ΓΕΡΟΝΤΙΚΕΣ
ΑΝΑΠΟΛΗΣΕΙΣ
Με
τις ανταλλαγές ευχών με φίλους και αναγνώστες μου, συνειδητοποίησα ότι μπήκαμε
στην Μεγάλη Εβδομάδα, αλλά και τι μ’ αυτό, που λέγαμε παλιότερα. Νοιώθω πως δεν
συμβαίνει τίποτα το εξαιρετικό, αφού καλά-καλά, αδυνατώ να ξεχωρίσω πια στην ηλικία μου, ακόμα και τις απλές αργίες από τις καθημερινές.
Όπως εχτές έτσι θα είναι και σήμερα, το ίδιο κάθε μέρα.
Το
μόνο που μου μένει πια είναι η αναπόληση για όσα είδα και βίωσα , καλά, κακά και άσχημα, ώστε να ξαναζώ
νοερά, όλο το παρελθόν μου. Η μελαγχολική μου
σκέψη, για όσα συμβαίνουν γύρω μου κι όσα θα ακολουθήσουν, με έκανε να δω
με επιείκεια τα περασμένα μου δεινά,
πολέμους, πείνα και απώλειες αγαπημένων μου, που με υποχρεώνουν να εγκαταλείψω
κάθε ποιητική διάθεση. Θα συνεχίσω όμως πεζά όπως πεζή είναι και η
ζωή, να μπω στο κλίμα των ημερών και ν’ αποφύγω ανόμοιες συγκρίσεις, που ίσως
να αδικήσουν το παρόν για να ωραιοποιήσω άθελά μου το παρελθόν που σίγουρα δεν
το αξίζουν. Θα προσπαθήσω, όσο μπορώ, να γίνω αντικειμενικός , μένοντας στις ελάχιστες καλές στιγμές , που μου έχει
δώσει η ζωή, στα 91 μου χρόνια. Η μακροβιότητα , ως γνωστόν, εξαγοράζεται, όπως
και κάθε πολύτιμη αξία, έναντι ‘‘αδράς αμοιβής’’, αφήνοντας όμως πίσω
το μεγάλο κέρδος της αναπόλησης και των συνολικών αναμνήσεων, από τις οποίες
ευτυχώς διαθέτω πάμπολλες.
Γεννήθηκα
και έζησα σε μια μικρή κωμόπολη και όπως όλα τα παιδιά της εποχής μου,
τηρούσαμε τα έθιμα και, χωρίς να είμαι θρησκόληπτος, εκκλησιαζόμουν καθημερινά
όλες τις ημέρες της Μεγάλης
Εβδομάδας. Για μια περίοδο μάλιστα ήμουν
και παπαδοπαίδι, δηλαδή παιδί για όλες τις δουλειές της εκκλησίας, και σ’ αυτό
συντέλεσε πολύ και μια θαυμάσια πολυφωνική χορωδία της πόλης μας, που
συμμετείχε όλες τις μεγάλες γιορτές στη
λειτουργία. Εκεί, πρώτη φορά διαπίστωσα και το φωνητικό ταλέντο μου και άρχισα
πολύ μικρός να παίρνω μέρος δίπλα στη χορωδία στην αρχή και μέσα στη συνέχεια,
ψάλλοντας με τους άλλους χορωδούς, από τον γυναικωνίτη’’, που είχε
διατεθεί μόνο για αυτόν το σκοπό
Η
Μεγάλη Εβδομάδα ήταν αποκλειστικά αφιερωμένη στον εκκλησιασμό των πιστών, χωρίς
διασκεδάσεις και άλλες σχετικές
δραστηριότητες. Αποτελούσε
μοναδική περίοδο χαρμολύπης , για τα Άγια Πάθη και την αναμενόμενη θεία
Ανάσταση. Το μελωδικό ‘’ φόρτε’’ των ημερών αποτελούσε η Μεγάλη Παρασκευή με τα
Εγκώμια. Η εναλλαγή του ματζόρε ‘’αι γενεαί πάσαι και ω γλυκύ μου έαρ’’ με το
θρηνητικό μινόρε ‘’η ζωή εν τάφω’’ ,
οδηγούσαν το εκκλησίασμα στην απόλυτη
κατάνυξη.
Με
τον καιρό όμως και η μικρή επαρχιακή κωμόπολη , οδηγήθηκε από τα εγκώμια στα εγκόσμια, που οι πιστοί που εκκλησιάζονται
αραιώνουν, ενώ πληθαίνουν οι πελάτες των κάθε λογής κέντρων αναψυχή και
διασκέδασης. Τα τελευταία χρόνια η θρησκευτική κατάνυξη έχει κατά το πλείστον υποκατασταθεί από μια τυπική μετάδοση κλασικής μουσικής από
το κρατικό κανάλι με έργα Μπαχ, Μπετόβεν
και την παθητική συμφωνία του Τσαϊκόφσκι, ενώ τα λοιπά κανάλια,’’ συνεχίζουν
τον χαβά τους’’, διακοπτόμενο με κάποια δακρύβρεχτα έργα. ‘’ o Tempora o mores’’,
που έλεγε και ο Κικέρων. Προσωπικά, ύστερα από προτροπή της φίλης μου
Εύας, ανακάλυψα τη ραδιοφωνική μετάδοση από τοπικό σταθμό της Ζακύνθου, της
πολυφωνικής λειτουργίας του Νησιού, αναβιώνοντας τις παλιές καλές μου
συνήθειες και τη μουσική μυσταγωγία.
Τη
δεκαετία του 80, που υπηρετούσα στις Βρυξέλλες, μετά την περιφορά του Επιτάφιου
σε μια από τις Ορθόδοξες εκκλησίες της, μια μικρή παρέα φίλων περνούσαμε για νηστίσιμο φαγητό, από τη γνωστή Ελληνική Ταβέρνα ‘’ ο Ζορμπάς’’. Την
ταβέρνα είχαν κατά καιρούς επισκεφθεί η
Νανά Μούσχουρη, ο Ντέμης Ρούσος, ο Ζορζ Μουστακί και άλλοι καλλιτέχνες. Τη διηύθυνε
ένας τενόρος παλιού γνωστού ‘’τρίο’’, των Αθηνών και συνοδεία της ορχήστρας
του, τραγουδούσαμε , πρίμο -σεκόντο, τα εγκώμια, μεταδίδοντας και στους λοιπούς πελάτες της, την κατάνυξη της ημέρας. Η συνήθειά μας αυτή είχε
σημαντική απήχηση στους θαμώνες της ταβέρνας οι οποίοι μας περίμεναν και τα
χρόνια που ακολούθησαν.
Χαθήκαμε
όταν, ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας άλλαξε στέκι και λίγο αργότερα έφυγε μόνιμα για
την Ελλάδα, αφήνοντας το μαγαζί σε συνεργάτη του, στο οποίο τελικά μας
εντόπισαν οι ‘’μυημένοι’’ και έτσι συνεχίστηκε η ‘’παράδοση’’. Ο πρώτος
ιδιοκτήτης ξαναγύρισε στις Βρυξέλλες, λόγω αδυναμίας των ενήλικών πια παιδιών του να προσαρμοστούν
στον ελληνικό τρόπο ζωής αλλά λίγο
αργότερα έφυγε από τη ζωή και σταμάτησε
οριστικά και η μελωδική αυτή χαρμολύπη!!! Αντώνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου