ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ‘’ΑΝ’’ ΤΟΥ ΚΙΠΛΙΝΓΚ
Μετά
το χθεσινό μου πόνημα με τίτλο ‘’το δικό μου ‘’αν’’, επανέρχομαι με το πρωτότυπο
‘’ΑΝ του ποιητή, περιοριζόμενος σε μια εισαγωγή που χρησιμοποίησα προς μια καλή
μου φίλη τη Μαρία, απαλείφοντας τα λοιπά
στοιχεία της για λόγους δεοντολογίας. Προσθέτω το προσωπικό περιστατικό που
αναφέρω στο χθεσινό μου δημοσίευμα, τους
λόγους που το μελέτησα και την επίδρασή του στη μετέπειτα ζωή μου.
‘’Όταν
υπηρετούσα στο στρατό τη δεκαετία το 1950, υπήρξα ο πρώτος που εκπαιδεύτηκε.
στο πρωτόφερτο στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας σύστημα επικοινωνίας,
το Ραδιοτηλέτυπο. Έκτοτε δίδασκα το αντικείμενο
σε Αξιωματικούς παντός βαθμού στην αρχή και αργότερα στους οπλίτες.
Σε
ένα τμήμα Αξιωματικών ήταν και ένας Ταγματάρχης, ο οποίος μετά τη λήξη των
εκπαίδευσης έμεινε στη σχολή ως υποδιοικητής. Διαπιστώνοντας ότι ήμουν λίγο
επίμονος και απόλυτος στις κρίσεις μου, μου υπέδειξε ν διαβάσω το ποίημα του
Κίπλινγκ για να λειάνω την οξύτητά μου. Τον άκουσα, το διάβασα και έγινε
άνθρωπος σωστός και εκεί κατέφευγα σε κάθε αδύνατη στιγμή μου και όλο αυτό με
έκανε καλύτερο άνθρωπο’’. Είναι μακρύ
αλλά αναγνώστε το προσεχτικά και
σιγά-σιγά σε όλες τις εκδοχές του. Ένα διάβασμα δεν αρκεί, απαιτεί ανάγνωση και
μελέτη και είμαι βέβαιος ότι θα το βρείτε χρήσιμο , όπως και εγώ.
Ακολουθεί
το κείμενο με τη σύντομη εισαγωγή όπως το έστειλα και στη φίλη μου:
Από: Αντώνης Ταρνανάς <anpantar@yahoo.gr>
Στάλθηκε: Wednesday, April 30, 2025 4:48:24 PM
Προς: ΜΑΡΙΑ
Θέμα: ΤΟ ''ΑΝ'' ΤΟΥ κΊΠΛΙΝΓ
Αγαπητή
Μαρία
σου
αποστέλλω το ποίημα ''αν'' του Κίπλινγκ, σε μετάφραση Καρβούνη και
παρωδία του Κώστα Βάρναλη, μια μετάφραση του ποιητή
Άγγελου Δόξα και κάποια σχόλια
Καλοδιάβαστο
Αντώνης Ταρνανάς
Το Αν του
Κίπλινγκ -και του Βάρναλη
Το πολύστιχο ποίημα «Αν» του Ράντιαρντ Κίπλινγκ (1865-1936) είναι ένα από
τα γνωστότερα ποιήματα του 20ού αιώνα. Εκδόθηκε το 1910, λίγα χρόνια πριν οι
βεβαιότητες της χρυσής εποχής της αποικιοκρατίας συντριβούν στα χαρακώματα της
βόρειας Γαλλίας, αλλά είχε γραφτεί νωρίτερα, περί το 1895.
Ο
Κίπλινγκ σε αυτό δίνει συμβουλές στον γιο του, σε τέσσερις ομοιοκατάληκτες
οχτάστιχες στροφές, θέλοντας να του εμφυσήσει τα ιδανικά της βικτοριανής
εποχής, τον στωικισμό που πρέπει να διακρίνει τον θαρραλέο άντρα που δεν
δειλιάζει μπροστά στις αντιξοότητες, που δεν τρεμουλιάζει το πανωχείλι του
-stiff upper lip, όπως λέει η πολύ χαρακτηριστική βρετανική έκφραση που
την διακωμώδησε ο Wodehouse στον Jeeves. Βεβαίως, τον αποικιοκράτη άντρα
-άλλωστε ο Κίπλινγκ λίγα χρόνια αργότερα έγραψε το ποίημα The White Man’s
Burden όπου δικαιολογεί την κατάκτηση των Φιλιππίνων από τις ΗΠΑ.
