περίπτερα – κυρίως Ελληνικά – και αισθανθήκαμε να μας διαπερνά όλους η χαρά του τόσο σημαντικού αυτού γεγονότος, για τη Θεσσαλονίκη και τη χώρα ολόκληρη.  Όλη η πόλη φορούσε καθημερινά τα γιορτινά της και η  ευχαρίστηση ήταν διάχυτη παντού, στα περίπτερα και στα αμέτρητα κεντράκια της.
Την πατρογονική γη επισκέφθηκα μερικές φορές ακόμα και διατήρησα αλληλογραφία – όσο ήμουν στρατιώτης-  με την εξαδέλφη μου Φρειδερίκη . Μετά την απώλεια όμως  των παππούδων και τη δική μου απουσία στο εξωτερικό, είχα διακόψει  σχεδόν κάθε επαφή μου με το χωριό, πέραν σπάνιων  ανταλλαγών  επισκέψεων μερικών  συγγενών. Οι  συναισθηματικοί μου όμως δεσμοί δεν σταμάτησαν ποτέ και με τη μεσολάβηση ενός σπουδαίου φίλου [ του Απόστολου], ενεργοποιήθηκαν και πάλι οι επαφές και γνωριμίες μου με σημαντικούς , νεότερους, συγγενείς και φίλους στο χωριό, χωρίς όμως να πραγματοποιήσω - και λόγω της  ηλικίας μου - μια τελευταία επίσκεψη ‘’προσκυνήματος’’ και αποχαιρετισμού στις πατρογονικές μου ρίζες. Διακόπτω όμως εδώ το συναισθηματικό μου ‘’παραλήρημα’’ και γυρίζω πίσω στην Δ.Ε.Θ.  που αποτελεί και τον υπότιτλο του κειμένου μου.
Στην προσπάθεια των πολιτικών μας να προσδώσουν το δικό τους κύρος και ένα ευρύτερο διεθνή χαρακτήρα στην έκθεση ,την μετέτρεψαν σε μια  μόνιμη αρένα πολιτικών αντιπαραθέσεων, κομματικών εκδηλώσεων και διαδηλώσεων και κυρίως ψευδολογιών και απραγματοποίητων υποσχέσεων. Σε κάποια φάση , η Δ.Ε.Θ. πλαισιώθηκε    με παράλληλες πολιτιστικές εκδηλώσεις  - φεστιβάλ τραγουδιού, κινηματογραφικού φεστιβάλ κλπ.
 Με ευθύνη των πολιτικών,  άρχισε να παραμερίζεται   κάθε στοιχείο προβολής και ενότητας του λαού της πόλης, την οποία, προοδευτικά, μετέτρεψαν σε αστυνομοκρατούμενο  φρούριο. Η όλη αυτή αλλαγή, κατέστησε τους κυβερνώντες σχεδόν ανεπιθύμητους, διότι δεν εξηγείται διαφορετικά η παρουσία τόσων χιλιάδων  αστυνομικών, για την προστασία τους. Η κυκλοφορία στην πόλη γίνεται προβληματική ,όπως και η επίσκεψη στα περίπτερα κατά την διάρκεια  παρουσίας κυβερνητικών κλιμακίων. ΄Εχουν περιοριστεί και οι γνωστές παρουσίες στα ‘’πολιτιστικά κέντρα’’ που έλεγε ο αείμνηστος μπαρμπαβαγγέλης, [αυτός που είχε  καθιερώσει κάποτε και τις ‘’εικονικές τηλεοπτικές προσομοιώσεις με τη διεξαγόμενη στο Ειδικό Δικαστήριο δίκη του 1989, που κρίθηκε με ψήφους 7-6, υπέρ της αθωότητας που μη παραστάντος στη δίκη κατηγορούμενου].
Η Θεσσαλονίκη  τέτοιες μέρες, μετατρέπεται σε ένα απέραντο πεδίο διαμαρτυριών,   αντισυγκεντρώσεων, ακόμα και επίδειξης καταστροφών,  αναρχικών ομάδων, μεταφέροντας  και στον Ελληνικό βορρά, σκηνές των Εξαρχείων,  γι’ αυτό και έπαυσα πλέον να παρακολουθώ τα εκεί  λεγόμενα και γενόμενα. Άλλωστε αρκούμαι στις απραγματοποίητες  υποσχέσεις προηγούμενων ετών και αποφεύγω τις επαναλήψεις. Το κακό είναι ότι τα γεγονότα αυτά δεν περιορίζονται  μόνο στη διάρκεια της ΔΕΘ, αλλά επαναλαμβάνονται και την 28η Οκτωβρίου, με τις γνωστές ασχήμιες που ξεπερνούν κάθε ανεκτό όριο μιας ευνομούμενης δημοκρατικής χώρας.
Μήπως λοιπόν είναι καιρός να ‘’αποτραβηχτούν’’ οι πολιτικοί και να αφήσουν τους κοινωνικούς φορείς της πόλης να οργανώσουν τις γιορτές  και λοιπές εκδηλώσεις τους, σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια και οι πρώτοι  να περιορισθούν στους δικούς τους χώρους; Μπορούν να ψευδολογούν στη Βουλή και στις αμέτρητες εμφανίσεις τους στα ΜΜΕ – κυρίως τα ελεγχόμενα – για να μην χάσουν και τις ‘’νοσηρές’’ συνήθειές τους.
Θα τελειώσω το άρθρο μου με μια απορία, που προφανώς δεν είναι μόνο δική μου , την οποία  επιβάλλει η  ανάγκη  στροφής μας στην ‘’κανονικότητα’’ ,που ακούγεται τόσο συχνά τελευταία. Όλοι οι πολιτικοί μας είναι κοσμογυρισμένοι  [ όπως και ο υποφαινόμενος] και ίσως έχουν παρακολουθήσει δελτία ειδήσεων στο εξωτερικό. Στη χώρα μας αυτοί  εμφανίζονται  , σε μόνιμη βάση , ακόμα και στα πρωινάδικα, ενώ στην Ευρώπη, οι πολίτες μπορεί και να μην έχουν δει ποτέ τους πολιτικούς τους εκπροσώπους στο ‘’γυαλί’’!!! Τι το ιδιαίτερο κάνουν οι δικοί μας κυβερνητικοί και μη πολιτικοί, που πρέπει να τους ‘’τρώμε’’ καθημερινά στη μούρη μας;  Μας αρκούν τα έργα τους. Έλεος πια!!!
Αντώνης Ταρνανάς



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αταλάντη Λοκρίδας, T.K. 35200, Φθιώτιδα, Greece
Γράφω για να εξωτερικεύσω προσωπικές μου σκέψεις και να μοιραστώ εμπειρίες και γεγονότα που βίωσα προσωπικά στη μακρόχρονη υπηρεσιακή και ιδιωτική μου διαδρομή.