[ Άλλοτε και τώρα ]
Όπως αναφέρεται στον τίτλο, δεν πρόκειται για τη γέννηση του
Χριστού , τον Αι Βασίλη και όσα συμβολίζουν – τουλάχιστον για τους χριστιανούς
– αλλά για τον εορτασμό τους από πιστούς και άπιστους. Είναι γιορτές οικογενειακές που στις μέρες μας αποτελούν μοναδική
ίσως αφορμή συγκέντρωσης των διάσπαρτων,
λόγω των συνθηκών εργασίας , μελών της οικογένειας και μοναδική ευκαιρία για
ένα νέο αντάμωμά της , για συζητήσεις, σκέψεις και νοσταλγία. Οι γιορτές αυτές,
έχουν μετατραπεί σε μια ευκαιρία ιδιαίτερης γαστριμαργικής απόλαυσης και διασκέδασης, ενώ
η οικογενειακή συγκέντρωση αποτελούσε ανέκαθεν βασικό δομικό στοιχείο της ελληνικής
οικογένειας. Ξανάρχονται στο νου μου, καλές και κακές, στιγμές του παρελθόντος
και αναβιώνουν ξεχασμένα, ακόμα και σκόπιμα παραμερισμένα βιώματα των
περασμένων, που αποτελούσαν σημαντική ιδιαιτερότητα των μεγάλων γιορτών, με τις θετικές και τις
αρνητικές τους επιπτώσεις τους στο χθες και στο σήμερα!!!
Στις συγκεντρώσεις αυτές, βοηθούντος του ρέοντος οίνου και του
εορταστικού κλίματος, απελευθερώνονται
οι σκέψεις και ανοίγουν τα στόματα των μεγαλύτερων, που αισθάνονται την ανάγκη
να μεταφέρουν και στους νεώτερους βιώματα από αντίστοιχους εορτασμούς του παρελθόντος. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η
σημερινή νεολαία μάλλον ενοχλείται από ανάλογα ακούσματα , που αντιμετωπίζονται σαν ‘’παρεμβολές’’ στον ταχυδακτυλουργικό χειρισμό
των σύγχρονων κινητών που αποτελούν ίσως
τον μοναδικό τρόπο ‘’επικοινωνίας’’ της εποχής μας. Εκεί διαπιστώνει κανείς τη
νέα μορφή μοναξιάς και απομόνωσης που ζουν οι σύγχρονες κοινωνίες και μάλιστα
χωρίς να μπορούν να αντιληφθούν την νέα τους ‘’εξάρτηση’’, στην οποία
μετεξέλιξαν το θαύμα της νέας τεχνολογίας. Σε μια εποχή που το ‘’βόλεμα’’ και η
‘’ήσσων προσπάθεια’’ αποτελούν τα
κυρίαρχα στοιχεία ίσως δε και πολιτική στόχευση, ελάχιστοι πια χρησιμοποιούν το μυαλό και την
καρδιά τους, εμπιστευόμενοι στην νέα τεχνολογία, τα αισθήματα ακόμα δε και
πολλές από τις ‘’ανθρώπινες’’ δραστηριότητές τους. Αντί να κάνουμε τη μέγιστη καλή χρήση που
μας προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, έχουμε καταστεί ασυνείδητα υποκατάστατα
τους. Να δείτε ότι – από βαρεμάρα ή
εθισμό - θα γίνει προσπάθεια να τους
‘’αναθέσουμε’’ και την διαιώνιση του ανθρώπινου είδους, αφού ένα μέρος της
σχετικής προδικασίας τους έχει τους ήδη
‘’παραχωρηθεί’’ από πολλούς!!! Δεν
γίνονται όλα με την τεχνολογία, που άλλους στόχους καλείται να υπηρετήσει ή τουλάχιστον
δεν γίνονται όλα όπως τα έχει προβλέψει η φύση!!!
