Θρησκευτικές αναμνήσεις
Εκ προοιμίου δηλώνω ότι δεν είμαι θρησκόληπτος ή δεισιδαίμων [κατά τον
Απόστολο Παύλο] και -ίσως λόγω ηλικίας-ούτε
θρησκευόμενος [πιστός μιας θρησκείας ο
οποίος ασκεί συστηματικά όσα νοούνται ως καθήκοντα σε αυτήν]
ή θρήσκος [έχει έντονο το θρησκευτικό συναίσθημα
και συμμετέχει ενεργά στην εκκλησιαστική ζωή]. Είμαι πια ένας πιστός –χριστιανός Ορθόδοξος- που δικαιούται και θέλει , χωρίς πάθος αλλά με
σεβασμό, να αναφέρεται ελεύθερα στη
συνταγματικά κρατούσα θρησκεία και την
Εκκλησία μας.
Αρχίζω με ένα περιστατικό με τη συγχωρεμένη μητέρα μου, η οποία ήταν θρησκευόμενη, όπως
οι περισσότεροι στα χρόνια της. Κάποια
μέρα λοιπόν που, μαζί με τα ανήλικα παιδιά μου, κάναμε μια βόλτα με αυτοκίνητο
στην παραλιακή λεωφόρο Ποσειδώνος, τα παιδιά θέλησαν να της δείξουν το γνωστό αθλητικό κέντρο - που πηγαίναμε συχνά για άθληση . Στο
άκουσμα της φράσης ‘’εδώ γιαγιά είναι ο Άγιος Κοσμάς’’ εκείνη άρχισε
‘’αυτόματα’’ να κάνει τον σταυρό της και έκτοτε, παρά τα μειδιάματα της
στιγμής, κάθε πέρασμά από την περιοχή πάντα μου τη θυμίζει.
Η Μεγάλη Εβδομάδα – αυτή που
διανύουμε – αποκαλείται και Εβδομάδα των Παθών, που ουσιαστικά
περιορίζονται στη Μεγάλη Πέμπτη που είναι αφιερωμένη στον Μυστικό Δείπνο, στην
προσευχή στην Γεσθημανή, στην προδοσία του
Ιούδα, στη σύλληψη του Ιησού,
στην ανάκριση από τον Άννα, στην Άρνηση του Πέτρου και στην καταδίκη
του Χριστού από τον Καϊάφα και στη Μεγάλη Παρασκευή με τα Άγια Πάθη, τη σταύρωση και τον Επιτάφιο.
Αυτά είναι τα τυπικά και καθιερωμένα μιας περασμένης εποχής, που όπως κάθε ξεχωριστή γιορτή, είχε
και τα ιδιαίτερα γνωρίσματα, θρησκευτικά αλλά
και γαστρονομικά. Στην εποχή που διανύουμε , τα πρώτα έχουν αρκετά μεταλλαχθεί και σχεδόν έχασαν τον ‘’λατρευτικό τους χαρακτήρα’’, ενώ τα δεύτερα ,[ο κλασικός ρουμελιώτικος οβελίας* ] γίνεται μια προσπάθεια να
διατηρηθούν, αλλά με τα παρόντα
οικονομικά δεδομένα, μοιάζουν απλές απομιμήσεις. Προφανώς φταίει το γεγονός
ότι ο λαός βιώνει συνέχεια και τα δικά του πάθη, που δεν έχουν τελειωμό και
κυρίως διότι έχασε την ελπίδα του ότι κάτι καλύτερο μπορεί να μας προκύψει..
Θυμάμαι, στα παιδικά μου χρόνια, στη διάρκεια του πολέμου και αμέσως μετά,
προσδοκούσαμε ότι κάτι καλύτερο θα μας συμβεί και προσφεύγαμε στις
εκκλησίες για να ζητήσουμε και τη Θεία μεσολάβηση για ένα καλύτερο μέλλον. Λίγο αργότερα ,που είχαμε πια πεισθεί ότι πάμε προς το καλύτερο ,
ο πιστός λαός μας γέμιζε τους ναούς και
με κατάνυξη μετείχε ψυχικά στο Θείο
δράμα. Ακόμα και οι αναλφάβητοι της εποχής είχαν αποστηθίσει – από τη συχνή
επανάληψη- όλο το τελετουργικό, τους ύμνους, τα 12 Ευαγγέλια, μα κυρίως τα
εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής και ας μην κατανοούσαν απόλυτα το πλήρες περιεχόμενό
τους.
Θυμάμαι επίσης ότι, σαν δόκιμο μέλος της παλιάς χορωδίας** και αργότερα σαν μέλος της επόμενης, ζούσα μόνο
γι’ αυτές τις ώρες. ‘’Αι γενεαί πάσαι’’ με κρεσέντο το ‘’Ω
γλυκύ μου έαρ’’ και στο τέλος η φωνητική και ψυχική μετάπτωση στο θρηνητικό μινόρε ‘’Η ζωή εν τάφω’’ , ήταν μυσταγωγία. Ακολουθούσε ή περιφορά
των Επιτάφιων των δύο ενοριών , με τη
φροντίδα να μη συναντηθούν οι δυο τους, διότι θεωρείτο δυσοίωνο προμήνυμα και στο τέλος της περιφοράς, όλοι οι πιστοί
περνούσαν κάτω από τον επιτάφιο στην είσοδο του ναού, φορτωμένοι με τη
χαρμολύπη ή το χαροποιό πένθος των Άγιων παθών και της αναμενόμενης Ανάστασης,
για να παρακολουθήσουν μέχρι τέλους τη θεία λειτουργία.
Η Ανάσταση γινόταν τις πρώτες
πρωινές ώρες και οι πιστοί, με το τέλος της Αναστάσιμης ακολουθίας, έφευγαν για
τα σπίτι τους και με το Άγιο φως ανά χείρας, έβαζαν φωτιά στην, προετοιμασμένη
αποβραδίς, στοίβα από κληματόβεργες της υπαίθριας και συνήθως ομαδικής
ψησταριάς. Τα περισσότερα από αυτά,
δυστυχώς έχουν εκλείψει ή
αντικαταστάθηκαν από το θέαμα βεγγαλικών και κροτίδων, που τραυμάτισαν και την
πίστη μας, πριν φθάσουμε στις μέρες μας που κάποιοι άλλοι έβαλαν στόχο να την σκοτώσουν εντελώς !!!
Αντώνης Ταρνανάς
* Στις ψησταριές που οι φωτιές τους έκρυβαν με
καπνούς τον ουρανό, ήταν καλοδεχούμενος
κάθε περαστικός, γνωστός ή και τελείως άγνωστος, που γευόταν τα εκλεκτά
εδέσματα – πέραν του οβελία. Τη συνήθεια αυτή, προσωπικά τη μετέφερα σε όλες τις χώρες που βρέθηκα
υπηρεσιακά και όσοι με γνώρισαν από κοντά είχαν καταγράψει και γευθεί τη
‘’σπεσιαλιτέ’’ μου.
**Βουλγαραίοι, Καρδαραίοι,
Κασολαίοι -αδελφοί Ζεκεντέ , Μανθολιάκος-
Ματθαίου, Μπαρμπούνης , Σχοιναίοι,
Στρατόπουλος και πολλοί άλλοι που μου διαφεύγουν τα ονόματα. Στις
Βρυξέλλες , μετά την περιφορά του επιτάφιου, στο γνωστό μου στέκι ‘’le cannet’’ , εν
χορδαίς και οργάνοις ακολουθούσαν πρίμο-σιγόντο τα εγκώμια, κρατώντας για το
τέλος τη χαρμολύπη του μινόρε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου