Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΄΄ΑΝΕΙΠΩΤΟ'' ΠΑΡΑΜΥΘΙ


     Το σπουργιτάκι





Αφιερωμένο στα εγγόνια μου που λάτρευαν τους στιγμιαίους    αυτοσχεδιασμούς στα  παραμύθια μου.

Κάποτε, στα χρόνια του πολέμου, κοντά σ’ ένα απόμακρο σπιτάκι ενός χωριού, ζούσε ένα σπουργιτάκι. Καθημερινά τιτίβιζε στο παράθυρο , προσπαθώντας να προκαλέσει το ενδιαφέρον των ενοίκων του. Τι κρίμα όμως, δεν έπαιρνε απάντηση. Δεν ζητούσε βέβαια τροφή  αφού, στα χρόνια της κατοχής , το ίδιο έβρισκε πιο εύκολα από τους ανθρώπους στη φύση τη μικροποσότητα που χρειαζόταν.

Μια καλή μάγισσα, που έβλεπε την προσπάθεια του πουλιού να  αποσπάσει την προσοχή των ανθρώπων, το μεταμόρφωσε σε καλλικέλαδο αγόρι και το άφησε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού. Η οικογένεια του σπιτικού το  καλοδέχτηκε σαν μέλος της και αυτό προσπαθούσε με κάθε τρόπο να της ανταποδώσει την αγάπη του. Το παλιό ασήμαντο τιτίβισμα έγινε μελωδικό τραγούδι και το μεταμορφωμένο σπουργίτι απόκτησε νέες, ανθρώπινες παρέες και έγινε  περιζήτητο μέλος στις ελάχιστες διασκεδάσεις που επέτρεπαν οι συνθήκες της εποχής. Έτσι λοιπόν  πέρασαν τα χρόνια των πολέμων και ο καθένας προσπαθούσε να συνεχίσει τη ζωή του και να κάνει κάτι και για το μέλλον του.

Το μικρό αγόρι πήγε στο σχολείο  και παράλληλα εργαζόταν για να εξασφαλίσει τις αυξημένες πλέον ανθρώπινες ανάγκες διατροφής αλλά και για να βοηθήσει στο σπίτι, αφού δύσκολα τα έφερναν βόλτα. Είχε καλούς  φίλους αλλά λίγους,  όχι μόνο γιατί δεν είχε ελεύθερο χρόνο για να κάνει παρέα μαζί τους,  αλλά ίσως και το φτωχικό του ντύσιμο να μην ικανοποιούσε τα κοινωνικά κριτήρια που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται στη μεταπολεμική Ελληνική κοινωνία. Ευτυχώς υπήρχαν αρκετοί ακόμα ‘’ομοιοπαθείς’’ του και κάποιοι που αποζητούσαν τη ‘’φωνητική’’ συντροφιά του και δεν αισθάνθηκε τη μοναξιά και απομόνωση και ποτέ την απόρριψη.

Με το τέλος των γυμνασιακών του σπουδών, εφοδιάστηκε με ένα απολυτήριο που ακόμα και στη  βαθμολογία , λάβαινε υπόψη περισσότερο την κοινωνική και οικονομική κατάσταση  και λιγότερο έως καθόλου τις μαθητικές επιδόσεις. Σε περίοπτη  μάλιστα θέση του απολυτηρίου υπήρχε και το επάγγελμα του πατρός, ώστε να προειδοποιούνται εγκαίρως οι μελλοντικοί ‘’χρήστες’’ του και για το κοινωνικό του αντίκρισμα. Ήρθαν στιγμές που το αγόρι θέλησε να ξαναγίνει σπουργιτάκι και να αποφύγει τα ‘’ αγαθά’’ της διαμορφούμενης νέας τάξης πραγμάτων, αλλά η καλή μάγισσα είχε εξαφανισθεί. Μπορεί να ταξίδεψε σε άλλα εμπόλεμα μέρη που την  είχαν περισσότερο ανάγκη ή να έκρινε   με διαφορετικά κριτήρια την προοπτική του αγοριού.

Τα χρόνια πέρασαν και ύστερα από υπεράνθρωπες πολλές φορές προσπάθειες και ίσως με την βοήθεια  και της θεάς  τύχης , το μικρό αγόρι είχε πια ωριμάσει, αποκαταστάθηκε επαγγελματικά και έκανε μια θαυμάσια δική του οικογένεια. Η ζωή, που είναι πάντα απρόβλεπτη , του πρόσφερε αμέτρητες χαρές, ‘’μεγαλεία’’ ,νέες εμπειρίες αλλά και απροσμέτρητη λύπη.