Εμείς οι γηραιότεροι, που δεν
προλάβαμε ή δεν μπορέσαμε ακόμα να εξοικειωθούμε απόλυτα και σε βάθος με την
τεχνολογική εξέλιξη, ξαναγινόμαστε παιδιά [μιας άλλης εποχής] και επιστρέφουμε στις
πρώτες εμπειρίες μας. Παρά τις ενοχές μας για την αρνητική ‘’κληρονομιά’’ που ενδεχομένως
αφήνουμε φεύγοντας, επιμένουμε – έστω
και ανεπιτυχώς - να μεταφέρουμε τις
εμπειρίες μας και στους νεώτερους, για
να αποτελέσουν στοιχείο προβληματισμού για το μέλλον. Οι αναμνήσεις από ανάλογους εορτασμούς του
παρελθόντος, που είναι κλεισμένες στο οικογενειακό χρονοντούλαπο - σαν παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές - θα διαβαστούν κάποτε από τους σημερινούς
αρνητές τους, αλλά θα έχουν χάσει πια την αμεσότητα της προσωπικής αφήγησης των ηρώων τους .Με την ίδια θετική πάντα σκέψη, θα
επιχειρήσω να ξαναζωντανέψω περιστατικά χριστουγεννιάτικων εορτασμών παλιών και ξεχασμένων εποχών, χωρίς
τη σημερινή ευδαιμονία, αλλά σίγουρα με περισσότερη ανθρωπιά και αληθινή αγάπη. Αφηγούμενος με χρονολογική σειρά και σε προσωπικό επίπεδο,
για να διαφυλάξω την ακρίβεια και
εγκυρότητα τους, θα διαπιστώσετε ότι οι πρώτες αναμνήσεις μου συμπίπτουν με πολύ
δυσάρεστα και αιματηρά γεγονότα του πολέμου
της πείνας , της κατοχής και του
εμφυλίου..
Αρχίζω με τα Χριστούγεννα του 1940,
με τον πατέρα μας στο Αλβανικό μέτωπο, τον υποφαινόμενο σε ηλικία έξι ετών και τον αδελφό μου ένα χρόνο μικρότερο .Επιστρέφοντας
με τη μητέρα μας από την Χριστουγεννιάτικη
Ακολουθία χαράματα , ανάψαμε το τζάκι
και ψήσαμε ένα κομμάτι χοιρινό – υπήρχαν ακόμα κάποια τελευταία αποθέματα
τροφίμων – για να διασκεδάσουμε την πείνα μας όχι όμως και την απουσία του
πατέρα μας, που δεν καταλαβαίναμε γιατί έλλειπε χρονιάρες μέρες. Αυτό το
καταλάβαμε σύντομα, με τον περιορισμό των γλυκών και την έλλειψη δώρου, που αποτελούσαν
αποκλειστικότητα της πρωτοχρονιάς. Τα δώρα της εποχής κάλυπταν πραγματικές
ανάγκες των παιδιών σε είδη ρουχισμού και υπόδησης, αφού τα παιχνίδια μας
αποτελούσαν προσωπικές κατασκευές, με τη χρήση ανεπανόρθωτα φθαρμένων υλικών
του σπιτιού. Ετοιμάστηκε για τις ανάγκες των ημερών ένα δείγμα μπακλαβά με
ελάχιστο λάδι αντί για βούτυρο, στον μικρό ‘’ ταβά’ και όχι – όπως συνήθως -
στο προικώο χάλκινο μεγάλο ταψί της μητέρας, μια δεκάδα κουραμπιέδες χωρίς λέξη
βεβαίως για προσωπικά δώρα και άλλες τέτοιες ‘’πολυτέλειες’’.
Ακολούθησαν και άλλες δύσκολες γιορτές τα επόμενα αρκετά χρόνια,
αλλά η παρουσία του πατέρα μας στο σπίτι με τον ερχομό ενός ακόμα αδελφού
αργότερα, γέμιζε το τραπέζι με ανθρώπινες παρουσίες, με μηδαμινά όμως εδέσματα,
που θα ικανοποιούσαν το μόνιμα άδειο
στομάχι μας. Θαρρώ ότι το 1941, το
πρόβλημα ‘’ξεπεράστηκε’’ με μια αυτοσχέδια σπεσιαλιτέ -σαγανάκι
με πράσα σβησμένα με λίγο ξύδι – και σαν επιδόρπιο της πρωτοχρονιάς την περίφημη
‘’μπομπότα’’, με καλαμποκάλευρο.
Με την πάροδο του χρόνου άρχισε και η βελτίωση των προσφερόμενων εδεσμάτων, χωρίς να τρέχουν
ακόμα τα χρήματα από τα μπατζάκια μας. Θυμάμαι ότι καθιερώθηκε η εκτροφή
οικιακού χοίρου, που αγοράζαμε πολύ μικρό στην τοπική έμπορο-ζωοπανήγυρη του Αυγούστου και τρεφόταν με ‘’ό,τι έβρισκε’’ στο δύσοσμο περιβάλλον που
ζούσε και τα όποια περισσεύματα τροφών
της οικογένειας. Το ‘’γρούν’’ , όπως το αποκαλούσαμε, ξεπερνούσε ενίοτε τις
εκατό οκάδες [125 περίπου κιλά] τα Χριστούγεννα
και πέραν του εορταστικού τραπεζιού κάλυπτε κυρίως τις διατροφικές και λοιπές ανάγκες της
οικογένειας, για τους επόμενους μήνες. Μετά τη σφαγή του, ακολουθούσε η εξής διαδικασία:
Το δέρμα, μετά το στέγνωμά του στον ήλιο και
χωρίς ιδιαίτερη επεξεργασία, αποτελούσε την πρώτη ύλη για τα υποδήματα των
παιδιών. Ο πατέρας μας οδηγούσε στον ‘’τσαγκάρη’’ της περιοχής, πατούσαμε τα
μονίμως γυμνά πόδια μας πάνω στο
γουρουνόδερμα και ο ‘’μπαρμπαλεωνίδας’’ μας έκανε συστάσεις να μη τα κουνάμε,
γιατί αυτό θα χαλάσει το αποτύπωμα.
Σημείωνε το περίγραμμα του πέλματος με ένα μολύβι που βρισκόταν στο πίσω μέρος
του αφτιού του και άφηνε και ένα μικρό περιθώριο για το ενδεχόμενο να μεγαλώσει
το πόδι – όπως του θύμιζε ο πατέρας μας. Έτσι άρχιζε η διαδικασία κατασκευής
των ‘’ποδετών’’ , όπως τα έλεγαν, ίσως διότι κάλυπταν μόνο το πέλμα και με
στενές λωρίδες από το ίδιο δέρμα έδεναν
στο πόδι σαν σανδάλια [all
season]
και αποτελούσαν έναν τρόπο ‘’ασορτί’’ υπόδησης, για την πλειονότητα των
συνομηλίκων μας.
Το κρέας , μετά την αφαίρεση του
λίπους, τεμαχιζόταν σε μεγάλα κομμάτια και έμπαινε σε ένα μεγάλο βαρέλι - με
ανοιχτή την επάνω βάση - με μπόλικο χοντρό αλάτι [ που παίρναμε από το
κρατικό μονοπώλιο ] για να αντέξει στον χρόνο, με εξαίρεση κάποια μικρά τεμάχια
που θα κάλυπταν τις τρέχουσες ανάγκες. Ελλείψει ψυγείου, τα τελευταία
τοποθετούνταν στο ‘’φανάρι’’, ένα είδος
κρεμαστού μεταλλικού κλουβιού, με δικτυωτό
συρμάτινο περίβλημα που προφύλασσε το περιεχόμενο από τις μύγες. Για
τον καλύτερο αερισμό και τον περιορισμό
της αλλοίωσης, το φανάρι κρεμιόταν στο ψηλότερο σκιερό μέρος του σπιτιού.
Οι μεγάλες ποσότητες του λίπους
έβραζαν σε ένα ‘’καζάνι’’ μέχρι να ρευστοποιηθεί
, οπότε το τοποθετούσαν σε πήλινα συνήθως δοχεία, για τις μελλοντικές
μαγειρικές ανάγκες της οικογένειας. Τα
απομεινάρια της προηγούμενης ‘’τήξης’’ του λίπους – κάτι σαν λαρδί -
αποτελούσαν σημαντικά ‘’ delicatessen’’ της εποχής και χρησιμοποιούνταν
σε πολύ ειδικές περιπτώσεις ‘’καλοπέρασης’’.
Με την ανωτέρω περιγραφή, θέλησα
να δώσω εναργέστερα την πραγματική εικόνα της προετοιμασίας και του εορτασμού
των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς μιας παλιότερης εποχής, χωρίς καμιά
απολύτως υπερβολή. Παράλληλα επιδίωξα να
καταδείξω γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχή μου, για να ξεπεράσουν το σύμπλεγμα
των στερήσεων και κυρίως της πείνας, φρόντισαν να εξορκίσουν το κακό ,με την ‘’μετάλλαξη’’ μιας
καθαρά οικογενειακής γιορτής συγκέντρωσης και περισυλλογής, σε ένα στείρο ανταγωνισμό
καλοπέρασης και κοιλιακής ευωχίας,
παραβλέποντας συστηματικά το πνευματικό της μέρος.
Εύχομαι σε όλους καλές γιορτές
κατά τις επιθυμίες σας, με μια μοναδική παράκληση. Επικοινωνήστε ‘’ζωντανά’’ με
τους ανθρώπους που ζούνε μόνοι και το έχουν απόλυτη ανάγκη -όπως όλοι μας ,
γνωρίζοντας ότι η μοναξιά δεν
αποτελεί πάντοτε συνειδητή επιλογή !!!
Αντώνης Ταρνανάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου