Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019





                              ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ 1940 ΣΤΗΝ ΑΤΑΛΑΝΤΗ


                     Το συνημμένο κείμενο περιλαμβάνει αποκλειστικά βιωματικά
            στοιχεία του συντάκτη του και αποτελεί ιδέα της εκπροσώπου του
            Δήμου Λοκρών Δ/δας Μαρίας Τζανακάκη, για τον εφετινό εορτασμό
            της 28ης Οκτωβρίου. Με τον τρόπο αυτό δίνεται βήμα σε μια από τις
            τελευταίες ίσως φωνές εκείνων που έζησαν προσωπικά τη φρίκη του
            2ου παγκοσμίου πολέμου, να αναβιώσουν τα τραγικά γεγονότα:


                ΕΝΑΣ ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΝΑΒΙΩΝΕΙ
               ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940


Όπως αντιλαμβάνεσθε, δεν θα διηγηθώ κάποια ιστορία που διάβασα ή άκουσα, αλλά  θα προσπαθήσω να αναβιώσω  σημαντικές στιγμές του έπους του 1940, που έζησα προσωπικά. Είναι αυτό που προσχηματικά και ανέμελα καλύπτεται πίσω από τη φράση ‘’εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου’’ και συχνά του δίνουμε μια πανηγυριώτικη μορφή για να ξεπληρώνουμε μια φορά το χρόνο την τυπική μας υποχρέωση. Πολλοί από τους μετέχοντες στον εορτασμό, ίσως αγνοούν και τον απλό συμβολισμό αυτής της επετείου, ή τον θεωρούν σαν ευκαιρία για μια ακόμα αργία και ξεκούραση και όσο ξεμακραίνουμε από τα γεγονότα και εκλείπουν αυτοί που  τα έζησαν, θα παραμένει μια απλή  και ασήμαντη γιορτή. Ελπίζω να μου δώσετε  την προσοχή σας  να σας καταστήσω κοινωνούς  των ιστορικών αυτών στιγμών, θυμίζοντάς σας  τη φράση του ιστορικού Θουκυδίδη  ‘’ οι καιροί ου μενετοί ‘’.  Αρχίζω με μια ελάχιστη παρουσίαση μου, για όσους δικαιολογημένα με αγνοούν και είμαι στη διάθεσή σας να απαντήσω στις όποιες απορίες σας, με την προϋπόθεση ότι δεν ανήκουν στα όσα ο ‘’πανδαμάτωρ’’ χρόνος  πρόλαβε να διαγράψει οριστικά από τη μνήμη  μου!!!
Είμαι γέννημα – θρέμμα αυτής της πόλης , όπως ήταν και η μητέρα μου , με πατέρα Έλληνα Μακεδόνα, από τον Πεντάλοφο Βοΐου Κοζάνης. Από μικρό παιδί αγαπούσα τη γλώσσα μας και τον τόπο που γεννήθηκα. Απόδειξη για το τελευταίο αποτελεί και το γεγονός ότι στις πολλές δεκαετίες της ξενιτειάς , έκανα πάντα τις διακοπές μου στη γενέτειρά μου. Σημειώνω εν προκειμένω ότι οι τρεις περίπου δεκαετίες που έζησα στο εξωτερικό, με έκαναν όπως και τους λοιπούς ξενιτεμένους συμπατριώτες μας ‘’Ελληναρά’’. Πριν και πάνω από όλα είχα ωραιοποιήσει κάθε τι που αφορούσε την πατρίδα μας και ιδιαίτερα τη γενέτειρά μου. Εδώ ομολογώ ότι, επιστρέφοντας οριστικά ‘’οίκαδε’’ ξαφνιάστηκα, διότι η επιστροφή αυτή με προσγείωσε στην πεζή πραγματικότητα, αφού η Αταλάντη των ονείρων μου  αποτελούσε μάλλον ευσεβείς πόθους,  που  ακόμα  αναζητώ.
 Οι δάσκαλοι της εποχής μας υπήρξαν πολύ  φειδωλοί στους βαθμούς και πλουσιοπάροχοι στις γνώσεις, διευκρινίζοντας ότι οι μικροί βαθμοί  αναγκάζουν τον μαθητή να προσπαθεί περισσότερο. Σημειώστε ότι την εποχή εκείνη υπήρχε ακόμα ευγενής άμιλλα και πίστη  στην ιδέα της αριστείας. Δεν ξέρω  αν τελικά αυτό συνέβη και στην περίπτωσή μου,  είμαι όμως σίγουρος ότι οι  γνώσεις που αποκόμισα από το σχολείο - χωρίς ειδικές σπουδές -  δικαίωσαν τους δασκάλους μου  απόλυτα. Αυτό το διαπίστωσα τόσο από τις κρίσεις στην Υπηρεσία μου  όσο και στα σχόλια των ανά τον Κόσμο αναγνωστών των πολλών εκατοντάδων θεμάτων της προσωπικής  μου ιστοσελίδας και των λοιπών  συγγραφικών εργασιών..
Μετά τον ειδικό αυτό πρόλογο, γίνεται σαφές ότι με ξάφνιασε θετικά το ενδεχόμενο να κάνω μια νέα κατάδυση στις παιδικές μου αναμνήσεις  από  τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο - με την ευκαιρία του εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου. Σ’ αυτό συνέβαλε και η μύχια σκέψη μου να επικοινωνήσω τις εμπειρίες μου αυτές  και στις νεώτερες γενιές που καμιά φορά μπερδεύουν ακόμα και τις ημερομηνίες των βασικών δύο ιστορικών επετείων των αγώνων του Έθνους μας.  Αυτό ενδεχομένως θα  διευκόλυνε  και την ανάγκη   να μιλήσω από καρδιάς  για τα βιώματα μιας  δραματικής εποχής,   όπως    αποτυπώθηκαν στο  μυαλουδάκι ενός παιδιού, χωρίς τις απλουστεύσεις και τις υπερβολές που επιβάλλουν οι καιροί και οι σκοπιμότητες. Θα προσπαθήσω να καταγράψω αποσπασματικά εκείνα τα γεγονότα που παραμένουν αναλλοίωτα στη μνήμη μου, παρά την πάροδο 80 σχεδόν χρόνων και μάλιστα χωρίς τα ειδικά ή ιδεολογικά ‘’φίλτρα΄΄  που συχνά χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ ,  και κάποιοι ιστορικοί, αφού συνήθως επιλέγουν τις πηγές τους. Την πραγματική ιστορία τη γνωρίζουν μόνο όσοι τη βίωσαν προσωπικά και μπορούν να τη διηγηθούν χωρίς  ιδεολογικές  παρωπίδες και –στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού –εγώ είμαι αποφασισμένος να το πράξω. Αυτό ίσως αποτελέσει και μια καθυστερημένη προσωπική μου συμβολή στον αγώνα του Ελληνικού  λαού.  Οι  παιδικές μου τότε ενέργειες αποσκοπούσαν στην επιβίωση εμού και των μελών της οικογενείας μου, με τον  πατέρα  δυο φορές στο μέτωπο , μια με την επιστράτευση του τόπου καταγωγής του  και αμέσως μετά με τη γενική επιστράτευση, να επιστρέφει  σακατεμένος από τα κρυοπαγήματα.
Θα σας διηγηθώ μικρές αυτοτελείς ιστοριούλες, σε πρώτο πρόσωπο, όπως τις βίωσα  προσωπικά ή νομίζω ότι συνέβησαν και τις έχω καταγράψει σε βιβλία ή στα άρθρα μου και  κυρίως στην καρδιά  και στο μυαλό μου:
1.- 1940 -1945 Πόλεμος - κατοχή – πείνα
Γεννήθηκα  στην Αταλάντη, το 1934, από μικροαστική οικογένεια, με άριστες κοινωνικές και ηθικές αντιλήψεις, αλλά πενιχρές οικονομικές δυνατότητες. Στα πολύ παιδικά μου χρόνια έζησα, όπως σχεδόν το σύνολο των συνομηλίκων μου , τον όλεθρο του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Οι πρώιμες σκληρές εμπειρίες , μας ατσάλωσαν ψυχικά και σωματικά, ώστε ν' αντέξουμε τις κακουχίες και αντιξοότητες που κράτησαν και στα επόμενα  πολλά χρόνια. Είναι όμως σημαντικό ότι δεν εγκαταλείψαμε τη χώρα μας, πίνοντας  ‘’ως τον πάτο’’ ολόκληρο το πικρό ποτήρι της κατοχής και της πείνας που επιδείνωσε περαιτέρω τη δυστυχία του λαού μας.                                                                                                  
 Θυμάμαι λοιπόν την είσοδο των  γερμανικών στρατευμάτων στην πόλη και εγώ, κρεμασμένος από τη φούστα της μητέρας μου με τον μικρότερο αδελφό μου, προσπαθούσαμε να ξεπεράσουμε τον πανικό μας, που ήταν διάσπαρτος σε όλους τους τριγύρω μας.                
 Όταν με τον καιρό, ''συνειδητοποιήσαμε'' την ιδέα της κατοχής, αναζητούσαμε ανάμεσα στους κατακτητές, τους  καλύτερους ή μάλλον τους λιγότερο κακούς. Έτσι λοιπόν στο  γειτονικό σπίτι της κυρά-Λένης , που οι Γερμανοί είχαν προηγουμένως κάψει όλα τα βιβλία ενός ''αριστερού'' καθηγητή ενοικιαστή, εγκαταστάθηκε το τοπικό αρχηγείο τους. Ανάμεσα στις βλοσυρές φυσιογνωμίες των  κατακτητών, βρισκόταν και ένας Αυστριακός αξιωματικός ο Ιωσήφ, όπως τον αποκαλούσαν οι μεγαλύτεροι, που έδειχνε ευγενικός και φιλικός προς τους γείτονες. Αυτός λοιπόν ο αξιωματικός, με εφοδίαζε κρυφά με μολύβια και διάφορα έντυπα που χρησιμοποιούσα για τις σχολικές μου ανάγκες, αφού η αγορά γραφικής ύλης ήταν πολύ δύσκολη  έως  αδύνατη.
Κάποια μέρα που ο Ιωσήφ ήταν υπεύθυνος αξιωματικός μιας φάλαγγας  με  καύσιμα, σημειώθηκε ανάφλεξη ενός βυτίου μεταφοράς βενζίνης στο κέντρο της πόλης και εκείνος, όρμησε προς το φλεγόμενο βυτίο και το πυροβόλησε  επανειλημμένα, ώστε να διαχυθεί το  περιεχόμενο και να προλάβει  μια καταστροφική έκρηξη. Το αποτέλεσμα ήταν θετικό για την πόλη, που γλύτωσε με περιορισμένες τοπικές ζημιές, ο ίδιος όμως έπαθε πολλαπλά εγκαύματα. Οι γυναίκες της γειτονιάς προσπάθησαν να απαλύνουν  τον πόνο του με διάφορα γιατροσόφια, μέχρι να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Αργότερα μάθαμε ότι,  ο Ιωσήφ, που στο μεταξύ, είχε δείξει τις αντιναζιστικές  διαθέσεις του, έχασε τη ζωή του σε ναυάγιο κατά τη μεταφορά του στην Αίγυπτο.               
                                                                                    
Συνέπεια της κατοχής ήταν η ανέχεια και η πείνα που σκότωνε καθημερινά τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τα παιδιά. Το καθημερινό μας γεύμα  αποτελούσαν  διάφορες παραλλαγές από χόρτα του βουνού και του κάμπου, σε σημείο να ανταγωνιζόμαστε τα  υπόλοιπα φυτοφάγα ζώα. Ένα άλλο τακτικό έδεσμα της εποχής , ήταν και το  ''κατσαμάκι''. Ένα ιδιοσκεύασμα από καλαμποκάλευρο και νερό, αφού το λάδι ήταν σπάνιο ακόμα και στην ελαιοπαραγωγό αυτή περιοχή. Συγκρατώ ένα ειδικό Πασχαλιάτικο γεύμα, με πράσα ‘’φλαμπέ’’, δηλαδή πράσα αλευρωμένα στο τηγάνι, σβησμένα με μπόλικο  ξύδι. Για ένα πιάτο φαγητού πουλήθηκαν τότε σπίτια και άλλα περιουσιακά στοιχεία και όπως αντιλαμβάνομαι τώρα, ακόμα και προσωπικές και οικογενειακές υπολήψεις  για την εξασφάλιση του επιούσιου. Διαπίστωσα όμως ότι οι περισσότεροι μαυραγορίτες επέπλευσαν και μετά την απελευθέρωση, κρατώντας και τις περιουσίες που οικειοποιήθηκαν!!!
                                                                                    
Θυμάμαι ακόμα το φωτεινό πρόσωπο του πατέρα μου, όταν, για αμοιβή της εργασίας του κάποιων ημερών, ως οικοδόμου, επέστρεψε αργά το βράδυ στο σπίτι και μας φώναξε να δούμε το περιεχόμενο του περιτυλίγματος μιας παλιάς εφημερίδας. Ήταν ένα κομμάτι , περί τη μισή οκά, μαυρισμένο κρέας. Το πανηγυρίσαμε οικογενειακώς, αφού είχαμε σχεδόν ξεχάσει  και την όψη του και ο γιατρός μας το είχε συστήσει - για τα παιδιά τουλάχιστο - λόγω αβιταμίνωσης. Οι γονείς μας ούτε που το δοκίμασαν, για να μη μας το στερήσουν. Πολύ αργότερα όμως  μάθαμε , ότι το ''αρνάκι'' που αντιπροσώπευε κάποια μεροκάματα του πατέρα μου........ήταν σκύλος και μάλιστα  γείτονας και προφανώς κ' αυτός  πεινασμένος. Δεν ξέρω αν και πόσες βιταμίνες πήραμε, εγώ κι ο αδελφός μου από  την κατανάλωση του  ‘’άσαρκου'' αυτού ζώου. Από τότε  όμως, πολύ δύσκολα περνούσα κοντά από το σπίτι  του ''σκυλοφονιά ’’, από φόβο και αποτροπιασμό.
         Πώς να ξεχάσω  την πείνα και τα θύματά της και πως, με τα χόρτα που μαζεύαμε,  εξασφαλίζαμε  την επιβίωσή μας. Παίρναμε επίσης κι ένα μικρό χρηματικό ποσό από την πώλησή τους  όσο - όσο στα δυο μαγεριά της πόλης, και ξεγελούσαμε τη δυστυχία μας. Η ντροπή που ένοιωθα παζαρεύοντας τα χόρτα με τους μαγαζάτορες [αφού η μητέρα μου με παραμόνευε από απόσταση], με έκανε να σιωπώ ακόμα και όταν με ‘’έκλεβαν’’ στο ζύγι ή στην τιμή. Η συναλλαγή γινόταν μπροστά σ’ όλους τους πελάτες των μαγαζιών κι εγώ  βιαζόμουν να εξαφανισθώ από τα μάτια τους για να περισώσω την όση περηφάνια μου είχε απομείνει. Ντρεπόμουν που ο πατέρας μου ήταν στο ‘’μέτωπο’’ υπερασπιζόμενος την Πατρίδα και εγώ, επτάχρονος ακόμα, που τον εκπροσωπούσα στην κοινωνία, πάλευα μαζί με τη μητέρα μου, όπως τόσα και τόσα άλλα παιδιά της ηλικίας μου, για την επιβίωση της οικογένειας. Το τραγικό ήταν ότι δεν ένοιωθαν ανάλογη ντροπή όσοι εκμεταλλεύονταν αυτή μου την προσπάθεια και ακόμα χειρότερο ότι έπρεπε, όπως μου έλεγε η μητέρα μου, να τους λέω και ‘’ευχαριστώ’’, για να μην του χάσω από πελάτες.
                                                                                    
 Η  γενικευμένη αυτή ανέχεια ένωνε τους ανθρώπους ακόμα περισσότερο. Θυμάμαι  τα γειτονόπουλα με τα οποία μοιραζόμασταν τα πάντα για να κρατηθούμε στη ζωή. Ο Μανώλης, ο Θόδωρος και ο Νίκος που ήταν και οι πλησιέστεροι ηλικιακά , αποτελούσαν την καθημερινή συντροφιά. Κάποια  μέρα,  ο Νίκος έκανε μια ''ζαβολιά''. Έφαγε το φιτίλι  από το λυχνάρι της μητέρας μου. Το λυχνάρι αποτελούσε τότε το μοναδικό μέσο φωτισμού και θυσιάζαμε γι’ αυτό ένα μέρος από το ελάχιστο ελαιόλαδο που διαθέταμε. Ο Νίκος λοιπόν έφαγε το φιτίλι  για τα αναγκαία  θρεπτικά του συστατικά , και θεωρήθηκε αυτό ζαβολιά γιατί δεν το μοιράστηκε μαζί μας. Αμέτρητα  άλλα παρόμοια περιστατικά χαρακτήριζαν εκείνη την εποχή,  ένα ήταν όμως, το κοινό γνώρισμα του συνόλου σχεδόν του πληθυσμού. Η αλληλεγγύη των ανθρώπων στα ευχάριστα και τα δυσάρεστα και η προσμονή ή μάλλον η βεβαιότητα ότι όλα αυτά θα περάσουν και  θα έρθουν καλύτερες μέρες για όλους μας.
Κάτι ακόμα σχετικό, που έμεινε ση μνήμη μου. Μια άγνωστή μου τότε Κυρία, με βρήκε στο δρόμο και μου ζήτησε να την ακολουθήσω στο σπίτι της, πράγμα που έκανα ευχαρίστως αφού μου εξήγησε και τις προθέσεις της. Φόρτωσε σε ένα γάιδαρό της  δυο τσουβάλια σιτάρι, που όπως μου είπε, αποτελούσε οικογενειακό της χρέος για οικοδομικές εργασίες του πατέρα μου, που συμπτωματικά βρισκόταν στο αλβανικό μέτωπο μαζί με τον σύζυγό της.
       Την ίδια εποχή  αισθάνθηκα και τη σημασία της ''σχετικής δυστυχίας'', όταν έβλεπα επί τρείς ημέρες ένα ταλαίπωρο  Αθηναίο, που είχε φθάσει ως εδώ  στην προσπάθειά του να  εξασφαλίσει  φαγητό, να ξεψυχάει, ακουμπισμένος  στη βορεινή πλευρά της εξωτερικής μάντρας του '' 'Αι Θανάση'', φωνάζοντας, στην αρχή δυνατά και σιγά-σιγά όλο και πιο άτονα .......... ,''πεινάω, πεινάω, πειν....''.Το τελευταίο δεν μπόρεσε να το τελειώσει, αφού  τον πρόλαβε ο θάνατος. Ίσως  έτσι και να ''απαλλάχτηκε''  από τη συνέχεια του μαρτυρίου της πείνας του. Η θέα όμως των ανθρώπων να πεθαίνουν από πείνα ή τη φασιστική αγριότητα αποτελούσε σχεδόν καθημερινότητα και δεν τρόμαζε ούτε τα παιδιά.
       Και εγώ – μικρό παιδί ακόμα - έψαχνα για τα σπάνια τη χρονιά αυτή χόρτα να επιζήσω , με τη μητέρα και τον μικρότερο αδελφό μου -αφού ο πατέρας μου δεν είχε ακόμα επιστρέψει από την ''Αλβανία''. Την εποχή εκείνη δεν ήξερα, μπορεί και να μην καταλάβαινα,  γιατί πέθαινε  αυτός ο άνθρωπος και ασφαλώς δεν ήταν ο μόνος. Γιατί δεν ανταποκρινόταν κάποιος στη ''επιθανάτια''  επίκληση βοήθειας των συνανθρώπων του; Αργότερα συνειδητοποίησα, χωρίς και να το δικαιολογώ απόλυτα, ότι κι' αυτοί προσπαθούσαν να επιζήσουν, εξοικονομώντας τα ελάχιστα υπάρχοντά τους για το άγνωστης διάρκειας ζοφερό τους μέλλον.
       Εξακολουθώ  όμως να αισθάνομαι τύψεις που δεν ''μπόρεσα'' να κάνω κάτι για να σωθεί αυτός ο πεινασμένος κι ας υπήρχαν τότε άπειροι όσοι στην ίδια κατάσταση. Στη μνήμη αυτού του άγνωστου θύματος του 1941, αφιερώνω αυτό το κομμάτι της αφήγησής μου, χωρίς να θέλω μ' αυτόν  τον τρόπο να ξεφύγω από τις τύψεις και τις ενοχές μου.
          Τα πρώτα σχολικά μας χρόνια - με τις απουσίες να είναι πολλαπλάσιες των παρουσιών - ήταν απλά μια διαφυγή από την τόσο οδυνηρή πραγματικότητα και κυρίως την πείνα. Μα θα μου πείτε ..... στο σχολείο δεν πεινούσατε; Και βέβαια πεινούσαμε αλλά ομαδικά. Συμμεριζόμασταν ο ένας το πρόβλημα του άλλου, ακόμα και την πείνα. Υπήρχε όμως και το σκασιαρχείο ''για ιερό σκοπό''. Δηλαδή το ’’σκάγαμε’’ για βοσκή. Ναι, όπως το ακούτε . Βοσκούσαμε σαν τα πρόβατα στους γειτονικούς αγρούς, χωρίς τις δικαιολογημένες,  από ανασφάλεια , απαγορεύσεις των γονιών μας. Και οι Δάσκαλοι επέτρεπαν κάτι ανάλογο; Το επέτρεπαν,  αλλά είχαν και το νου τους. Άλλωστε έπρεπε να επιλέξουν το σπουδαιότερο αγαθό και αυτό ήταν η επιβίωσή μας.                     
Τώρα, που σαν συνταξιούχος εγκαταστάθηκα μόνιμα στη γενέτειρά μου, με πολλή νοσταλγία βλέπω τις ''μονοκαρύδες'', τους επιμελώς κρυμμένους στο έδαφος μικρούς καρπούς, με το χαρακτηριστικό μπλε λουλουδάκι σε σχήμα μικρού χωνιού. Πόσο άνοστοι μου φαίνονται  οι καρποί αυτοί, που αποτελούσαν κάποτε τον κυριότερο στόχο της κατοχικής μας βοσκής .
      Στο Δημοτικό σχολείο, που συχνά  απουσιάζαμε από ανασφάλεια των γονιών μας που μας κρατούσαν στο σπίτι, ευτυχήσαμε να έχουμε θαυμάσιους Δασκάλους. Μάθαμε πολλά και κυρίως χρήσιμα και πρακτικά. Οι Δάσκαλοι, μας μεταφέρανε την προσωπική τους εμπειρία και τον παραδειγματισμό. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις δίπλα σου  τόσο ωραία πρότυπα και να τους δικαιολογείς ακόμα και την αυστηρή τιμωρία. Καταλαβαίναμε όμως όλοι οι μαθητές ότι μέσα στο άναρχο μέχρις ασυδοσίας περιβάλλον που ζούσαμε, έπρεπε κάποιος να '' μας σφίξει τα λουριά'', και  να μας συγκρατήσει σ' έναν τρόπο συμπεριφοράς αποδεκτό στην κοινωνία.

‘’’’ Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, την επομένη της επιστροφής του   πατέρα μου  από τον Αλβανικό μέτωπο, ακούσαμε τον ανατριχιαστικό ήχο από τις σειρήνες που προειδοποιούσαν για την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πόλη. Η μητέρα μου, αφού εμπιστεύτηκε τον μικρότερο αδελφό μου σε μια γειτόνισσα,  με κάλεσε να την ακολουθήσω στο βουνό για να ειδοποιήσουμε τον πατέρα μου που βρισκόταν εκεί πολύ νωρίς για να εξασφαλίσει καυσόξυλα για τη θέρμανση του σπιτιού. Ούτε εγώ κατάλαβα πώς βρέθηκα τόσο ψηλά – πίσω από τη ράχη – και ειδοποιήσαμε τον πατέρα μας να φύγει προς αντίθετη κατεύθυνση, για να αποφύγει τη σύλληψη.
 Κατά την επιστροφή – που οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την ταράτσα του Σχολείου που τους παρείχε θέα ολόπλευρα –άρχισαν να πολυβολούν προς το μέρος μας και για πρώτη φορά στην ηλικία μου, άκουγα καθαρά το κροτάλισμα των βλημάτων στους κορμούς των δέντρων που μας κάλυπταν. Φθάνοντας στο σπίτι, που ήταν  στα όρια του δάσους, βρήκαμε τους κατακτητές να κάνουν έλεγχο του εσωτερικού του. Η μητέρα μου, πιστεύοντας ότι επρόκειτο για Ιταλούς,  με παντομίμα και μιμούμενη τις φωνές της κότας έδειχνε ότι ήθελε να τους προσφέρει αυγά, που αποτελούσαν την αδυναμία τους, προσπαθώντας παράλληλα να τους αποσείσει την προσοχή από τον κήπο, στον οποίο είχε παραχώσει όλα τα μπακίρια της προίκας της. Τελικά ο έλεγχος τελείωσε χωρίς συνέπειες , με τους Γερμανούς να διατηρούν τη βλοσυρότητά τους. Μαζέψαμε και τον μικρότερο αδελφό στο σπίτι και κάναμε σχέδια να μετακομίσουμε κρυφά σε μια περιοχή λίγων χιλιομέτρων έξω από την πόλη, που αποτελούσε γεωργικές εκτάσεις με τρεις μικρούς στεγασμένους χώρους συγγενών της μητέρας μου, για την αποθήκευση των εργαλείων. Πρόκειται για την περιοχή Σχοινέικα, όπου  βρισκόταν ήδη και ο πατέρας μου.

Την επομένη, προσποιούμενοι ότι μαζεύουμε άγρια χόρτα, ξεπεράσαμε τους γερμανικούς ελέγχους και βρεθήκαμε στο νέο μας στέκι όπου είχαν φθάσει  συγγενείς και μη περίπου 100 άτομα ανάμεσα στους οποίους  και δυο εβραϊκές οικογένειες. Στη διάρκεια της ημέρας κρυβόμαστε μέσα στα βάτα της ρεματιάς  για να μη μας βλέπουν από τα πλοία στην απέναντι θάλασσα και τα αεροσκάφη και  το βράδυ - κάποιοι τολμηροί – πήγαιναν στα σπίτια και έπαιρναν ότι διέθετε ο καθένας, κότες, κουνέλια, λάδι, αλεύρι κλπ. Αυτό κράτησε μήνες και το σύστημα του καταυλισμού οργανώθηκε από τους εμπειρότερους. Δυο τολμηροί έφηβοι βρίσκονταν εκ περιτροπής σκαρφαλωμένοι σε δυο ψηλές λεύκες και από εκεί κατόπτευαν τη διαδρομή προς την πόλη για το ενδεχόμενο γερμανικών κινήσεων. Ο πατέρας μου ,σαν οικοδόμος, έκτισε έναν υπαίθριο φούρνο για το ψωμί του ‘’στρατοπέδου’’ και βοήθησε στην αναστήλωση μιας  εκκλησούλας για τις θρησκευτικές μας ανάγκες [ με πολλές βελτιώσεις εξακολουθεί να λειτουργεί κάθε χρόνο στις 9 Μαΐου ].

Την ημέρα ήταν όλοι σκορπισμένοι στα πέριξ, με εξαίρεση μικρά παιδιά και ασθενείς, που διέμεναν εκ περιτροπής στα επισκευασμένα τρία μικρά σπιτάκια και το βράδυ!! Ναι σχεδόν κάθε βράδυ γινόταν χορός στο αλώνι της περιοχής με αστεία και προσβλητικά ενίοτε πειράγματα, για να προκαλέσουν το γέλιο ακόμα και την καλοπροαίρετη χλεύη, ώστε να ξεχαστεί – έστω και στιγμιαία – το χάλι μας. Θυμάμαι τους καημένους τους Εβραίους που μετείχαν στην εκδήλωση μέσα από το φύλλωμα μιας τεράστιας μουριάς, στην οποία είχαν σκαρφαλώσει .Κάποια στιγμή τελείωσαν οι προμήθειες και κάποιοι μεγαλύτεροι έβαλαν στο μάτι κάποιο από ελάχιστα πρόβατα που διέθετε ο τελευταίος επιζών από τους τρεις παππούδες, ο Θανάσης. Εκείνος σαν τάκουσε πήρε τα ζωντανά του και έκανε πέρα. Με πολλά παρακάλια και κάποιους εκβιασμούς υποχώρησε, αφήνοντας στην κοινή χρήση μια γριά προβατίνα, που όλα τα πόδια της είχαν σκουληκιάσει. Με το σαπισμένο αυτό σαρκίο της πήραμε τις βιταμίνες μας όλα τα παιδιά και ίσως αυτή η μικρή προσφορά να βοήθησε το παιδομάνι, που υπέφερε από αβιταμίνωση.
Κατά την επιστροφή μας στην πόλη, θυμάμαι ένα αγαπητό γιατρό για όλους μας και ιδιαίτερα τα παιδιά. Όχι απλώς δεν χρέωνε επίσκεψη αλλά χάριζε και δωράκια στους μικρούς ασθενείς του. Το θεωρώ υποχρέωσή μου  να θυμίσω το όνομά του  [Βελόπουλος], η γυναίκα του ήταν Γερμανίδα όπως και η γκουβερνάντα των δυο παιδιών του και οι δυο τους είχαν μεσολαβήσει αμέτρητες φορές στα κατοχικά στρατεύματα και απελευθέρωσαν πολλούς κρατούμενους , ανάμεσα τους και δυο φορές τον πατέρα μου. Ο άνθρωπος αυτός βρέθηκε νεκρός σε ένα πηγάδι και οι απόψεις για τον θάνατό του εξακολουθούν να διίστανται.  Προσωπικά, γνωρίζοντας καλά τα γεγονότα της εποχής, δεν μπορώ να δεχθώ ή να απορρίψω καμιά εκδοχή.


Έχω αμέτρητες ακόμα ανάλογες και πέρα για πέρα πραγματικές ιστορίες, αλλά θα σταματήσω διότι θέλω να κρατήσω και κάποιες  αποκλειστικότητες για τον Άγιο Πέτρο  που θα με περιμένει πώς και πώς να μάθει τα καθέκαστα πιστών τε και απίστων!!!
         Μέσα  σ' αυτόν στον ορυμαγδό των γεγονότων, έπρεπε να βρεθούν τρόποι και διαδικασίες για ξανάσασμα και, έστω και μερική, εκτόνωση και ''φυγή'' από την τόσο δεινή πραγματικότητα. Αυτή τη δυνατότητα μας έδιναν οι θεατρικές παραστάσεις. Η μικρή λοιπόν αυτή κωμόπολη είχε το θέατρό της, που έδινε καθημερινές κανονικές παραστάσεις και  όχι  ''αρπαχτές’’.
      Ο θίασος γνωστού ηθοποιού, του Βασίλη Στρατηγού, εγκατεστημένος μόνιμα σε μια σκηνή, δίπλα στην εκκλησία του Αι-Θόδωρου, στο κέντρο της Αταλάντης, και με συμπρωταγωνιστές τα παιδιά του, Ρένα, Αλέκα, Στέλλα και Στέφανο, μας ταξίδευαν στην Ελληνική δραματουργία και μας έβαζαν,  νοερά , στο δίλημμα της επιλογής ανάμεσα στο δράμα της Γκόλφως και της Μαρίας Πενταγιώτισας ή αυτό που βιώναμε πραγματικά. Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι γελούσαμε με τα επί σκηνής διαδραματιζόμενα και μάλλον όχι από  έλλειψη θεατρικής παιδείας. Ήταν  τόσο δραματικά τα γεγονότα που ζούσαμε καθημερινά, ώστε η σύγκριση με ανάλογα θεάματα ή αναγνώσματα ήταν συντριπτικά άνιση. Εδώ λοιπόν, η σκληρή πραγματικότητα ξεπερνούσε ακόμα και τη φαντασία των πιο δραματικών συγγραφέων και άγγιζε τα όρια της τραγικότητας.       
      Η τιμή του οικογενειακού  εισιτηρίου - γιατί εκεί όλα ήσαν οικογενειακά  - ήταν ένα αβγό ή πιο σπάνια μια οκά σιτάρι ή καλαμπόκι, για τα διαρκείας. Η έντιμη αυτή συναλλαγή, κυριολεκτικά έντιμη εκατέρωθεν, αφού και η ποιότητα των παραστάσεων ήταν καλή αλλά και η ανταπόκριση του κοινού προς τους καλλιτέχνες - μέσα και έξω από  το θέατρο - ήταν ανάλογη.  Αυτό βοήθησε γενικότερα , το θέατρο και τούς ηθοποιούς αλλά, περισσότερο το κοινό να ξεφύγει από τη μιζέρια του και να αναβαθμισθεί πολιτιστικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για την ελληνική επαρχία της εποχής, αποτελούσαν πολιτιστική και εκπαιδευτική εμπειρία  τα πολυπαιγμένα αυτά θεατρικά έργα.
        Σημαντικές ήσαν και οι παραστάσεις του Θεάτρου Σκιών. Εκτός των άλλων θετικών στοιχείων, εύκολα διέκρινε κανείς την ηρωική μορφή του Καραγκιόζη και τον τρόπο που αντιμετώπιζε και κατατρόπωνε   τούς αντιπάλους του αλλά κυρίως την  πείνα του. Αχ αυτή η πείνα, είχε καταντήσει έντονη εμμονή στους ανθρώπους της γενιάς μου και ίσως γι’ αυτό ή κυρίως γι' αυτό, όταν μας δόθηκε η ευκαιρία, ''το ρίξαμε ομαδικά στο φαγοπότι'', με τελικό αποτέλεσμα την παρατηρούμενη παχυσαρκία των νεο-Ελλήνων. Για πολλά χρόνια αποτελούσε απωθημένο των γονιών να υπερτρέφουν τα παιδιά τους, να τους δίνουν δηλαδή, απλόχερα και πλουσιοπάροχα, αυτό που οι ίδιοι είχαν στερηθεί επί μακρόν.
Άφησα σκόπιμα τελευταίο  το στυγερότερο έγκλημα που διέπραξαν τα κατοχικά στρατεύματα στην πόλη μας. Διαπράχτηκε από θρασύδειλους Ιταλούς που την είχαν πρόσφατα εγκαταλείψει  και επέστρεψαν αιφνιδίως στις 29 Μαΐου 1943 και δολίως  συνέλαβαν και εκτέλεσαν στη θέση ‘’περιβολάκια’’ 9  συμπατριώτες μας. Δεν σβήνουν από το μυαλό μου τα αραδιασμένα φέρετρα στην πλάγια είσοδο της εκκλησίας του Αι-Θόδωρου και την οδύνη των συμπολιτών μας, αφού οι δολοφόνοι είχαν σπεύσει να εξαφανιστούν. Η μνήμη τους εξακολουθεί να τιμάται ιδιαιτέρως και να θυμίζει τα τελευταία σχεδόν θύματα των Ιταλών στην πόλη μας,  που καταδεικνύει τη δειλία  και τον ανέντιμο τρόπο που ενήργησαν τα ειδεχθή αυτά θρασίμια.
Σαν να μην αρκούσαν όλα αυτά τα δεινά επακολούθησε και ο εμφύλιος πόλεμος, που κατέδειξε ότι σαν λαός δεν υστερούμε σε βαρβαρότητα, προκειμένου να επιβάλουμε τις όποιες ιδεοληψίες μας. Αυτό όμως αποτελεί χωριστό κεφάλαιο και ίσως μας απασχολήσει  εις το μέλλον.
 Αντώνης Ταρνανάς

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

ΦΩΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ




Παρακολουθώντας τους πολιτικούς διαλόγους στον ναό της δημοκρατίας των τελευταίων ημερών και όχι μόνο, πολλές φορές αισθάνθηκα την ανάγκη να πω και τη δική μου άποψη , ίσως γιατί πιστεύω ότι έχω και εγώ αυτό το δικαίωμα ή ότι τυπικά τουλάχιστον αποτελεί  καθήκον μου. Προσπάθησα να φέρω στη σημερινή πραγματικότητα τον απολογητικό λόγο του Λυσία  ‘’ Υπέρ Του Αδυνάτου’’ , για έναν αδύνατο ο οποίος είχε θεωρηθεί ικανός και συνεπώς δεν εδικαιούτο τα ‘’κεκανονισμένα’’ κρατικά βοηθήματα. Δεν ξέρω αν αυτό σας θυμίζει κάτι σύγχρονο, σημειώνω όμως ότι η συγκεκριμένη δίκη έγινε λίγο μετά την πτώση  των τριάκοντα τυράννων στην Αθήνα. Το σημαντικό χαρακτηριστικό της απολογίας αποτελεί η γνωστή απροσδόκητη φράση:  «Δεν απέχω πολύ από τα να χρωστώ ευγνωμοσύνη στον κατήγορο, επειδή μου ετοίμασε αυτή εδώ τη δίκη μου δίνεται η αφορμή να λογοδοτήσω για τη ζωή μου» η οποία προκαλεί την προσοχή των βουλευτών - κριτών του και δημιουργεί την συμπάθειά τους.

Είμαι συνταξιούχος στα 86 μου  και δεν επιδιώκω τη συμπάθεια κανενός ούτε και περιμένω οποιαδήποτε βελτίωση της ποιότητας  της ζωής μου. Ακόμα και αν εγκριθεί και αποφασιστεί η  καταβολή των αναδρομικών συντάξεων που μου υπεξαίρεσαν, δεν θα προλάβω την εξόφληση των δόσεών τους και αμφιβάλλω ακόμα και αν θα είμαι  σε θέση να ΄΄μασώ΄΄ την τροφή μου. Συνεπώς η όλη μου προσπάθεια είναι παντελώς άδολη, όπως άδολη και απόλυτα ειλικρινής θα είναι και η καταγραφή των γεγονότων που θα ακολουθήσουν, μέρος των οποίων μπορεί να αποτελεί και επανάληψη. Εγώ πάντως θα τα πω με κάθε παρρησία, χωρίς φόβο και πάθος και όποιος έχει τα ΄΄κότσια΄΄ και το επιθυμεί , ας αναλάβει τη σκυτάλη για να προλάβει  επανάληψή τους  και στο μέλλον.

Αρχίζω με τις γνωστές πολιτικές πομφόλυγες για Δεξιά, Αριστερά, Πρόοδο, Δημοκρατία και κυρίως ηθική, αφού εν τω μεταξύ ΧΑΡΙΣΑΝ το ‘’ Πατρίδα, Θρησκεία και Οικογένεια’’ στα φασιστοειδή της ακροδεξιάς, ενώ αυτά  υπήρξαν τα κύρια στοιχεία συγκρότησης της  θρησκευόμενης ελληνικής οικογένειας. Με όλα αυτά μας γυρνάνε  σε εποχές που προσπαθούμε να ξεχάσουμε, για να  αγγίξουμε τη ‘’στοχευόμενη’’ κανονικότητα, που ευδοκιμεί  στις Ευρωπαϊκές χώρες των  ‘’εταίρων’’ μας. Παραμύθια!!! Όσοι έχουν ζήσει σ’ αυτές τις χώρες, όπως   πολλοί από τους πολιτικούς μας – μερικοί μάλιστα έκαναν εκεί και χοντρό κομπόδεμα, κατά το πόθεν έσχες που δημοσιεύτηκε εσχάτως – ξέρουν την αλήθεια , αλλά αρνούνται να την ομολογήσουν, για να μη δυσφημίσουν το εμπόρευμα που διαλαλούν στο πόπολο!!!

Θα συνεχίσω με τις πρόσφατες μπουρδολογίες που ακούστηκαν στη Βουλή, στα πλαίσια της συνταγματικής αλλαγής και ιδιαίτερα  όσον  αφορά την κρατούσα θρησκεία, που φαίνεται πόσο πολύ ενοχλεί εκείνους που δηλώνουν μεν άθεοι -και δικαίωμά τους – προσπαθούν όμως να επιβάλουν τις μειοψηφικές απόψεις τους με κάθε τρόπο. Κάποια κυρία βουλευτής του Σύριζα, επικαλέστηκε κυρίως την ιδιότητα της ιστορικού ,για να αποδείξει πόσο λάθος είναι η παραμονή αυτής της διατύπωσης περί κρατούσης θρησκείας, κάνοντας μας όμως τη χάρη να μας επιτρέπει – όπως δήλωσε -  να λατρεύουμε  ‘’ελεύθερα’’ τον Θεό της αρεσκείας μας.

 Και αν ακόμα ήθελα να συμμεριστώ τους συλλογισμούς της , δεν με αφήνουν να το πράξω  ανάλογοι και σχετικά πρόσφατοι  άλλης τέως βουλευτού και επίσης ιστορικού της αριστεράς, που απέδιδε την καταστροφή της Σμύρνης, σε συνωστισμό των Ελλήνων να μπουν στα καράβια της φυγής. Λέγεται μάλιστα ότι  έφυγε από την αίθουσα του κοινοβουλίου όταν η Πρόεδρος ζήτησε να τηρηθεί ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των Ποντίων!!! Αυτοί οι ανιστόρητοι ισχυρισμοί  προερχόμενοι από επαγγελματίες  επιστήμονες θα πρέπει ενδεχομένως να προβληματίσουν τα ανεξάρτητα πανεπιστήμιά μας, διότι στα όρια του δήθεν προοδευτικού διεθνισμού και της ανεξιθρησκίας, ίσως δίνουν και επιχειρήματα σε όσους επιβουλεύονται τη θέση της χώρας μας στο διεθνές πολιτικό και θρησκευτικό γίγνεσθαι!!! Είναι άλλωστε γνωστές  οι προθέσεις ξένων αυτοκέφαλων εκκλησιών που, βγαίνοντας από τον κομμουνιστικό παράδεισο,  θέτουν υπό αμφισβήτηση  ακόμα και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, διεκδικώντας τα πρωτεία του!! Λέτε ο μαρξισμός  να εξέθρεψε και ακροδεξιά φασιστικά στοιχεία ;; Τότε γιατί συνεχίζεται η προβολή του,  με τη συνδρομή και κάποιων σοσιαλιστικών υπολοίπων των πάλαι ποτέ μελών των ΑΝΕΛ, ο ηγέτης των οποίων, ‘’αφού έκανε τη δουλειά’’ έγινε λαγωός !!!

Όσον αφορά τους λοιπούς όψιμους κουλτουριάρηδες, απελθόντες δημοτικούς άρχοντες, που ενισχύουν τη φυλλορροούσα τέως προοδευτική και σοσιαλιστική ποικιλώνυμη παράταξη, με άφησαν άναυδο. Αυτοί έφθασαν στο σημείο να συμμερίζονται τις αμφισβητήσεις του Σύριζα  ‘’ με τον Σταυρό στο χέρι’’. Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απωλέσαι !!!

Παρασυρμένος από τις αναφορές στους ιστορικούς του παρόντος, θα σας επαναλάβω ότι την ιστορία τη γράφουν γεγονότα και τη γνωρίζουν καλύτερα παντός άλλου εκείνοι που τη βίωσαν προσωπικά, ενώ οι επιστήμονες του είδους  κάνουν τις επιλογές των πηγών τους. Θα σας διηγηθώ λοιπόν μερικά αποσπάσματα της ιστορίας μας – που μπορεί να μην είναι απόλυτα σχετικά με τα προηγούμενα – αποτελούν  όμως πραγματική ιστορία, που η μη τηρηθείσα κάποτε συμφωνία περί λήθης, με αποδεσμεύει ηθικά να πω και τη δική μου αλήθεια. Θα πω την ιστορία ωμά , όπως την έζησα, χωρίς φτιασιδώματα και καιροσκοπικές προβολές της στο μέλλον, επιλέγοντας στην αρχή την αποσπασματική της καταγραφή και αν χρειασθεί θα επανέλθω. Αναφέρομαι σε κάποια γεγονότα της δεκαετίας του 1940, όπως πραγματικά τα έζησα και αργότερα μου τα επιβεβαίωσαν και επώνυμα πρωτοκλασάτα στελέχη του Μπούλκες, ενός μικρού χωριού της Γιουγκοσλαβίας στο οποίο κατέφυγαν το 1949 ,από τον Γράμμο και το Βίτσι οι ηττημένοι του εμφυλίου. Με τα στελέχη αυτά με έφερε σε επαφή ο ένδοξος Στρατηγός του Ρίμινι Θρασύβουλος Τσακαλώτος,  ως επί τιμή Πρέσβης της Ελλάδας στο Βελιγράδι, κατά την πρώτη εκτός της χώρας μας υπηρεσία μου, υπό τας διαταγάς του. Θα αποφύγω –  όσο μπορώ – ταυτοποιήσεις  με σύγχρονες συνωνυμίες του, που μπορεί και να μην ενδιαφέρουν!!!

‘’’’ Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, την επομένη της επιστροφής του   πατέρα μου  από τον Αλβανικό μέτωπο, ακούσαμε τις εφιαλτικές σειρήνες να προειδοποιούν για την είσοδο των κατακτητών στην πόλη μας. Η μητέρα μου – αφήνοντας τον μικρότερο αδελφό μου σε μια γειτόνισσα, με κάλεσε να την ακολουθήσω στο βουνό για να ειδοποιήσουμε τον πατέρα μου που βρισκόταν εκεί πολύ νωρίς για να εξασφαλίσει καυσόξυλα για τη θέρμανση του σπιτιού. Ούτε εγώ κατάλαβα πώς βρέθηκα τόσο ψηλά – πίσω από τη ράχη – και ειδοποιήσαμε τον πατέρα μας να φύγει προς αντίθετη κατεύθυνση, για να αποφύγει τη σύλληψη. Κατά την επιστροφή – που οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την ταράτσα του Σχολείου που τους παρείχε θέα ολόπλευρα –άρχισαν να πολυβολούν προς το μέρος μας και για πρώτη φορά στα έξι μου χρόνια, άκουγα καθαρά το κροτάλισμα των βλημάτων στους κορμούς των δέντρων που μας κάλυπταν. Φθάνοντας στο σπίτι, που είναι στα όρια του δάσους, βρήκαμε τους κατακτητές να κάνουν έλεγχο του περιεχομένου. Η μητέρα μου, πιστεύοντας ότι επρόκειτο για Ιταλούς,  με παντομίμα και μιμούμενη τις φωνές της κότας έδειχνε ότι ήθελε να τους προσφέρει αυγά, που αποτελούσαν την αδυναμία τους, προσπαθώντας παράλληλα να τους αποσείσει την προσοχή από τον κήπο, στον οποίο είχε παραχώσει όλα τα μπακίρια της προίκας της, Τελικά ο έλεγχος τελείωσε χωρίς συνέπειες , με τους Γερμανούς να διατηρούν τη βλοσυρότητά τους. Μαζέψαμε και τον μικρότερο αδελφό στο σπίτι κα κάναμε σχέδια να μετακομίσουμε κρυφά σε μια περιοχή λίγων χιλιομέτρων έξω από την πόλη, που αποτελούσε γεωργικές εκτάσεις με τρεις μικρούς στεγασμένους χώρους συγγενών της μητέρας μου, για την αποθήκευση των εργαλείων. Εκεί βρισκόταν ήδη και ο πατέρας μου.

Την επομένη, προσποιούμενοι ότι μαζεύουμε άγρια χόρτα, ξεπεράσαμε τους γερμανικούς ελέγχους και βρεθήκαμε στο νέο μας στέκι όπου είχαν φθάσει  συγγενείς και μη περίπου 100 άτομα ανάμεσα στους οποίους  και δυο εβραϊκές οικογένειες. Στη διάρκεια της ημέρας κρυβόμαστε μέσα στα βάτα της ρεματιάς  για να μη μας βλέπουν από τα πλοία στην απέναντι θάλασσα και τα αεροσκάφη και  το βράδυ - κάποιοι τολμηροί – πήγαιναν στα σπίτια και έπαιρναν ότι διέθετε ο καθένας [ κότες, κουνέλια, λάδι, αλεύρι κλπ]. Αυτό κράτησε μήνες και το σύστημα του καταυλισμού οργανώθηκε από τους εμπειρότερους. Δυο τολμηροί έφηβοι βρίσκονταν εκ περιτροπής σκαρφαλωμένοι σε δυο ψηλές λεύκες και από εκεί κατόπτευαν τη διαδρομή προς την πόλη για το ενδεχόμενο γερμανικών κινήσεων. Ο πατέρας μου ,σαν οικοδόμος, έκτισε έναν υπαίθριο φούρνο για το ψωμί του ‘’στρατοπέδου’’ και στην αναστήλωση μιας  εκκλησούλας για τις θρησκευτικές μας ανάγκες [ με πολλές βελτιώσεις εξακολουθεί να λειτουργεί κάθε χρόνο στις 9 Μαΐου ].

Την ημέρα ήταν όλοι σκορπισμένοι στα πέριξ, με εξαίρεση μικρά παιδιά και ασθενείς, που διέμεναν εκ περιτροπής στα επισκευασμένα τρία μικρά σπιτάκια και το βράδυ!! Ναι σχεδόν κάθε βράδυ γινόταν χορός στο αλώνι της περιοχής με αστεία και προσβλητικά ενίοτε πειράγματα, για να προκαλέσουν το γέλιο ακόμα και την καλοπροαίρετη χλεύη, ώστε να ξεχαστεί – έστω και στιγμιαία – το χάλι μας. Θυμάμαι τους καημένους τους Εβραίους που μετείχαν στην εκδήλωση μέσα από το φύλλωμα μιας τεράστιας μουριάς, στην οποία είχαν σκαρφαλώσει .Κάποια στιγμή τελείωσαν οι προμήθειες και κάποιοι μεγαλύτεροι έβαλαν στο μάτι κάποιο από ελάχιστα πρόβατα που διέθετε ο τελευταίος επιζών από τους τρεις παππούδες, ο Θανάσης. Εκείνος σαν τάκουσε πήρε τα ζωντανά του και έκανε πέρα. Με πολλά παρακάλια και κάποιους εκβιασμούς υποχώρησε, αφήνοντας στην κοινή χρήση μια γριά προβατίνα, που όλα τα πόδια της είχαν σκουληκιάσει. Με το σαπισμένο αυτό σαρκίο της πήραμε της βιταμίνες μας όλα τα παιδιά και ίσως αυτή η μικρή προσφορά να βοήθησε το παιδομάνι, που υπέφερε από αβιταμίνωση.

Στη διάρκεια που ζήσαμε στην κωμόπολη, θυμάμαι ένα αγαπητό γιατρό για όλους μας και ιδιαίτερα τα παιδιά. Όχι απλώς δεν χρέωνε επίσκεψη αλλά χάριζε και δωράκια στους μικρούς ασθενείς του. Το θεωρώ υποχρέωσή μου  να θυμίσω το όνομά του  [Βελόπουλος], η γυναίκα του ήταν Γερμανίδα όπως και η γκουβερνάντα των δυο παιδιών του και οι δυο τους είχαν μεσολαβήσει αμέτρητες φορές στα κατοχικά στρατεύματα και απελευθέρωσαν πολλούς κρατουμένους , ανάμεσα τους και δυο φορές τον πατέρα μου]. Ο άνθρωπος αυτός βρέθηκε νεκρός σε ένα πηγάδι και οι απόψεις για τον θάνατό του εξακολουθούν να διίστανται ΄Αλλοι τον αποδίδουν στο ΚΚΕ που τον θεωρούσε γερμανόφιλο και άλλοι σε δεξιούς ακραίους για να ενοχοποιήσουν τους αριστερούς. Προσωπικά, γνωρίζοντας καλά τα γεγονότα της εποχής, δεν μπορώ να δεχθώ ή να απορρίψω καμιά εκδοχή.

Ένα άλλο ευεργετικό σφάγιο που έφθασε στο τραπέζι μας ήταν μισή οκά από μαυρισμένο κρέας που έφερε ο πατέρας μου με κάθε μυστικότητα τυλιγμένο σε μια εφημερίδα και αποτελούσε την αμοιβή του για τρία μεροκάματα. Τελικά μάθαμε ότι επρόκειτο για τον αγαπημένο  ΑΖΟΡ, που έκτοτε εξαφανίστηκε από τη γειτονιά του σκυλοφονιά.

Φθάνω τώρα  και στον χειρότερο των προηγούμενων, τον εμφύλιο πόλεμο. Εκεί έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. προσωπικά τον πληροφορήθηκα σαν μια μικρή είδηση ότι μια ομάδα ανταρτών βίασαν μια κοπέλα που ερχόταν πεζή από το χωριό της Κυπαρίσσι στην Αταλάντη  [5-6 χιλιόμετρα]. Έκτοτε είχαμε καθημερινές σχεδόν εναλλαγές. Τη μια μέρα έμπαιναν οι αντάρτες – συνήθως το βράδυ από τα βουνά και την άλλη τα στρατιωτικά αποσπάσματα. Τη μια φορά μια ομάδα ανταρτών με ένα κεφάλι καρφωμένο σε ένα ξύλο και την άλλη η ίδια ακριβώς εικόνα με ομάδες εκκαθαρίσεων ανταρτών. Πολλά βράδια οι λιγοστοί χωροφύλακες οχυρωνόντουσαν στην ταράτσα του σχολείου κι οι αντάρτες τους πολιορκούσαν, πυροβολώντας τους με πολυβόλα και μπαζούκας η πίατ, ενώ η αγέρωχη φωνή  ενός Κρητικού της φρουράς τους λοιδορούσε μεγαλοφώνως μέσα στης νύχτας τη σιγαλιά με λόγια ακατονόμαστα και εκείνοι του  απαντούσαν με ακόμα χειρότερα. Σε μια νυχτερινή εισβολή των ανταρτών στην πόλη, ένα ‘’πρωτοπαλίκαρο’’ έσπευσε να ικανοποιήσει  τα νοσηρά απωθημένα του, να βιάσει τέως συμμαθήτριά του που  είχε αντισταθεί στη γοητεία του, όταν  επι τέλους τη βρήκα άοπλη  με τη  γερόντισσα μητέρα της.

Μια μέρα κλήθηκαν υποχρεωτικά στο προαύλιο του παλιού γυμνασίου όλοι οι κάτοικοι, της Αταλάντης. Εκεί οι γενειοφόροι διπλαρματωμένοι αντάρτες μας παρουσίασαν, γυμνούς και κουρεμένους γουλί, μια πόρνη εξ ανάγκης, τη γυναίκα ενός υπηρεσιακού παράγοντα της πόλης και έναν ομοφυλόφιλο με την κατηγορία ότι εκδίδονταν  και με Γερμανούς. Τους υποχρέωσαν να δηλώνουν εις επήκοον όλων ότι δεν θα ξανα ……… και τους ξυλοφόρτωναν. Ο ομοφυλόφιλος απέφευγε να απαντήσει κυριολεκτικά, προσφεύγοντας στην έκφραση ‘’συμφωνώ με αυτά που λέει ο κύριος’’, δεχόμενος  περισσότερη βία. Στο τέλος της σεμνής αυτής τελετής υποχρέωσαν όλους μας να τους φτύνουμε στο πέρασμά τους μπροστά μας και έτσι ικανοποίησαν και το ηθικό μέρος της ιδεολογίας τους,

Το 1947 νομίζω, οι μαθητές του Δημοτικού Σχολείου μας προαυλίζονταν μαζί με έναν  κομμουνιστή κρατούμενο – ονόματι Ρίζος θαρρώ – με ευθύνη ενός οπλοφόρου χωροφύλακα. Σε ένα διάλειμμα, τον είδαμε να τρέχει και να σκαρφαλώνει στο συρματόπλεγμα της περίφραξης του προαυλίου και ακούσαμε τον πυροβολισμό του φρουρού του. Εκείνος έπεσε νεκρός μπροστά στα μάτια όλων των μαθητών και οι αρμόδιοι ανακοίνωσαν ότι τον πυροβόλησαν στην προσπάθειά του να δραπετεύσει  Δεν έγινε κανένας λόγος για το ενδεχόμενο να σκοτωθεί και κάποιος μαθητής, που αν συνέβαινε θα θεωρείτο παράπλευρη απώλεια. Η φήμη που συνόδευσε για καιρό το φονικό μιλούσε για δήθεν δόλο της φύλαξης ότι θα πυροβολήσει με άσφαιρο βλήμα για να τον διευκολύνει να φύγει. Τελικά φαίνεται είχαν βαρεθεί τη φύλαξή του  και βρήκαν τη λύση στην υπόθεση της όπερας ‘’Τόσκα’’. Κανείς δεν έμαθε ποτά που κρύβεται η αλήθεια.

Έχω αμέτρητες ακόμα ανάλογες και πέρα για πέρα πραγματικές ιστορίες, αλλά θα σταματήσω διότι θέλω να κρατήσω και κάποιες  για τον Άγιο Πέτρο  που θα με περιμένει πώς και πώς να μάθει τα καθέκαστα πιστών τε και άθεων!!! Αντώνης Ταρνανάς

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ή ΑΝΟΙΞΗ;


Τώρα που μπήκαμε για τα καλά στο Φθινόπωρο, κυριολεκτικά και αλληγορικά, αισθάνομαι μεγαλύτερη την ανάγκη να ασχοληθώ με την γραφή και συγγραφή, για να γεμίσω και τις ‘’οσημέραι’’ αυξανόμενες νεκρές ώρες της επιβαλλόμενης ατέλειωτης μοναξιάς μου. Το καλοκαίρι έκανα ένα διάλειμμα και ομολογώ ότι το συνήθισα και αντιμετωπίζω μια δυσκολία να επανέλθω στα παλιά, όχι μόνο διότι εξέλιπαν και οι περισσότεροι λόγοι των συχνών πολιτικών σχολίων μου, με την επιστροφή της χώρας στην ‘’κανονικότητα’’, αλλά κυρίως διότι έχω αρχίσει να ελέγχω αυστηρότερα και τη νοητική  μου πληρότητα. Το τελευταίο το αντιμετωπίζω  ηλικιακά [στα 86 μου], αφού μέχρι στιγμής δεν έχω προβληματισθεί με  τη γλωσσική μου ικανότητα, τη λεκτική μου ευχέρεια, την ταχύτητα αντίληψης και τη λογική ικανότητα, σύμφωνα πάντα με τα προσωπικά μου κριτήρια. Δεν έχω αποφασίσει όμως ακόμα τον τρόπο για να ξεπεράσω το πρόβλημα, αφήνοντας  και τον πανδαμάτορα χρόνο να ορίσει ή και να μου επιβάλει τη δέουσα συνέχεια.

Η επικαιρότητα παρέχει πλούσιο υλικό για κριτική στην ελληνική και τη διεθνή πολιτική κατάσταση, αρχίζοντας από τα εσωτερικά μας, τα οποία δεν θα μας αφήσουν και πάλι να πλήξουμε και θα το κάνω με μια διαδικασία σπονδυλωτή, για τη σύγχρονη κάλυψη περισσότερων θεμάτων, αρχίζοντας από τα πιο κραυγαλέα:

Αχός βαρύς ακούγεται, που έλεγε και το περίφημο δημοτικό ποίημα της Δέσπως, γύρω από το περιβόητο μεγαλύτερο σκάνδαλο ή τη μεγαλύτερη σκευωρία, που ταλανίζει τη χώρα μας. Δεν είναι δικό μου θέμα να υποστηρίξω τη μια ή την άλλη άποψη, νομίζω όμως ότι παρατράβηξε αυτό το ‘’ποίημα’’ και είναι καιρός να το αφήσουμε  στη μοναδική αρμόδια  ανεξάρτητη Αρχή– τη Δικαιοσύνη-να βρει την άκρη του νήματος, διότι πρέπει να τη βρει.

Εκείνο που με κάνει να επανέρχομαι στη δημόσια ενημέρωση είναι κυρίως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και ο τρόπος που προσεγγίζεται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο της ‘’πολιτικής’’ μας κονίστρας. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ή σύγχρονη παλαίστρα – σε αντίθεση με την αρχαία - δεν είναι καλυμμένη με άμμο και σκόνη, αλλά με λάσπη, ώστε να καλύπτει ή και να αναδεικνύει ανάλογα εκείνα που επιθυμούν οι εποχιακοί  μονομάχοι.

Άκουσα τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού ότι δεν θα μετατρέψει τη Βουλή σε βιομηχανία εξεταστικών και για λίγο ένοιωσα μέλος μιας κανονικής χώρας, η συνέχεια όμως μου διέγραψε και αυτή την ελάχιστη ελπίδα. Ακούστηκαν και άλλες πολλές δηλώσεις που μιλούσαν για υποχρέωση του Κοινοβουλίου να δώσει συνέχεια στο θέμα που παραπέμφθηκε από τη Δικαιοσύνη - είναι αλήθεια ότι αυτό επιβάλλεται να γίνει -  ή  ότι πρόκειται για ‘’εκδικητική ενέργεια’’.  Δεν πρέπει βέβαια να διαφεύγει της προσοχής μας ότι εδώ δυστυχώς είναι ακόμα Βαλκάνια και η ‘’προοδευτική’’ ψευτοκουλτούρα ηρωοποιεί εκείνους που απεχθάνονται τον ‘’Νόμο και  τάξη’’  και κυρίως την  παγιωμένη ηθική , αφού έτσι ικανοποιείται  το συμπλεγματικό της προοδευτικό απωθημένο.

 Θα θυμίσω σχετικά ένα ανάλογο περιστατικό, που συνέβη κατά την επιστροφή του Αντρέα Παπανδρέου από το Χέρφιλντ, όταν ο λαός που τον περίμενε άρχισε να αλαλάζει με το νεύμα του προς τη ‘’ σχέση του ‘’ να τον ακολουθήσει στη σκάλα του αεροσκάφους. Τη στιγμή εκείνη, όλοι οι πονηρούληδες αναθάρρησαν διότι άνοιγαν οι ‘’προοδευτικοί’’ ορίζοντες  στην αποδοχή της ‘’γκόμενας’’ στους παντρεμένους. Το περιστατικό αυτό αποτελεί   δείγμα μιας δήθεν αριστερής νοοτροπίας μέρους των νεοελλήνων που  ταυτίζονται και με τους καθοιονδήποτε τρόπο ελεγχόμενους ή διωκόμενους από τη δικαιοσύνη, που ‘’αντιστέκονται στο  κατεστημένο’’, πράγμα που εντυπωσιάζει το ‘’ριζοσπαστικοποιημένο’’ πόπολο.

Είναι καιρός πλέον το Ελληνικό Κοινοβούλιο να  περιορισθεί στη εξέταση  των παραπομπών της δικαιοσύνης χωρίς να μετατρέπεται  σε Κολοσσαίο, αν και πιστεύω ότι ενίοτε επιβάλλεται να το επιζητούν και μόνοι τους οι παραπεμπόμενοι, ώστε να μη διαιωνίζεται  το κρέμασμά τους στα μανταλάκια. Ας γίνει ότι επιβάλλουν οι Νόμοι με την ταχύτερη διαδικασία, αφήνοντας την τελική κρίση στον φυσικό δικαστή των Ελλήνων πολιτών και τη βουλή να ασχοληθεί με το κοινοβουλευτικό έργο της.

Μια και αναφερθήκαμε  στη δικαιοσύνη, επικεντρώνομαι σε μια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που ακυρώνει Νόμο του τέως Υπουργού Παιδείας, για τη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία. Εκείνο που με προβληματίζει δεν είναι η ακύρωση ενός Νόμου για αντισυνταγματικότητα, όπως συχνά συμβαίνει στη χώρα μας, αλλά το ουσιαστικό μέρος της υπόθεσης. Μια  μειοψηφία δεδηλωμένων άθεων, όχι απλώς προσπαθεί να επιβάλει τις απόψεις της για μια θρησκεία που δεν πιστεύει αλλά και μετά την υποχρεωτικά εκτελεστή δικαστική απόφαση, προβαίνει σε άθλιους και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς περί επιστροφής σε προηγούμενες δεκαετίες, που η ίδια αποκηρύσσει. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να διαγράψουμε το παρελθόν μας και να δεχθούμε το ομολογημένο δικό τους παρελθόν, το οποίο οι λαοί της Ανατολικής Ευρώπης αποτίναξαν μετά βδελυγμίας!!! Έχει και η πρόκληση τα όριά της και θα ξαναπώ ότι κανένας δεν  μπορεί να  ισχυρίζεται ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια και να επιθυμεί να την επιβάλει ‘’ετσιθελικά’’, παραβλέποντας τους δημοκρατικούς κανόνες, για τους οποίους ισχυρίζεται  ότι κόπτεται.

Η συχνή επίσκεψη του απελθόντα  Πρωθυπουργού στον αρχηγό της Καθολικής Εκκλησίας αποτελεί θετική ενέργεια και δικαίωμα αμφοτέρων , ίσως όμως  και  αντιπερισπασμό, ευχόμενος να παραμείνει ως εκεί. Χωρίς καμιά σκέψη συσχετισμού , μου θυμίζει μια συνεργασία μεταπολεμικού  Ποντίφικα με το παλιό καθεστώς της κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας, με μοναδική επιδίωξη  την ένταξη 200.000  ορθοδόξων της χώρας στους Ουνίτες [ οι οποίοι αποδέχονται τον Πάπα ως αρχηγό τους], σε μια εποχή που η ορθοδοξία  ήταν υπό διωγμό. Τώρα, αισθάνομαι ότι καμιά θρησκεία δεν διώκεται , έστω και αν κρυφίως κάτι σχετικό επιδιώκεται από κάποιες δήθεν διεθνιστικές μειονότητες. Η θρησκευτική εξέλιξη στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και ιδιαίτερα της Ρωσίας είναι ενδεικτική των περιορισμών και της καταπίεσης του παρελθόντος.

Από τα διεθνή θα επιλέξω το BREXIT , το οποίο παρά τη φαιδρότητα της επίσημης αντιμετώπισης, είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει κοσμοϊστορικές δυσμενείς αλλαγές παγκοσμίως και ιδιαίτερα στην πάλαι ποτέ γηραιά Αλβιόνα. Δεν θα ήθελα όμως να είμαι ούτε ψύλλος στο κόρφο του κυρίου Τζόνσον, όσο και αν αυτό αποτελεί και προτροπή του Αμερικανού Προέδρου. Το σοβαρότατο θέμα των Ελληνο-Τουρκικών δεν θέλω να το θίξω διότι το θεωρώ αρκετά σοβαρό και απρόβλεπτο, όσο είναι απρόβλεπτος και ο διεθνώς στριμωγμένος ηγέτης της γείτονος. Αντώνης Ταρνανάς

Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

ΙΣΟΒΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ




Είναι η πρώτη μου ενασχόληση μετά την καλοκαιρινή ραστώνη και θα προσπαθήσω να είμαι επιεικής προς τη νέα Κυβέρνηση . Δεν υπόσχομαι ότι θα κάνω το ίδιο και στο μέλλον, αλλά σίγουρα θα  κινούμαι με βάση το  περί δικαίου αίσθημα και την κοινή λογική, η οποία τα τελευταία πολλά χρόνια είχε δραπετεύσει από την ταλαίπωρη χώρα μας.

Σήμερα θα καταπιαστώ με το κατ ευφημισμόν πλέον αποκαλούμενο δημογραφικό θέμα της χώρας, ενώ πρόκειται γι’ αυτή την ίδια την ύπαρξή μας.  Εντελώς συμπτωματικά το θέμα αποτελεί και μια από τις κύριες  κυβερνητικές εξαγγελίες και μάλιστα δια στόματος του ίδιου του Πρωθυπουργού . Διάβασα και άκουσα πολλά και λίαν ενδιαφέροντα, δεν είδα όμως και ελπίζω απλά να διέλαθε της προσοχής μου, καμιά αναφορά στο θέμα, που καταποντίστηκε στο όνομα της ευρωπαϊκής μας νομιμοφροσύνης ή κοινώς στα αποκαλούμενα μνημόνια που αφορά την ισόβια σύνταξη πολύτεκνων γονιών. Ελπίζω και εύχομαι να μην εντάχθηκε  και αυτό  στη επικρατούσα τελευταία ‘’έκπτωση’’ των ισοβίων.

Για το θέμα έχω να προσθέσω και την ιστορική σύνδεσή του με τον νέο Πρωθυπουργό, αφού – αν δεν κάνω  και πάλι λάθος – καθιερώθηκε από τον αείμνηστο πατέρα του. Δεν αναφέρομαι βέβαια σε μια τυπική αθέτηση γονικής παροχής, αλλά σε μια ιστορική επαναφορά μιας αναγνώρισης της πολιτείας σε αυτούς που κράτησαν όρθια πληθυσμιακά τη χώρα μας, με μύριες όσες δυσκολίες και αντιξοότητες. Είναι θέμα οφειλόμενης τιμής  σε εκείνους που έκαναν το χρέος τους αφιλοκερδώς και η πολιτεία είχε αποφασίσει να τιμήσει τις πράξεις τους. Σε κάποια φάση δυσκολίας, λανθασμένα, το κράτος πήρε πίσω την υπόσχεσή του – όπως και αμέτρητες άλλες - και έπ’ αυτού συνηγόρησε και το ΣΤΕ, ως προς τη συνταγματικότητα  της απόφασης. Ποιος όμως παίρνει την ευθύνη για την ηθική υποχρέωση της πολιτείας να ανακαλεί μια πράξη τιμής προς τους πολίτες της; Με τη λογική αυτή ίσως σκεφθούν κάποιοι να ανακαλέσουν και την τιμητική διάκριση για τις ηρωίδες της Πίνδου [ συμπεριλαμβάνονται και συγγενικά μου πρόσωπα ] και  τόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις. Είναι δυνατόν μια ευνομούμενη χώρα να αρκείται απλά και μόνο στη συνταγματικότητα της ανάκλησης και να παραβλέπει το ηθικό μέρος που είναι και το κυρίαρχο, στην περίπτωση των ηρωίδων αυτών της ζωής;

Δεν θέλω να πλατειάσω με το θέμα, περιοριζόμενος σε αυτά τα ολίγα,   πιστεύοντας άλλωστε ότι  δεν  αποτελεί σημαντική  επιβάρυνση. Είναι όμως δυνατόν να αποτιμάται σε χρήμα η ανάκληση μιας τιμητικής πράξης από την ίδια την πολιτεία που την καθιέρωσε; Έτσι θα δώσει το παράδειγμα προς τους πολίτες της για το σεβασμό στις αξίες της ζωής και την ηθική αμοιβή που τείνει να καταστεί σπάνιο έως ανεπαρκές είδος στην εποχή μας;

Αφορμή για το παρόν μου έδωσε μια φίλη που ανήκει στην τιμητική αυτή κατηγορία και πιστεύω απόλυτα ότι δεν το κάνει μόνο για τα ελάχιστα αυτά χρήματα αλλά ότι αισθάνεται μειωμένη ηθικά που της πήραν πίσω μια τιμή που δικαιούται με τέσσερα παιδιά που έφερε στον κόσμο και διάγουν νόμιμα και παραγωγικά στην ελληνική πολιτεία. Εγώ, που δεν μπορούσα να της δώσω μια έντιμη απάντηση, σκέφθηκα να το παραπέμψω σε αρμοδιότερους από μένα και  πιστεύω έντιμους αποδέκτες. Ας φροντίσουν τα ΜΜΕ που θα το λάβουν να το αναδείξουν ή να το προωθήσουν αρμοδίως.Αντώνης Ταρνανάς

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


         [Στη μνήμη του πατέρα μου]

              

Το ‘’έξυπνο’’ κινητό μου τηλέφωνο σημειώνει από χθες ότι σήμερα όλη μέρα είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου, είναι δηλαδή η γιορτή της Παναγίας μας. Τα Θεοτοκωνύμια  ανά την Ελλάδα ξεπερνούν τα 500, με χαρακτηριστικότερα εκείνα της Τήνου, της Εκατονταπυλιανής, της Γλυκοφιλούσας, της Ζωοδόχου, της Οδηγήτριας, της Πλατυτέρας των Ουρανών και της προστάτιδας των Ποντίων,  Παναγίας του Σουμελά.

Διάσπαρτες ανά την επικράτεια είναι  οι εκκλησίες που φέρουν το όνομά της και προσελκύουν το χριστεπώνυμο πλήθος για να ζητήσει τη βοήθειά της και όχι μόνο την ημέρα της μνήμης της. Αμέτρητοι είναι όμως και οι Ελληνίδες και Έλληνες που φέρουν το όνομά της και γιορτάζουν σήμερα. Στην ευρύτερη  οικογένειά μου υπάρχουν τρεις Παναγιώτηδες ο γιος μου και οι γιοι των δύο αδελφών μου, που ‘’κληρονόμησαν’’ το όνομα του πατέρα μου και σ’ αυτόν κυρίως θα αναφερθώ στη συνέχεια.

Γέρος κι εγώ πλέον, με συμπληρωμένα τα 85 μου, αισθάνομαι την ανάγκη να ‘’του’’ πω δυο λόγια, που η δωρική του σοβαρότητα με απέτρεπε να του απευθύνω όσο ζούσε. Σαν παιδιά  περιοριζόμαστε να του  φιλήσουμε το χέρι  και να του πούμε τυπικά χρόνια πολλά. Σπάνια γιόρταζε την ονομαστική του γιορτή, γιατί το θεωρούσε άδικο ως προς την μητέρα μας, της οποίας το όνομα δεν συμπεριλαμβανόταν στο εορτολόγιο. Θυμάμαι μια μόνο περίπτωση – σε στενό οικογενειακό κύκλο – τα χρόνια της πείνας, με πρασόφυλλα με ξύδι στο τηγάνι, που είχαν περισσέψει από το πρασόρυζο  της προηγούμενης. Με σημερινή ορολογία  θα το λέγαμε φλαμπέ!!!

Ήταν ένας τυπικός χριστιανός που δεν τον ενθουσίαζε η τυπολατρία  ήταν όμως απόλυτος στις επιταγές του χριστιανισμού. Η αγάπη του ξεπερνούσε τα όρια των  δικών  του και των πλησίον του και δεν θυμάμαι ποτέ  την όποια  φροντίδα για τον εαυτό του, που κατέτασσε πάντα τελευταίο. Στη διάρκεια της κατοχής, έμεινε πολλές φορές νηστικός για να φάνε οι υπόλοιποι. Το χειμώνα, απομακρυνόταν από το τζάκι, το μοναδικό μέσο θέρμανσης της οικογένειας, για να βρεθεί χώρος για τους υπόλοιπους, προφασιζόμενος ότι δεν του άρεσε η ζέστη και ας τον βλέπαμε να ‘’τρέμει’’.

Συμπλήρωνε τις ελάχιστες μαθησιακές του γνώσεις [ έλεγε ότι είχε τελειώσει το Σχολαρχείο] με την πλουσιότατη εμπειρία του από τη δουλειά ανά τη χώρα και είχε πάντα κάτι θετικό να μας συμβουλέψει σε κάθε περίπτωση . Δεν θα ξεχάσω ότι μια μέρα που με ‘’ έπιασε’’ με ένα μικρό κουβάρι νήματος που χρησιμοποιούσα για τον χαρταετό μου, με οδήγησε να το επιστρέψω στην  κάτοχό του ζητώντας της συγγνώμη,  παρότι εγώ το είχα βρει στο δρόμο που προφανώς της είχε πέσει.

Σαν επί κεφαλής συνεργείου οικοδομών, πλήρωνε πρώτα τους συνεργάτες του και πολλές φορές γύριζε ‘’άφραγκος’’ στο σπίτι για να μην κακοκαρδίσει τον εργοδότη που αντιμετώπιζε δυσκολίες ή τους φίλους και συνεργάτες του. Όχι σπάνια αντιμετώπιζε και τη γκρίνια της μητέρας μας ότι προτίμησε τους άλλους από την οικογένειά του. Το θετικό της υπόθεσης είναι ότι κέρδισε την εκτίμηση των ανθρώπων που τον γνώρισαν , μερικοί των οποίων έψαξαν τρόπο να του το ανταποδώσουν.

Στη διάρκεια που ο πατέρας μου βρισκόταν στο μέτωπο της Αλβανίας, μια κυρία που με συνάντησε στο δρόμο, μου φόρτωσε στο γάιδαρό της δυο τσουβάλια σιτάρι να το πάω στο σπίτι μου [ήμουν 6-7 ετών], που όπως ισχυρίστηκε το όφειλαν στον πατέρα μου για οικοδομικές εργασίες του παρελθόντος. Δεν ξεχνώ επίσης ότι επιστρέφοντας  από το μέτωπο με απόξεση των πελμάτων του λόγω κρυοπαγημάτων,  αρνήθηκε να υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης για λόγους υγείας, αφού μπορούσε να συνεχίσει την εργασία του, με τις όποιες φυσικές δυσκολίες.

Όταν ένας γείτονας πάντρεψε την κόρη του και βρέθηκε στην ανάγκη να προσθέσει δυο [παράνομα]  δωμάτια που δεν είχαν διέξοδο στο δρόμο, του συνέστησε να κόψει μια γωνιά από το δικό μας οικόπεδο στη διάρκεια που ο ίδιος με τη μητέρα μου θα απουσίαζαν για τα ιαματικά τους λουτρά., για να αποφύγει τη φυσική της αντίδραση. Η σημερινή μορφή του οικοπέδου επιβεβαιώνει ακόμα το γεγονός, που  η συγχωρεμένη μητέρα μου, άργησε   μεν τελικά  όμως το αποδέχτηκε!!!

Πολλές φορές αναλάμβανε τις εργολαβίες ‘’κατ’ αποκοπή’’. Σε περιπτώσεις όμως που δούλευε με μεροκάματο, έφευγε κι επέστρεφε νύχτα στο σπίτι. Στις παρατηρήσεις της μητέρας μου ή των συνεργατών του ότι εξαντλούσε τα όρια της ημέρας, εκείνος απαντούσε στερεότυπα ότι και ο εργοδότης του δίνει ολόκληρο το μεροκάματο!!!

Άφησα τελευταία μια χαρακτηριστική περίπτωση , με  μια μικρή εισαγωγή για να γίνει  περισσότερο κατανοητή. Ο πατέρας μου καταγόταν από τον Πεντάλοφο  Βοΐου Κοζάνης [ ένα από τα γνωστά μαστοροχώρια στα όρια Μακεδονίας – Ηπείρου \και μαζί με τον πατέρα και τον νεώτερο αδελφό του, εργάστηκαν στην Αταλάντη, όπου παντρεύτηκε και δημιούργησε οικογένεια. Αργότερα ο παππούς επέστρεψε κοντά στη γιαγιά στον Πεντάλοφο και ο αδελφός του επίσης, όπου παντρεύτηκε. Ο πατέρας μου έφερε  βαρέως το γεγονός ότι μετά τον γάμο του  ‘’έριξε μαύρη πέτρα’’ πίσω του και η τελευταία φορά που πέρασε από το χωριό του ήταν ως στρατιώτης ,την ημέρα της ‘’υποχώρησης’’ από την Αλβανία. Αν και διατηρούσε αλληλογραφία με τους γονείς του και τους  έστελνε κατά καιρούς μικροδωράκια, θεωρούσε ότι δεν είχε ανταποκριθεί ‘’ όπως όφειλε ‘’ , στις οικογενειακές υποχρεώσεις του.

Όταν λοιπόν μεγαλώσαμε εμείς τα παιδιά, αποφασίσαμε την επίσκεψη των παππούδων και  των λοιπών συγγενών στο χωριό. Ο πατέρας δέχτηκε με χαρά την απόφασή μας, αλλά με έναν όρο. ‘’ Να μη δώσουμε την εντύπωση οποιασδήποτε περιουσιακής διεκδίκησης’’, αφού ο ίδιος δεν είχε πράξει το καθήκον του προς τους γονείς του, πράγμα που τον αποξένωνε από κάθε κληρονομικό δικαίωμα και τηρήσαμε με απόλυτη συνέπεια την επιθυμία του αυτή.

Ύστερα από αυτό, ακολούθησαν εκατέρωθεν – περιορισμένες – ανταλλαγές επισκέψεων και κάποια στιγμή πείσαμε και τον πατέρα μας να πραγματοποιήσει μαζί μας το ταξίδι στο πατρικό του, αφού εν τω μεταξύ οι γονείς του είχαν φύγει από τη ζωή. Σε όλη τη διάρκεια της παραμονής στο πατρικό του σπίτι , παρουσία του  αδελφού  και της οικογένειάς του, έκλαιγε με λυγμούς, πράγμα που μας ανάγκασε να επισπεύσουμε την επιστροφή στη ‘’νέα του πατρίδα’’, που αγάπησε πολύ αλλά η αγάπη του για τη γενέτειρα, τον άφησε μετέωρο ανάμεσα στις δυο τους.

Ελπίζω να μου συγχωρεθεί η συναισθηματική αυτή φόρτιση και ‘’περιαυτολογία’’, αλλά το είχα πολλή ανάγκη να το κάνω και ευχαριστώ τον Θεό που με αξίωσε να το ‘’προλάβω’’. Αντώνης Ταρνανάς


Κυριακή 11 Αυγούστου 2019

ΠΑΝΑΚΕΙΑ ή ΑΠΑΤΗ


[Μπορεί και τα δυο ή κανένα ]



Έχω ασχοληθεί και στο παρελθόν με το θέμα, αλλά τώρα έφθασα σε οριακό σημείο , που με αναγκάζει να επανέλθω. Μένω με την εντύπωση ότι το αναγνωστικό μου κοινό είναι μικρό έως ανύπαρκτο ή ότι το θέμα μου δεν είναι πιασάρικο και συνεπώς αφήνει ασυγκίνητους τους αναγνώστες του, ειδικούς, αρμόδιους και αναρμόδιους. Θα επιχειρήσω ακόμα μια προσπάθεια με την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα γίνει κάτι έστω και σε βάρος μου για ………. δυσφήμιση. Για την επιτυχή έκβαση της περιγραφόμενης επιδίωξης, παρακαλώ όποιον αναγνώστη έχει τρόπο προώθησής του στο ΕΣΡ και στον ΠΙΣ, να το πράξει αμελλητί και υπ΄ευθύνη μου .

Είναι πολλές οι σχετικές περιπτώσεις, για λόγους πρακτικούς όμως θα περιορισθώ σε δύο μόνο προϊόντα [ Αλόη και FIRTECH ]  και μια τρίτη ειδική  κατάσταση, αφού προβάλλονται ως πανάκεια  δια πάσαν νόσον  και πάσαν μαλακίαν’’ [απόσπασμα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο]. Ζητώ  συγγνώμη προκαταβολικά από εκείνους που ασχολούνται με το θέμα, βεβαιώνοντάς τους ότι δεν καταφέρομαι στο προϊόν, αφού το έχω χρησιμοποιήσει και προσωπικά,  σε δικό μου πρόσωπο στο απώτερο παρελθόν, χωρίς να το προβάλω δημόσια σαν πνάκεια. Πρόκειται για τα φύλλα του φυτού ‘’αθάνατος’’ [ η φυσική  αλόη της εποχής], για την απαλλαγή από τους έντονους πόνους του πατέρα μου, από τα κρυοπαγήματα που ‘’κληρονόμησε’’, επιστρέφοντας από το ‘’αλβανικό μέτωπο’’ του 1940. Αλλά, ως εκεί και μη παρέκει, που θα έλεγαν κάποιοι ελαφρώς σκεπτόμενοι άνθρωποι, διότι η υπερβολή τελικά κάνει κακό και στη δημόσια υγεία αλλά και στο ίδιο το προϊόν.
Ακολουθώντας  το απόσπασμα από την Ιλιάδα   «Αιδώς γαρ εν κακοίσιν ουδέν ωφελεί, η γαρ σιωπή τω λαλούντι σύμμαχος» [Αν εσύ ακούς τους φαύλους και δε μιλάς, γίνεσαι σύμμαχός τους], δεν σιωπώ και  ελπίζω αυτή τη φορά να με ακούσει κάποιος αρμόδιος, έστω και για να διαψεύσει τις όποιες προβληματικές διαπιστώσεις μου. Χωρίς να είμαι γιατρός ή νομικός, θεωρώ ότι ο τηλεοπτικός αυτός βομβαρδισμός , αποτελεί αντιποίηση επαγγέλματος και ενδεχομένως να παρασύρει πάσχοντες από τις διαφημιζόμενες ‘’αρετές’’ των συγκεκριμένων προιόντων και να αποτρέπει ή καθυστερεί τους ασθενείς από την πρέπουσα θεραπευτική αγωγή. Το γεγονός ότι πρόκειται για φυτικό προϊόν  δεν αποτελεί εγγύηση ασφαλείας, αφού φυτικό είναι και το όπιο, η κοκαΐνη, το χασίς και αμέτρητα άλλα. Από την άλλη, γνωρίζοντας  τις βασικές  ιδιότητες του μαγνητισμού, αρνούμαι να δεχθώ τις επιχειρούμενες κακοποιήσεις τους από άσχετους, προκειμένου να εξηγήσουν την ευεργετική δράση των προϊόντων τους. Για τους παλαιότερους έρχονται στο νου μας, η πικραγγουριά και το νερό του Καματερού, αλλά  πίστευα  ότι με το πέρασμα του χρόνου η χώρα άλλαξε και δεν ‘’παίζουμε’’  έτσι εύκολα με την υγεία του κόσμου.
Έρχομαι τώρα στην τρίτη ‘’ειδική’’ κατάσταση, που αφορά εκλεγμένο πια Βουλευτή και αρχηγό κόμματος, που συνεχίζει να προβάλει τα προϊόντα του, εξηγώντας λεπτομερώς και τον τρόπο εφαρμογής των, με  ζηλευτή ιατρική συνέπεια. Επιχειρηματολογεί  για τον εθνικισμό του  με καθημερινές υπερπροσφορές, όπως κάνει για τα ‘’μαντζούνια’’ του . Ομολογώ ότι αδυνατώ να κατανοήσω τις ιατρικές του συμβουλές με σύγχρονη παρουσίαση εικόνων και επίδειξη του τρόπου εφαρμογής των. Παραμένω με την απορία, σε ποια άλλη χώρα επιπέδου υπανάπτυκτης και άνω, συμβαίνει κάτι ανάλογο και πώς αυτό δεν υπέπεσε στην προσοχή κάποιου ανευθυνουπεύθυνου αρμόδιου.  Ας ασχοληθεί επί τέλους κάποιος με το θέμα – έστω και ο Πρόεδρος της Βουλής - γιατί φοβάμαι ότι η επόμενη φάση θα είναι η επίκληση των παραδοσιακών ‘’μάγων’’, κατορθώματα των οποίων μας παρουσιάζουν με θαυμασμό σύγχρονα ντοκιμαντέρ των Δημόσιων καναλιών μας.
Ελπίζω και εύχομαι να μη μεταφερθούν και μέσα στο προστατευόμενο από το άσυλο κοινοβούλιό μας σκηνές ανάλογου περιεχομένου, στα πλαίσια της ‘’προοδευτικής’’ κανονικότητας που επιδιώκεται από ορισμένες πτέρυγές του !!!
Αντώνης Ταρνανάς

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αταλάντη Λοκρίδας, T.K. 35200, Φθιώτιδα, Greece
Γράφω για να εξωτερικεύσω προσωπικές μου σκέψεις και να μοιραστώ εμπειρίες και γεγονότα που βίωσα προσωπικά στη μακρόχρονη υπηρεσιακή και ιδιωτική μου διαδρομή.