Γεύθηκε και βίωσε προσωπικά πρωτόγνωρες καταστάσεις που δεν είχαν περάσει καν από το μυαλό του, χωρίς ποτέ να προδώσει τα ιδανικά του και γιαυτό  παρέμεινε με λίγους μεν αλλά σταθερούς και καλούς φίλους, που  εξακολουθούν να τον συντροφεύουν,  έστω και νοερά, στο υπόλοιπο του βίου του.

Τώρα όμως που γέρασε πια, αποστασιοποιημένος από τα γεγονότα  που πλούτισαν τις εμπειρίες του και τον έκαναν σοφότερο  και προφανώς   καλύτερο άνθρωπο, προσπαθεί να καταγράψει όσα μπορεί  περισσότερα από τα τελευταία βιώματά του. Ελπίζει έτσι ότι ίσως κάποιοι μελλοντικά να τα διαβάσουν και ενδεχομένως να  αποφύγουν προηγούμενα λάθη, συμπεριλαμβανομένων και των δικών του. Δεν περιμένει ούτε και επιθυμεί τίποτα περισσότερο από τη ζωή,  πέραν της καλής έκβασης μιας αναμενόμενης  ήδη οικογενειακής εξέλιξης και υγεία σε όλο τον κόσμο.

 Μετά, θα ήθελε πολύ  να ξαναγίνει σπουργιτάκι και να φύγει ήσυχα, ταπεινά και αθόρυβα – όπως ήρθε στη ζωή -  χωρίς να μάθει ποτέ κανείς οτιδήποτε για την ύπαρξή του. Ίσως με αυτόν  τον τρόπο να παύσει πια να ενοχλεί , όπως ενδεχομένως  να έκανε άθελά του μέχρι τώρα , αλλά και διότι  παρατηρεί ότι η σύγχρονη κοινωνία και η πολιτική της εκπροσώπηση [διαχρονικά],αντιμετωπίζει με  έμμονη προκατάληψη  το κοστοβόρο ‘’παρελθόν’’, που δεν έχει πλέον το ανάλογο  ‘’ψηφοθηρικό αντίκρισμα’’.

Ξεχάστηκαν πια  τα τιμημένα γηρατειά και τόσα άλλα  βαρύγδουπα παραπλανητικά  συνθήματα, με τα οποία μεγάλωσαν οι νεώτερες γενιές και το χειρότερο  είναι ότι κάποιοι τα πίστεψαν και τα έκαναν τσιτάτα τους. Αυτοί θα το καταλάβουν όταν οι ίδιοι καταστούν γηρατειά, διότι η ζωή  όπως κα η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα, όπως έλεγε ο Μαρξ.

Προτιμά να φύγει όπως ήρθε, σαν σπουργιτάκι, για να μην έχει τη   γνωστή μοίρα των ηρώων του  Sydney Pollack, στο έργο του ‘’σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν’’. Εκεί, ‘’  οι πρωταγωνιστές του συγκλονιστικού δράματος  θα συνεχίσουν να χορεύουν, για ένα έπαθλο που ποτέ δε θα μπορέσουν να αποκτήσουν. Το θέατρο θα συνεχιστεί, η παράσταση δεν θα τελειώσει ποτέ, ο μάγος δεν θα αποκαλυφθεί. Η ανθρώπινη ύπαρξη θα συναντάει ξανά και ξανά το ύστατο δράμα της και θα συνεχίσει να χορεύει. Στο τέλος της ταινίας η κάμερα απομακρύνεται, αφήνοντας όλους εμάς στη τέλεια ψευδαίσθηση και στο απόλυτο σκοτάδι.’’ 

Αυτή την ψευδαίσθηση και το απόλυτο σκοτάδι, που τα βλέπει να πλησιάζουν , φοβάται και θέλει να επανέλθει στην πρότερη κατάστασή του το μικρό  σπουργιτάκι μας.     Αντώνης Ταρνανάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αταλάντη Λοκρίδας, T.K. 35200, Φθιώτιδα, Greece
Γράφω για να εξωτερικεύσω προσωπικές μου σκέψεις και να μοιραστώ εμπειρίες και γεγονότα που βίωσα προσωπικά στη μακρόχρονη υπηρεσιακή και ιδιωτική μου διαδρομή.