Το ποίημα στα αγγλικά:
If you can keep your head when all about you
Are losing theirs and blaming it on you;
If you can trust yourself when all men doubt you,
But make allowance for their doubting too:
If you can wait and not be tired by waiting,
Or being lied about, don’t deal in lies,
Or being hated don’t give way to hating,
And yet don’t look too good, nor talk too wise;
If you can dream—and not make dreams your
master;
If you can think—and not make thoughts your aim,
If you can meet with Triumph and Disaster
And treat those two impostors just the same:
If you can bear to hear the truth you’ve spoken
Twisted by knaves to make a trap for fools,
Or watch the things you gave your life to, broken,
And stoop and build ’em up with worn-out tools;
If you can make one heap of all your winnings
And risk it on one turn of pitch-and-toss,
And lose, and start again at your beginnings
And never breathe a word about your loss:
If you can force your heart and nerve and sinew
To serve your turn long after they are gone,
And so hold on when there is nothing in you
Except the Will which says to them: ‘Hold on!’
If you can talk with crowds and keep your
virtue,
Or walk with Kings—nor lose the common touch,
If neither foes nor loving friends can hurt you,
If all men count with you, but none too much:
If you can fill the unforgiving minute
With sixty seconds’ worth of distance run,
Yours is the Earth and everything that’s in it,
And—which is more—you’ll be a Man, my son!
Το ποίημα
έγινε διάσημο, όχι άδικα, και ακόμα είναι, αφού το 1996 ψηφίστηκε, με μεγάλη
διαφορά, το καλύτερο ποίημα Βρετανού ποιητή. Έχει μεταφραστεί και παρωδηθεί
πολλές φορές και σε πολλές γλώσσες -σήμερα θα δούμε δυο μεταφράσεις και μια
παρωδία του.
Στο βιβλίο Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας της Β’ Λυκείου βρίσκουμε
μια μετάφραση από τον ποιητή Άγγελο Δόξα (1900-1985)
Αν
μπορείς να κρατάς το κεφάλι ψηλά όταν γύρω σου όλοι
τον εαυτό τους εχάσαν δειλά, και για τούτο μαζί σου τα βάζουν,
στον εαυτό σου αν μπορείς να ’χεις πίστη όταν όλοι για σένα αμφιβάλλουν
μα κι αδιάφορος να ’σαι κι ορθός στις δικές τους μπροστά αμφιβολίες,
αν μπορείς να υπομένεις χωρίς ν’ αποστάσεις ποτέ καρτερώντας,
ή μπλεγμένος με ψεύτες, μακριά να σταθείς, αν μπορείς απ’ το ψέμα
κι αν γενείς μισητός, να μη δείξεις στρατί στο δικό σου το μίσος,
κι ούτε τόσο καλός να φανείς κι ούτε τόσο σοφά να μιλήσεις,
αν
μπορείς να ονειρεύεσαι δίχως να γίνεις του ονείρου σου σκλάβος,
αν μπορείς να στοχάζεσαι δίχως τη σκέψη να κάνεις σκοπό σου,
αν μπορείς την λαμπρήν ανταμώνοντας Νίκη ή τη μαύρη φουρτούνα,
να φερθείς με τον ίδιο τον τρόπο στους δυο κατεργάρηδες τούτους,
αν μπορείς να υποφέρεις ν’ ακούς την αλήθεια που ο ίδιος σου είπες,
στρεβλωμένη από αχρείους, να γενεί μια παγίδα για ηλίθιους ανθρώπους,
ή αν τα όσα η ζωή σού έχει δώσει αντικρίσεις συντρίμμια μπροστά σου,
κι αφού σκύψεις, ν’ αρχίσεις ξανά να τα χτίζεις με σκάρτα εργαλεία,
αν
μπορείς να σωριάσεις μαζί τ’ αγαθά και τα κέρδη σου όλα,
κι αν τολμήσεις με μια σου ζαριά όλα για όλα να παίξεις
και να χάσεις τα πάντα και πάλι απ’ την πρώτη σου αρχή να κινήσεις,
και να μην ψιθυρίσεις ποτές ούτε λέξη για τα όσα έχεις χάσει,
κι αν μπορείς ν’ αναγκάσεις με βία, την καρδιά σου, τα νεύρα, το νου σου,
να δουλέψουν για σέναν ακόμα κι αφού τσακιστούνε στο μόχθο,
και ν’ αντέξεις σ’ αυτό σταθερά όταν τίποτε εντός σου δεν θα ’χεις
άλλο εξόν απ’ τη θέληση που όρθια θα κράζει σε τούτα «Κρατάτε»,
αν
μπορείς να μιλάς με τα πλήθη κι ακέριος στο ήθος να μένεις,
ή αν βρεθείς με ρηγάδες χωρίς τα μυαλά σου να πάρουν αέρα,
κι αν ποτέ, ούτε οι φίλοι ούτε οι εχθροί να σε κάνουν μπορούν να πονέσεις,
τον καθένα αν ζυγιάζεις σωστά και κανέναν πιο πρόσβαρα απ’ άλλον,
αν μπορείς να γεμίζεις το αμείλιχτο ένα λεφτό της κάθε ώρας
στην αξία των εξήντα μοιραίων δευτερόλεφτων της διαδρομής του,
τότε θα ’ναι όλη η Γη σα δικιά σου, ως και κάθε που υπάρχει σε τούτη,
και —περισσότερο ακόμα— θε να ’σαι ένας
άνθρωπος πλέριος, παιδί μου.
Δεν
κρατάει την ομοιοκαταληξία ο Δόξας, αλλά διατηρεί τον ρυθμό και το ύφος
του πρωτοτύπου πετυχημένα.
Πιο
γνωστή όμως είναι μια άλλη μετάφραση, από τον Νίκο Καρβούνη (1880-1947), που
υπήρχε σε παλιότερα «νεοελληνικά αναγνώσματα». Θα τη δούμε στη συνέχεια.
Ο Κώστας
Βάρναλης, φίλος του Καρβούνη και ποιητικός συνοδοιπόρος του από τα χρόνια της
Ηγησώς, έφτιαξε μιαν έξοχη παρωδία στο Αν του Κίπλινγκ, την οποία
πρωτοπαρουσίασε στις 18 Ιουνίου 1953 σε χρονογράφημά του στην εφημερίδα
Προοδευτική Αλλαγή, μια κεντροαριστερή πρωινή εφημερίδα (προσκείμενη στην ΕΠΕΚ,
το κόμμα του Νικ. Πλαστήρα) με την οποία συνεργάστηκε για μερικούς μήνες τη
χρονιά εκείνη.
Το
χρονογράφημα το έχω συμπεριλάβει στον τόμο Φιλολογικά, τον
έβδομο τόμο χρονογραφημάτων του Βάρναλη (Αρχείο, 2023) και από εκεί το
παραθέτω. Προσέξτε ότι ο Βάρναλης, κατά τη συνήθειά του, δεν διεκδικεί την
πατρότητα της παρωδίας (το ίδιο κάνει και άλλες φορές που παραθέτει στίχους του
σε χρονογραφήματά του) -μάλιστα, υποτίθεται πως την παρωδία την έχει φτιάξει
ένας επιστολογράφος του, ο Α.Ρ., και ο ίδιος απλώς «αντιγράφει» την επιστολή
του.
Ασφαλώς
οι παροικούντες την ποιητική μας Ιερουσαλήμ ήξεραν ότι η παρωδία είναι δικό του
έργο -και λίγα χρόνια αργότερα, στη συγκεντρωτική έκδοση του ποιητικού του
έργου, συμπεριέλαβε και την παρωδία.
Να
δούμε το χρονογράφημα:
Το «Αν»
του Κίπλιγκ (Ένα γράμμα)
«Διάβαζα
και πάλι, τελευταία, το περίφημο ποίημα του Κίπλιγκ στο γιο του, που μ’ αυτό
τον συμβουλεύει πώς θα γίνει άνθρωπος! Κι αισθανόμουνα πολύ κωμικά ν’ απηχούνε
στο σημερινό μας κόσμο οι ιδεαλιστικές εντολές του Πατέρα. Σήμερα οι πραχτικοί
πατέρες ακριβώς το αντίθετο συμβουλεύουνε στα παιδιά τους: πώς να μη γίνουν
άνθρωποι. Παίζοντας, ξανάφκιασα το ποίημα, όπως θα το έγραφε ένας σάπιος
πατέρας σε μια σάπιαν εποχή. Και καταπώς λέμε, το «προσγείωσα». Σου στέλνω και
τα δυο κείμενα, του Κίπλιγκ και το «εις τα καθ’ ημάς». Είναι δυο διαφορετικές
αλήθειες δυο διαφορετικών εποχών.
ΑΝ (του
Κίπλιγκ) [Αυτή είναι η μετάφραση του Νικ.
Καρβούνη]
Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν τριγύρω σου όλοι
τα ’χουν χαμένα και σ’ εσέ της ταραχής των ρίχνουν την αιτία·
αν να μπιστεύεσαι μπορείς τον ίδιο τον εαυτό σου, όταν ο κόσμος
δεν σε πιστεύει· κι αν μπορείς να του σχωρνάς αυτήν τη δυσπιστία·
να περιμένεις, αν μπορείς, δίχως να χάνεις την υπομονή σου·
κι αν όλοι σε συκοφαντούν, να μην καταδεχτείς ποτέ το ψέμα
κι αν σε μισούν, εσύ ποτέ σε μίσος ταπεινό να μη ξεπέσεις
και να μην κάνεις τον καλό ή τον πολύ σοφό στα λόγια.
*
Αν να
ονειρεύεσαι μπορείς και να μην είσαι δούλος των ονείρων·
αν να στοχάζεσαι μπορείς, δίχως να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου·
αν ν’ αντικρίζεις σου βαστά το θρίαμβο και τη συμφορά παρόμοια
κι όμοια να φέρνεσαι σ’ αυτούς τους δυο τυραννικούς απατεώνες·
αν σου βαστά η ψυχή ν’ ακούς όποιαν αλήθεια σου ’χες ειπωμένη,
παραλλαγμένη απ’ τους κακούς, για να ’ναι για τους άμυαλους παγίδα·
ή συντριμμένα να θωρείς όσα σου έχουνε ρουφήξει τη ζωή σου·
και πάλι να ξαναρχινάς να χτίζεις μ’ εργαλεία που ’ναι φθαρμένα.
*
Αν όσα απόχτησες μπορείς, σ’ ένα σωρό μαζί να τα μαζέψεις
και δίχως φόβο μονομιάς, κορώνα γράμματα, όλα να τα παίξεις
και να τα χάσεις κι απ’ αρχής ατράνταχτος να ξεκινήσεις πάλι
και να μη βγάλεις και μιλιά ποτέ γι’ αυτόν τον ξαφνικό χαμό σου·
αν νεύρα και καρδιά μπορείς και σπλάχνα και μυαλό κι όλα να σφίξεις
να σε δουλέψουν ξαναρχής κι ας είναι από πολύν καιρό σπασμένα·
και να κρατιέσαι πάντα ορθός, όταν δε σου ’χει τίποτ’ απομείνει
παρά μονάχα η θέλησις, κράζοντας σ’ όλα αυτά: «Βαστάτε»!
*
Αν με τα πλήθη να μιλάς μπορείς και να κρατάς την αρετή σου,
με βασιλιάδες να γυρνάς δίχως απ’ τους μικρούς να ξεμακραίνεις·
αν μήτε φίλοι μήτ’ εχθροί μπορούνε πια ποτέ να σε πειράξουν·
όλον τον κόσμο αν αγαπάς, μα και ποτέ πάρα πολύ κανέναν·
αν του θυμού σου τις στιγμές, σαν φαίνεται αδυσώπητ’ η ψυχή σου
μπορείς ν’ αφήσεις να διαβούν την πρώτη ξαναβρίσκοντας γαλήνη,
δικιά σου θα ’ναι τότες η Γης μ’ όσα και μ’ ό,τι απάνω της κι αν έχει
και, κάτι ακόμα πιο πολύ, Άνδρας αληθινός θα ’σαι παιδί μου!
Και τώρα
το δεύτερο «Αν…» της εποχής μας:
ΑΝ…
Αν ημπορείς την παλαβή να κάνεις, όταν οι άλλοι
σου κάνουνε το γνωστικό κι όλοι σε λένε φταίχτη·
αν δεν πιστεύεις τίποτα κι οι άλλοι δε σε πιστεύουν·
αν σχωρνάς όλα τα δικά σου, τίποτα των άλλων·
κι αν το κακό, που πας να κάνεις, δεν το αναβάλλεις
κι αν σ’ όσα ψέματα σου λεν με πιότερ’ απανταίνεις·
κι αν να μισείς ευφραίνεσαι κι όσους δεν σε μισούνε
κι αν πάντα τον πολύξερο και τον καλόνε κάνεις·
*
Αν περπατάς με την κοιλιά κι ονείρατα δεν κάνεις
κι αν να στοχάζεσαι μπορείς μονάχα το ιντερέσο·
τον νικημένο αν παρατάς και πάντα διπλαρώνεις
το νικητή, μα και τους δυο ξετσίπωτα προδίνεις·
αν ό,τι γράφεις κι ό,τι λες, το ξαναλέν κι οι άλλοι
γι’ αληθινά ‒ να παγιδεύουν τον κουτό κοσμάκη·
αν λόγια κι έργα σου καπνόν ο δυνατός αέρας
τα διαβολοσκορπά και συ ξαναμολάς καινούργιον·
*
Αν όσα κέρδισες μπορείς να τα πληθαίνεις πάντα
και την πατρίδα σου κορόνα γράμματα να παίξεις·
κι αν να πλερώνεις την πεντάρα που χρωστάς αρνιέσαι
και μόνο να πληρώνεσαι σωστό και δίκιο το ’χεις·
αν η καρδιά, τα νεύρα σου κι ο νους σου εν αμαρτίαις
γεράσανε κι όμως εσύ τα σφίγγεις ν’ αποδίδουν·
αν στέκεις πάντα δίβουλος και πάντα σου σκυμμένος
κι όταν φωνάζουν οι άλλοι «εμπρός»! συ να φωνάζεις «πίσω»!
*
Αν στην πλεμπάγια να μιλάει αρνιέται η αρετή σου
κι όταν ζυγώνεις δυνατούς, στα δυο λυγάς τη μέση
κι αν μήτε φίλους μήτ’ εχθρούς ποτέ σου λογαριάζεις
και κάνεις πως τους αγαπάς, αλλά ποτέ κανέναν·
αν δεν αφήνεις ευκαιρία κάπου να κακοβάνεις
και μόνο αν κάνεις το κακό, η ψυχή σου γαληνεύει,
δικιά σου θα ’ναι τούτ’ η Γης με όλα τα κάλλη πο’’χει
κι έξοχος θα ’σαι Κύριος, αλλ’ Άνθρωπος δε θα ’σαι».
Α.Ρ.
Δια την αντιγραφήν
Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ
Δεν έχω
κάνει αντιπαραβολή κι έτσι δεν αποκλείω να υπάρχουν μικρολαθάκια στη μετάφραση
του Καρβούνη, όπως την παραθέτει εδώ ο Βάρναλης. Το κείμενο της παρωδίας όπως
δημοσιεύτηκε αργότερα στα Ποιητικά του Βάρναλη έχει ελάχιστες, ασήμαντες
διαφορές σε σχέση με αυτό του χρονογραφήματος.
Ο
Βάρναλης στην παρωδία του χρησιμοποιεί ίδιο αριθμό στροφών και στίχων
όπως το πρωτότυπο αλλά με δεκαπεντασύλλαβους που κυλάνε πιο ομαλά, με την ίδια
ρωμαλέα δημοτική όπως ο Δόξας και ο Καρβούνης στις μεταφράσεις τους. Θεωρώ ότι
είναι έξοχο δείγμα παρωδίας, από εκείνα που δεν επιτίθενται στον αρχικό
δημιουργό αλλά σχολιάζουν τις συνθήκες.
Στη
μεταπολεμική Ελλάδα, όπου κυβερνούσαν οι απόντες των εθνικών αγώνων και
οι αγωνιστές της αντίστασης βρίσκονταν σε φυλακές και εξορίες, ο
Βάρναλης θεωρεί πως οι επιταγές του Κίπλινγκ χρειάζονται ριζική
τροποποίηση.
Υπάρχουν
κι άλλες μεταφράσεις του Αν στα ελληνικά. Ο Νεκτάριος Μαμαλούγκος έχει μαζέψει εδώ καμιά δεκαριά,
δυστυχώς χωρίς να αναφέρει τον κάθε μεταφραστή.
Πιο
γνωστή παραμένει η μετάφραση του Καρβούνη -σε πολλές μάλιστα αναδημοσιεύσεις
στο Διαδίκτυο, ιδίως στο Φέισμπουκ, θα βρείτε ότι αποδίδεται στον Βάρναλη. Από
αυτόν τον βραχνά, την απόδοση ποιημάτων σε άλλους, δεν ξέρω πώς θα
γλιτώσουμε.