1.-Η ΜΑΡΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΚΑΛΛΑΣ
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
2.-ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΕΙΔΩΜΕΝΑ ΑΠΟ ΕΝΑΝ 6ΧΡΟΝΟ ΑΝΤΡΑ
Είναι προφανές ότι θα αρχίσω από τη μεγάλη
μας σταρ Μαρία Κάλλας , στο ταλέντο της οποίας υποκλίθηκε όλος ο Κόσμος και μαζί του και ο υποφαινόμενος που
θαύμασε το μεγαλείο της προσωπικά σε
όπερες και συναυλίες της, κυρίως στην Ευρώπη, τις μέρες της μεγάλης της δόξας,
που θα παραμείνει εσαεί.
Η πρόσφατη προβολή του
τελευταίου σήριαλ ‘’ η Μαρία που έγινε Κάλλας’’ που αναφέρεται στα πρώτα της βήματα
στην Αθήνα τα χρόνια της κατοχής, ξύπνησαν μέσα μου ταυτόχρονα προσωπικά μου
βιώματα της ίδιας εποχής, Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι εκείνη πιεζόταν
από τη δίκαια φιλόδοξη μητέρα της να γίνει αυτή που γνωρίσαμε και εγώ, ζώντας
σε μια επαρχιακή κωμόπολη 140 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα, 6 ετών ακόμα τότε ,πίστευα ότι ο Κόσμος ολόκληρος έφθανε ως εκεί που
έβλεπαν τα μάτια μου. Γεννήθηκα το 1934
και το σπίτι μου βρισκόταν στις παρυφές του όρους ‘’χλωμός’’, σε υψόμετρο 200 περίπου μέτρων και το βλέμμα μου έφθανε
Ανατολικά-Βορειοανατολικά μέχρι τον Ευβοϊκό κόλπο και αμυδρά στην Εύβοια. Οι
άλλες πλευρές καλύπτονταν με βουνά που μας έκρυβαν τη θέα και την πληροφόρηση,
αφού και ο μοναδικός ραδιοφωνικός σταθμός μεσαίων κυμάτων των Αθηνών, δύσκολα
έφθανε στα 2-3 ραδιόφωνα της εποχής που
κατείχαν οι ‘’προύχοντες’’ της πόλης.
Το σήριαλ καταγράφει θαυμάσια
την άγνωστη στην επαρχία ζωή των Αθηνών
και μια δικαίως ‘’ωραιοποιημένη’’ ζωή και ‘’δράση’’ της σπουδαίας μας
καλλιτέχνιδας, αφού η γερμανική κυρίως κατοχή υποχρέωνε όλους μας να κάνουμε το
ίδιο. Εκείνη λοιπόν με την αξία και το ιδιαίτερο ταλέντο της, αποφάσισε ,μετά
τη δοκιμασία της στην Ελλάδα και την πίεση της μητέρας της ,να φύγει τελικά μόνη
της για τις ΗΠΑ και να στήσει πανάξια την
μοναδική καριέρα της, Τα όσα κακεντρεχή έχουν ακουστεί κατά καιρούς δεν
απηχούν την αλήθεια και δεν αφορούν προσωπικές επιλογές της, αλλά αποφάσεις που
της επέβαλαν οι ναζιστές , όπως σε όλους τους Έλληνες. Είναι αλήθεια ότι ο
αυταρχικός χαρακτήρας της – που τη συνόδευσε ως το τέλος της ζωής της ,συνέβαλε
στη τελική επιτυχή απόφασή της,
Αφήνω τώρα το σημαντικό μέρος
της ιστορικής διήγησης μου για το καμάρι
της χώρας και έρχομαι στην αυτογραφική, όπως την αποκαλώ , αφήγησή μου, για την
πεζή πραγματικότητα που έζησε λίγο-πολύ όλη η ελληνική επαρχία, μέσα από τα
δικά μου μάτια και τα προσωπικά μου βιώματα. Στα έξι μου χρόνια, με τον πατέρα
μου στο μέτωπο με την πρώτη τοπική επιστράτευση στην παραμεθόριο Δυτική Μακεδονία που ήταν
γεννημένος , πήρα τα ηνία του προστάτη της οικογένειας – όπως συνηθίζονταν.
Μάζευα χόρτα με την μητέρα μου και τα πωλούσα όσο-όσο στα δυο κρασοπουλιά της πόλης
με την επιτήρησή της , για το πενιχρό μεροκάματο της εποχής. Από το σήριαλ μαθαίνω ότι στην Πρωτεύουσα
λειτουργούσαν, έστω και υποτυπωδώς, θέατρα, η Λυρική και κάποιες μικρές έστω άλλες
δραστηριότητες.
Ο πατέρας μου δεν πρόλαβε να
επιστρέψει από την μεθόριο και έφυγε για την Αλβανία μετά την κηρυχθείσα γενική επιστράτευση. Με την ευκαιρία θέλω να
προσθέσω ότι το ΟΧΙ του Μεταξά είχε λεχθεί με τη βεβαιότητα ότι οι Ένοπλες
Δυνάμεις της χώρας το περίμεναν και είχαν
ήδη λάβει τα μέτρα τους . Όταν τελικά έγινε η υποχώρηση και ο πατέρας μου
γύρισε στο σπίτι, τραυματίας με ‘’απόξεση πελμάτων’’ από τα κρυοπαγήματα,
ένοιωθα ήδη ‘’άντρας’’ και του
‘’παρέδωσα την προστασία της οικογένειας’’, χωρίς να παύσω να επιδεικνύω τον ‘’ανδρισμό’’ μου,
κλέβοντας ψωμί από τους Γερμανούς για
την οικογένειά μου . ‘’Την είχαμε
στήσει’’ με δυο τρείς άλλους συνομήλικους σε μια στροφή 90 μοιρών στο κέντρο
της πόλης, όπου το γερμανικό αυτοκίνητο έκοβε υποχρεωτικά ταχύτητα και εκ περιτροπής
σαλτάραμε και με πάσα στους συνεργάτες εξασφαλίζαμε
ψωμί για την οικογένεια.. Αυτό γινόταν βέβαια όταν οι συνθήκες το
επέτρεπαν και οι συνοδοί ήταν γνωστοί Αυστριακοί ή Ιταλοί που ‘’ έκαναν στραβά
μάτια’’, προβάλλοντας απλώς το πιστόλι τους για εκφοβισμό, χωρίς να μας
πυροβολούν.
Το θαυμάσιο δημιούργημα της κυρίας Μαλέα με ‘’
έλυσε’’ να πω και πράγματα που κρατούσα , σχεδόν 85 χρόνια μόνο για μένα, όπως την
άρνηση του δωρικού πατέρα μου που αρνήθηκε να πάρει σύνταξη τραυματία πολέμου και
μετά λίγα χρόνια συνέχισε τη δουλειά του σαν οικοδόμος [ O TEMPORA O MORES – Ω ΚΑΙΡΟΙ Ω ΗΘΗ] ΠΟΥ ΕΛΕΓΕ Ο Κικέρων].
Ξαναγυρίζω στην ελληνική πραγματικότητα και της αφήγησής μου ,
για να προσθέσω ότι ρούφηξα κυριολεκτικά
το σήριαλ, αφού τα επεισόδια που αρχικά δόθηκαν σε δυο δόσεις μέσω της ertflix ,τα απόλαυσα ‘’μονορούφι’’.
Με δεδομένο ότι το σήριαλ
προσφέρει πολλές σκηνές εκείνης της εποχής, αντιπαραθέτω και εγώ τρείς
σχετικές φωτογραφίες στις οποίες, ίσως,
χωρίς να έχει σημασία, είμαι παρών και ξυπόλυτος όπως όλα
τότε τα παιδιά μέσα στο καταχείμωνο.
Αντώνης