[
Εξ απαλών ονύχων στη βιοπάλη για την επιβίωση]
Με αφορμή πρόσφατο άρθρο που μου περιήλθε από ένα φίλο, στο οποίο
έδωσα τη δική μου απάντηση , επαναφέρω το ερώτημα του
Χαρίλαου Τρικούπη ‘’τις πταίει’’ . Ο Τρικούπης είχε πει τότε «Αηδιάζοντες
και αγανακτούντες και βλέποντες την γενικήν κατάπτωσιν των πολιτευομένων
ερωτώμεν αυτούς, μη τυχόν αληθώς πταίει το Έθνος;».
Ο
μετέπειτα κυβερνήτης της χώρας, είχε ορθώς εκτιμήσει τις αιτίες της εθνικής
κακοδαιμονίας της εποχής του κα μάλιστα φυλακίστηκε για τις ‘’αιρετικές’’ του
απόψεις ,που κρίθηκε ότι δεν ‘’βόλευαν‘’
την εξουσία. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια και ίσως πρέπει κάποτε να την πούμε
ολόκληρη και να μη ‘’χαϊδεύουμε’’ τα
αφτιά του λαού. Αγνοώντας τις ιστορικές λεπτομέρειες εκείνης της εποχής,
επαναφέρω το ερώτημα στην εποχή μας και στις γενεσιουργές αιτίες του.
Φταίμε
λοιπόν [και] εμείς, για να μην πω κατηγορηματικά ότι φταίμε αποκλειστικά
εμείς και αναφέρομαι κυρίως στη γενιά
μου ,που βίωσε πολέμους, πείνα και κακουχίες, από την πρώτη στιγμή της ζωής
της. Όσοι λοιπόν από μας είχαν την τύχη να επιβιώσουν όλων αυτών δεινών,
κατατρυχόμενοι από διάφορα συμπλέγματα, θελήσαμε να εξορκίσουμε το κακό, με την
‘’αλόγιστη’’ προσφορά στα παιδιά μας όσων εμείς στερηθήκαμε, φθάνοντας στην υπερβολή.
Καλλιεργήσαμε
μια γενιά , αποστειρωμένη από το πρόσφατο δικό μας παρελθόν και την πραγματικότητα και ανήμπορη να αντιληφθεί, πολύ δε περισσότερο, να
αποδεχθεί ακόμα και τις καθημερινές δυσκολίες της ζωής και το λάθος είναι δικό
μας. Αποφασίζαμε πριν από τους ίδιους εμείς, με τη σκέψη ότι έτσι τους
διευκολύνουμε, ενώ με την στάση μας τους αφαιρούσαμε την πρωτοβουλία να δράσουν
ίσως και να ‘’στραπατσαριστούν’’, για να μάθουν. Φροντίσαμε μάλιστα να
ιδιοποιηθούμε και τους δημόσιους πόρους – για λογαριασμό τους – δημιουργώντας
μια γενιά μακριά από τα δύσκολα αλλά
και τα όποια προβλήματα της μεταπολεμικής
εποχής. Εκείνοι, βολεμένοι από τον περιορισμένο χώρο ευθύνης τους, έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στη λαγνεία και την
καλοπέραση, αδιαφορώντας απόλυτα για τα
κοινά.
Τότε
βρέθηκαν διάφοροι πολιτικοί σχηματισμοί
που άδραξαν την ευκαιρία να τους περάσουν τα δικά τους συνθήματα για λιγότερη και πιο άνετη δουλειά, για τους
κακούς ξένους που πίνουν το αίμα μας και τόσα άλλα γνωστά της περιόδου εκείνης.
Αποδίδουν κάθε κακό μέτρο στην Ε.Ε. –
που μπήκαμε με τη θέλησή μας – ενώ μαθαίνουμε από τους ευρωπαίους επισήμους ότι
η επιλογή αύξησης των φόρων είναι επίμονα δική μας [ελληνική] .
Μεσολάβησε
η εποχή ‘’ παχιών αγελάδων και καλοπέρασης‘’, αγοράσαμε [για τους βλαστούς μας]
αυτοκίνητα, πολλαπλά κινητά και άλλα μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας και
ανθρώπινης απομόνωσης’’, ικανοποιώντας κατά βάθος απωθημένα και ανεκπλήρωτα
δικά μας όνειρα. Όλα δε αυτά με ‘’δανεικά’’, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και
σε κρατικό, εξαγοράζοντας εμείς την αγάπη των παιδιών μας και το κράτος τον λαό.
Η δυσκολία
άρχισε όταν οι ‘’κακοί δανειστές’’ – τράπεζες που τάθελαν και τάπαθαν – και
ξένοι – που τους εκλιπαρούσαμε με ή χωρίς μνημόνια για να συμβάλουν στην άγρα
της κομματικής πελατείας, ζήτησαν πίσω τα λεφτά τους. Ο λαός είτε συμπορεύτηκε με την πολιτική και θυμήθηκε ότι και αυτοί κάποτε μας χρωστούσαν
– άρα είμαστε πάτσι – ή διαπίστωσε ότι οι πολιτικοί που ο ίδιος είχε εκλέξει
ήταν κακοί.
Σε
ανάλογες περιπτώσεις παρουσιάζεται πάντα ένας εθνικός σωτήρας –
όπως στις αρχαίες τραγωδίες ο από μηχανής θεός και στη εποχή του Θερβάντες ο
Δον Κιχώτης. Από τη σκηνή της ΔΕΘ, όπως και οι προκάτοχοί του, υποσχέθηκε τα πάντα για
τους πάντες. Κυρίως όμως ‘’ κέντρισε το θυμικό και την παλικαριά του
λαού μας’’ ότι ‘’πάλι με χρόνια με καιρούς
πάλι δικά μας θάναι’’, όπως θα έκανε κάθε Έλληνας πολιτικός που ‘’σέβεται
–μόνο- τον εαυτό του’’. Τότε λοιπόν – σχεδόν όλοι εμείς – τον αναδείξαμε ήρωα και
χειροκροτήσαμε τις ιδέες και τους λόγους
του, που μας βόλευαν.
Πολύ
σύντομα όμως ‘’διαπιστώσαμε’’ ότι και
αυτός μας έλεγε ψέματα και ότι κάνει τα
ίδια και χειρότερα με τους προηγούμενους. Χωρίς να πτοηθεί, παραδέχτηκε τα
ψεύδη του αλλά διακήρυξε ότι με την
προκήρυξη νέων εκλογών , ξέπλυνε τις αμαρτίες του και κράτησε τον θώκο του. Για
μια ακόμα φορά λοιπόν ο ελληνικός λαός ένοιωσε προδομένος και εξαπατημένος,
αλλά ποτέ δεν σκέφθηκε ότι το λάθος είναι δικό του. Εμείς αποφασίζουμε για τους
κυβερνήτες μας και ας αναγνωρίσουμε κάποτε ότι αυτό και μόνο μας κάνει συνυπεύθυνους για τις πράξεις τους. Συμβαίνει
και εδώ το ίδιο με την οικογένειά μας. Κάνουμε λανθασμένες επιλογές και μετά τις
φορτώνουμε αλλού , γιατί πάντα οι άνθρωποι προσπαθούν να ‘’αποσείσουν’’ το
βάρος της ευθύνης, αποδίδοντας την μόνιμα σε τρίτους..
Το
‘’δίδαγμα’’ του παρόντος είναι ότι δεν
προσωποποιείται το λάθος ,ούτε στο θεσμό
της οικογένειας - που υπήρχε κάποτε – ούτε
και στη ευρύτερη οικογένεια, της
πόλης, του Νομού ή του έθνους ολόκληρου. Ο λαός, δεν έχει μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Αυτές, για μεν τους πολίτες απορρέουν από συγκεκριμένες διατάξεις του
Συντάγματος και την κοινή λογική, ενώ ειδικότερα για τους γονείς και την
οικογένεια , εξαρτώνται από το ‘’παράδειγμα’’ του καθενός μας. Η οικογένεια δεν
διαφέρει πολύ από την πολιτική, αφού και στις δυο περιπτώσεις, ‘’όπως στρώσεις
θα κοιμηθείς’’ και δυστυχώς η σύγχρονη
ζωή, δεν εγγυάται καλόν ύπνο για κανένα μας. Αντώνης Ταρνανάς