Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Η ΑΛΛΗ ΑΤΑΛΑΝΤΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΟΥ ΧΡΟΝΩΝ

 Παιδικές   μνήμες  που βίωσα   ή  νομίζω  ότι  έζησα


            Προσπαθώ να αποφύγω ‘’Χριστουγεννιάτικα’’ τα συνήθη σχόλιά μου για κάποια ‘’δήλωση μετανοίας’’ που καλείται να υπογράφει ο Υπουργός Οικονομικών της χώρας μας, αφού κανείς πια δεν μας πιστεύει διεθνώς. Ξαναγυρίζω λοιπόν στα δύσκολα αλλά αθώα και αγαπησιάρικα μόνο γεγονότα  της δεκαετίας του 1940, αποφεύγοντας και εκεί τους συνεχιζόμενους και σήμερα ‘’προοδευτικούς’’ σκοπέλους.
Οι παιδικές μας αναμνήσεις, δεν ανταποκρίνονται πάντα απόλυτα στα πραγματικά γεγονότα, διότι περνώντας από την κρησάρα του χρόνου, έχουν υποστεί τις σχετικές ‘’διαφοροποιήσεις’’, που έχει επιφέρει  το συναίσθημα και η διαμορφωμένη νέα  αισθητική μας. Παρά την όποια προσπάθεια αντικειμενικότητας και με τις καλύτερες ακόμα προσωπικές προθέσεις, έχουν οπωσδήποτε υποστεί   τη σχετική επεξεργασία  ‘’επί τα βελτίω’’. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει προφανώς και ο  υποφαινόμενος, στα 83 του πλέον χρόνια.
 Είναι γεγονός ότι όλοι μας προσπαθούμε να ωραιοποιήσουμε ότι μας συνδέει με το παρελθόν, ίσως για να δικαιολογήσουμε και την όποια προσωπική μας ευθύνη για τα  σύγχρονα στραβά και ανάποδα που  βιώνουμε. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι, αν επιχειρούσα την καταγραφή αυτή 50 χρόνια νωρίτερα, το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ  έως εντελώς διαφορετικό. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός ότι τα παιδιά της  αναφερόμενης εποχής,  είχαν λίγες έως μηδαμινές  προσλαμβάνουσες παραστάσεις, πιστεύοντας – σε μεγάλο βαθμό – ότι ο κόσμος αρχίζει και τελειώνει στο στενό περιβάλλον τους. Το σπουδαιότερο  όμως είναι ότι ζήσαμε πράγματι τη χειρότερη περίοδο της νεότερης ελληνικής ιστορίας που δεν μπορεί πλέον να αλλάξει και είχαμε ανάγκη να αναζητήσουμε κάτι θετικό – έστω και στη φαντασία μας- για να  μη νοιώθουμε ενοχές  .
Κάτι ανάλογο συμβαίνει  και με την καταγραφή της ιστορίας, η οποία με την αποστασιοποίηση ρετουσάρεται για διάφορους λόγους, ακόμα και σκοπιμότητες ή και ιδεοληψίες και αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή, διότι τα γεγονότα έχουν πάντα μια και μοναδική εκδοχή  και είναι άδικο και ενίοτε επικίνδυνο να ‘’ερμηνεύονται κατά το δοκούν ή συμφέρειν’’. Πειράματα με τα γεγονότα δεν επιτρέπονται, αφού ό,τι έγινε δεν ξεγίνεται και   παραμένει αναλλοίωτο, όσο  και αν  εμείς προσπαθούμε, για τους δικούς μας , ίσως   ιδιοτελείς λόγους ,  να   ‘’αλλάξουμε το περιτύλιγμα’’, ενώ  τη μοναδική πραγματικότητα γνωρίζουν η νομίζουν ότι ξέρουν, μόνο όσοι τα έζησαν προσωπικά. Σαν παράδειγμα θα αναφερθώ  στα γεγονότα της Σμύρνης, η οποία κάηκε κυριολεκτικά και σκόπιμα από τους Τούρκους, ενώ κάποιοι σύγχρονοι ‘’προοδευτικοί – διεθνιστές’’ καθηγητάδες και βουλευτές μας, τα αναφέρουν ως περίπατο στην παραλία [ they promenaded  along the beach], σε πλήρη αντίθεση με τις διηγήσεις των ανθρώπων που τα ‘’υπέστησαν’’. Θα πρέπει όμως οι επαγγελματίες αυτοί ‘’αριστεριστές’’ να μας εξηγήσουν γιατί δεν έμειναν στο λιμάνι της Σμύρνης και συνέχισαν τη ‘’βόλτα’’ τους στη Ριζούπολή, τη Νέα Σμύρνη της Αθήνας και αλλαχού.
Με τη μακροσκελή μου επιχειρηματολογία, θέλω να εξηγήσω ότι θα προσπαθήσω να κάνω μια συνειδητά πιστή  καταγραφή , με την ειδοποιό διαφορά ότι ενώ είμαι  αποστασιοποιημένος χρονικά και για δεκαετίες  ήμουν και τοπικά , είμαι  συγχρόνως  και  αυτόπτης μάρτυς και ήρωας  των γεγονότων που θα επιχειρήσω να περιγράψω. Αν τυχόν διαπιστώσετε και κάποιες στρογγυλοποιήσεις   δικαιολογήστε με, αφού η απουσία μου για δεκαετίες από την πόλη και μάλιστα  εκτός της χώρας, με έκανε εκόντα-άκοντα  να ζήσω σαν μετανάστης και να αναπτύξω τις άμυνες μου, ‘’ωραιοποιώντας’’  τις όποιες προσωπικές αναμνήσεις  κουβαλούσα μαζί μου. Πολλά στοιχεία αντλώ και από το βιβλίο μου ‘’ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΞΕΧΑΣΩ’’  του  2009, τα οποία όμως θα υποστούν  την επεξεργασία της πρόσθετης  εμπειρίας που απέκτησα έκτοτε μέχρι σήμερα, χωρίς να αλλάξω όσα έγιναν  αλλά  παρατηρώντας τα με μια πιο επιεική σύγχρονη  ματιά.
Η Αταλάντη που γεννήθηκα και  έζησα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τη σημερινή, αφού τότε, ήταν βουτηγμένη στην πείνα και τη δυστυχία του 2ου παγκόσμιου πολέμου . Κάτι ανάλογο συνέβη προφανώς και σε άλλες πόλεις της χώρας, αλλά εγώ προσωπικά περιγράφω αυτά που έζησα και στον συγκεκριμένο μοναδικό τόπο που τότε γνώριζα. Τα ιταλικά και αργότερα τα γερμανικά στρατεύματα αποτελούσαν  τους πραγματικούς ‘’άρχοντες’’ του τόπου και  οι , ευτυχώς ελάχιστοι,  καταδότες και μαυραγορίτες,  μια   χείριστη   προέκταση των κατακτητών, συνέχιζαν  το βρόμικο παιχνίδι τους. Τις πρώτες ημέρες του πολέμου στην πόλη κυκλοφορούσαν μόνο γυναικόπαιδα και γέροι , αφού οι ενδιάμεσες ηλικίες βρίσκονταν ακόμα στο μέτωπο ή απέφευγαν να κυκλοφορούν , για το φόβο της σύλληψης που κατά καιρούς πραγματοποιούσαν τα κατοχικά στρατεύματα, για να πλαισιώσουν τα εργοστάσιά τους παραγωγής πολεμικού υλικού.
Οι ιδιαίτερα κακές καιρικές συνθήκες και η έλλειψη των εργατικών χεριών,  κατέστησαν το 1941 μια  χρονιά   γενικευμένης σιτοδείας, με επακόλουθο τη  εθνική  πείνα. Την περίοδο αυτή στην πόλη υπήρχαν   αγροτικές  και άλλες ‘’ευκατάστατες’’ οικογένειες που διέθεταν κάποια  αποθέματα  γεωργικών προϊόντων και άλλων τροφίμων  . Αρκετοί από αυτούς  έδωσαν χέρι βοήθειας [με μέτρο βέβαια, αφού δεν γνώριζαν πόσο θα κρατήσει η κατάσταση] και θα μπορούσα να αναφέρω αρκετά ονόματα, αλλά το αποφεύγω για να μην μου διαφύγουν κάποια από αυτά  και τους αδικήσω.
 Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια Κυρία, που τυχαία με συνάντησε στο δρόμο , να με οδηγεί στο σπίτι της, λέγοντάς μου ότι είχε κάτι να μου δώσει. Αφού μου εξήγησε ότι είχε εντολή από τον ευρισκόμενο στο μέτωπο  – μαζί με τον πατέρα μου- σύζυγό της ,να μου δώσει ένα σακί αλεύρι που όφειλαν για εξόφληση μεροκάματων του οικοδόμου πατέρα μου. Φόρτωσε η ίδια το αλεύρι στον γάιδαρο της και περιχαρής το  μετέφερα στο σπίτι μου. Το προϊόν της καλοσύνης της μας εξασφάλισε ‘’ τον άρτον τον επιούσιον’’, μέχρι την επιστροφή του πατέρα μας από την Αλβανία. Η έκπληξη μου ήταν μεγαλύτερη όταν  πληροφορήθηκα ότι δεν υπήρχαν χρωστούμενα ‘’μεροκάματα’’  και ότι το αλεύρι αποτελούσε ‘’προκαταβολή έναντι μελλοντικών εργασιών’’. Ναι τότε υπήρχαν ακόμα Άνθρωποι.
Κάποιοι  άλλοι όμως, ευτυχώς ελάχιστοι - με τα  περισσεύματά τους – υπεξαίρεσαν περιουσιακά στοιχεία ,φτωχών και ανήμπορων ανθρώπων   ‘’αντί πινακίου φακής’’ , ακόμα και συνειδήσεις  και προσωπικές υπολήψεις, ατόμων που έδιναν τα πάντα για να επιζήσουν’’ οι οικογένειές τους. Στην περίπτωση αυτή απαξιώ να  αναφερθώ σε ονόματα , αφού οι περισσότεροι δεν ζουν πια και με τη Θεία ευσπλαχνία ,  έχουν ήδη δικαιωθεί , αφού ως νεκροί δεν μπορούν πια να βλάψουν κανένα.  Είχαν άλλωστε σπεύσει να εξαφανιστούν στην Αθήνα, για να χαθούν τα ίχνη τους. Ο Μεγαλοδύναμος έχει προβεί στη δίκαιη κρίση του, όπως ενδεχομένως  έκανε και για κάποιο γείτονα συντοπίτη μας, που έσφαξε το ‘’κάτισχνο’’ σκυλί του και το πούλησε για αρνάκι, ξεπληρώνοντας, μεταξύ άλλων και μεροκάματα του πατέρα μου. Το  διαπιστώσαμε ‘’όταν πια ήταν πολύ αργά’’ , από την ‘’ανοστιά’’ του μελανόσαρκου  προϊόντος, την απουσία  του γείτονα  σκύλου και   άλλες μαρτυρίες.
Οι άνθρωποι της περιόδου αυτής, κυριολεκτικά ‘’φυτοζωούσαν’’ αλλά πολύ σύντομα μας ‘’τέλειωσαν’’  και τα χόρτα, αφού  - πλην της ξηρασίας και των επιδρομών ακρίδας - είχαν σπεύσει στην περιοχή μας , για τα περιζήτητα χόρτα  και αμέτρητοι κάτοικοι της Αθήνας. Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό που περιγράφω και στο βιβλίο μου, όταν περνώντας έξω από την εκκλησία του Αι-Θανάση για να μεταφέρω το καθημερινό κολατσιό σε συγγενικό μου πρόσωπο που είχε περιβόλι στο ‘’Λιβαδάκι’’, συναντούσα κάποιον Αθηναίο, που ανήμπορος πια από την πείνα, είχε ‘’γύρει’’  στον τοίχο της ανατολικής  του πλευράς. Ο ατυχής αυτός άνθρωπος ‘’φώναζε’’ πεινάω, χωρίς να ανταποκρίνεται κανείς στις εκκλήσεις του, ενώ στα επόμενα περάσματά μου  η φωνή του μειωνόταν συνεχώς , μέχρι που έσβησε εντελώς. Εγώ, ούτε καν επτάχρονος ακόμα, λυπόμουν που δεν μπορούσα να τον βοηθήσω και εξακολουθώ να αισθάνομαι τύψεις, που δεν έκανα κάτι περισσότερο για  να σωθεί  προσωρινά, αφού   δεν υπήρχε δυνατότητα για κάτι  μονιμότερο. Η επιβίωση τότε  ήταν απλά και μόνο θέμα τύχης και συγκυριών και σε μια τέτοια αγαθή σύμπτωση πιθανότατα οφείλεται και η δική μου παρουσία  ανάμεσά σας.
Μέσα σ’ αυτή τη δυστυχία και τη μιζέρια που ζούσαμε όλοι, με καθημερινές συλλήψεις και  συγκέντρωση σε ειδικά στρατόπεδα – κοντά στο Συνοικισμό, θεωρώ καθήκον μου να ξεχωρίσω , με τα δικά μου παιδικά κριτήρια και την πληροφόρηση που  τότε είχα, δυο πρόσωπα που έπαιξαν ένα ξεχωριστό ρόλο. Ένας από αυτούς ήταν ο γιατρός Βελλόπουλος και ο άλλος ο ‘’μπαρμπαλιάς’’ ο Καρδάρας. Ο δεύτερος νομίζω ήταν Πρόεδρος της κοινότητας και προσπάθησε στο μέτρο του δυνατού να βοηθήσει τους συντοπίτες του. Ο πρώτος, ο γιατρός της φτωχολογιάς, που έχαιρε βαθιάς εκτίμησης και σεβασμού του συνόλου των κατοίκων της πόλης, κοσμούσε το λειτούργημά του και είχε πάντα ανοιχτές τις πόρτες του ιατρείου του, χωρίς ποτέ να ζητήσει αμοιβή  από τους αναξιοπαθούντες ασθενείς του, χαρίζοντας μάλιστα και συμβολικά δωράκια στα μικρά παιδιά που ‘’κουράριζε’’. Με τη βοήθεια της γερμανίδας παιδαγωγού των παιδιών του  ,είχε πολλάκις  μεσολαβήσει στην απελευθέρωση ατόμων που είχαν συλλάβει οι κατακτητές, μεταξύ των οποίων και δυο φορές του πατέρα μου. Αυτός ο Άνθρωπος, τελικά είχε άδικο και άδοξο τέλος, τον Δεκέμβριο του 1945,  αφού βασανίστηκε αγρίως και  βρέθηκε νεκρός σε ένα ξεροπήγαδο. Σύσσωμη η κοινωνία της Αταλάντης  θρήνησε τον λαμπρό αυτό επιστήμονα και τον εξαίρετο   ανθρωπιστή, που δυστυχώς δεν ήταν το τελευταίο θύμα της παράλογης  περιόδου του εμφυλίου  που ακολούθησε τον συμβατικό πόλεμο. Με όσα αναφέρθηκαν  ανωτέρω, μπαίνουμε στην ανώμαλη περίοδο με τις εσωτερικές μας έριδες, με πιο αιματηρές και αγριότερες εκατέρωθεν δράσεις.

 Προσωπικά πιστεύω στη ‘’λήθη’’ που κάποτε αποφασίστηκε, έστω και αν   τηρήθηκε  μόνο από τη μια πλευρά. Στα γεγονότα αυτά έχω ήδη αναφερθεί  στο βιβλίο μου ‘’Αρνούμαι να ξεχάσω’’ και δεν επιθυμώ να  δώσω συνέχεια. Η άλλη  πλευρά εξακολουθεί να ‘’υπερηφανεύεται’’  για τα κατορθώματά της στον αδελφοκτόνο πόλεμο και εν μέρει εξαργύρωσε τη συμμετοχή της σ’ αυτόν. Θα κρατήσω μέσα μου και μόνο για μένα, τις σκέψεις μου για τη συγκεκριμένη περίοδο , με μοναδικό ‘’ελαφρυντικό’’ τη  ρευστότητα που διαδέχτηκε τον πόλεμο και την επικράτηση  των ακραίων και ίσως των  καιροσκόπων. Η εποχή μας απαιτεί καταλογή και σωφροσύνη, διότι χανόμαστε σαν έθνος .. Αντώνης Ταρνανάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αταλάντη Λοκρίδας, T.K. 35200, Φθιώτιδα, Greece
Γράφω για να εξωτερικεύσω προσωπικές μου σκέψεις και να μοιραστώ εμπειρίες και γεγονότα που βίωσα προσωπικά στη μακρόχρονη υπηρεσιακή και ιδιωτική μου διαδρομή.