Ο γειτονικός μας
πλανήτης -το ολόγιομο φωτεινό φεγγάρι- αποτελούσε ανέκαθεν συντροφιά των
ρομαντικών ανθρώπων και στόχο ‘’κατάκτησης’’ ή προσέγγισης της επιστήμης. Το
φεγγαράκι μου λαμπρό αποτέλεσε και τη μοναδική φωτεινή αχτίδα στο
γενικότερο έρεβος της γενιάς μου και ίσως το πρώτο ποίημα των
παιδικών μου χρόνων. Η πρώτη μας επαφή με τη σεληνιακή πραγματικότητα ξεκίνησε
από το θέατρο σκιών, όταν ο Καραγκιόζης ‘’αποτόλμησε’’ το μεγάλο αυτό ταξίδι,
χωρίς όμως αυτό να απομυθοποιήσει τις αμέτρητες φαντασιώσεις μας, για τον
τακτικό νυχτερινό μας επισκέπτη.
Αργότερα έφθασε και
σε μας ο Ιούλιος Βερν με το έργο του από
τη Γη στη Σελήνη, που εμπλούτισε τη φαντασία μας, χωρίς όμως να επηρεάσει στο
ελάχιστο τη ρομαντική μας διάθεση για τον πλανήτη. Πόσοι και πόσοι έρωτες δεν πλέχτηκαν
κάτω από το φως του φεγγαριού και πόσοι καλλιτέχνες δεν ασχολήθηκαν μαζί του.
Από τον Μπετόβεν με τη σονάτα του υπό το σεληνόφως, μέχρι το ‘’κίτρινο’’
φεγγάρι που ζωγράφισε ο Δημήτρης Χορν,
στο πλακιώτικο ταβερνάκι, στην ελληνική ταινία κάλπικη λίρα. Η λίρα αποδείχτηκε
κάλπικη αλλά η ρομαντική διάθεση για το φεγγάρι παρέμεινε αληθινή.
Τον Ιούλιο του 1969 οι ρεαλιστές Αμερικανοί αποφάσισαν να ‘’σπάσουν’’ κάθε
προηγούμενη ρομαντική διάθεση και πάτησαν στο φεγγάρι. Έκτοτε, η μόνιμη φράση
που συνοδεύει τον ευγενικό μας φωτεινό
γείτονα, είναι αυτό που είδαμε στην τηλεόραση και μας περιέγραψαν έντονα οι
πρώτοι επισκέπτες του, Άρμστρονγκ και Όλντριν, το ‘’νεκρό’’ σεληνιακό τοπίο. Η
φράση αυτή λοιπόν αποτελεί την απόλυτη και
μοναδική περιγραφή ενός τοπίου χωρίς
καμιά ένδειξη ή ακόμα και ελπίδα ζωής. Ίσως αυτός να είναι και ο κύριος
λόγος που έκτοτε η επιστήμη περιόρισε τις επισκέψεις αλλά και τις βλέψεις της
σ’ αυτόν τον πλανήτη!!!
Θα με ρωτήσετε εύλογα,
γιατί τα αναφέρω όλα αυτά το έτος 2020,
αφού ελάχιστα απασχολούν ακόμα και την επιστήμη. Ο λόγος είναι ένας και
μοναδικός και τον αναλύω, όσο μπορώ διεξοδικότερα, στη συνέχεια του κειμένου
μου:
Με την εξαγγελία των
πρώτων μέτρων της Κυβέρνησης και τις υποδείξεις των ειδικών επιστημόνων για την
προστασία από τον κορωνοϊό, ακολούθησα πιστά τις εντολές και κλείστηκα στο
σπίτι μου. Το έκανα τόσο γιατί -λόγω ηλικίας- ανήκω στις ευπαθείς ομάδες όσο
και επειδή από χαρακτήρα πιστεύω και
εφαρμόζω τις οδηγίες της πολιτείας και των ειδικών. Δεν με επηρέασε ποτέ ο
χαρακτηρισμός μου ως συντηρητικού – διότι γνωρίζω ότι δεν είμαι – θεωρώ όμως ανηθικότητα και βλακεία κάθε
προσπάθεια να το παίξω ‘’επαναστάτης χωρίς αιτία’’ . Δεν το έκανα ούτε από δειλία, αφού στα παιδικά μου χρόνια
έζησα πολέμους , πείνα και είδα αμέτρητους νεκρούς και έχω εξοικειωθεί με
ανάλογες δυσκολίες και στο κάτω-κάτω, στην ηλικία μου δεν κινδυνεύουν
οποιαδήποτε μελλοντικά μου σχέδια. Το έκανα διότι το αντίθετο θα στρεφόταν σε
βάρος τόσων συνανθρώπων μου, σε μια εποχή που οφείλουμε όλοι μας να δείξουμε
αλληλεγγύη για να προστατεύσουμε την κοινή μας μοίρα από τον εχθρό που μας απειλεί χωρίς καμιά διάκριση.
Είδα καθαρά αυτή την ανησυχία στα μάτια του Καθηγητή κ. Τσιόδρα στη χθεσινή
συνέντευξή του και κατάλαβα ότι πρέπει να δράσουμε αμέσως, για να ξεπεράσουμε
και αυτόν τον πόλεμο, που διεξάγεται με όπλα άγνωστα και ύπουλα, που δεν μας
αφήνουν πολλές επιλογές, ρισκάροντας ακόμα και την επιβίωσή μας!!!
Προγραμμάτισα λοιπόν
από χθες επακριβώς, την ώρα και τον τρόπο που θα ανοίξω την εξώπορτα του
διαμερίσματός μου, ύστερα από 10 συνεχείς ημέρες αυτοπεριορισμού. Βγήκα από το
διαμέρισμά μου στις οχτώ το πρωί και ακολούθησα διαδρομές που δεν παρουσίαζαν
μεγάλες ανηφόρες – για να τα καταφέρω – και περπάτησα αρκετά. Μοναδική μου
φροντίδα ήταν να αποφύγω κάθε άνθρωπο στο διάβα μου ή αν δεν το μπορέσω να
αλλάξω διαδρομή ή να ‘’κρατήσω’’ τις αποστάσεις.
Σας πληροφορώ λοιπόν
ότι δεν συνάντησα και δεν διέκρινα κανένα
μέσα στο οπτικό μου πεδίο και αυτό μου προκάλεσε έντονα την απόφαση να
παρατείνω τη διάρκεια του ‘’περιπάτου’’ μου, χωρίς και πάλι αποτέλεσμα. Η
αντοχή μου έφθανε στα όριά της και αποφάσισα να επιστρέψω στο σπίτι μου, ρίχνοντας
μια τελευταία ματιά – χωρίς διαφοροποίηση - πριν κλείσω πίσω μου την πόρτα,
διότι δεν ξέρω πότε θα επαναλάβω το ‘’ταξίδι’’ μου.
Δεν είναι τυχαίος ο
χαρακτηρισμός του περιπάτου μου σαν ταξίδι, διότι μου θύμισε εκείνο των
Αμερικανών στη Σελήνη. Αν δεν υπήρχαν τα σπίτια και κάποια γαυγίσματα των
σκύλων της γειτονιάς που ενοχλήθηκαν ενδεχομένως από το πέρασμά μου από την
περιοχή , θα έμενα με την εντύπωση ότι ξαφνικά βρέθηκα σε τοπία ακατοίκητων
περιοχών της Σελήνης.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, απολύμανα τα χέρια
μου, έβγαλα τα παπούτσια μου στο μπαλκόνι , κρέμασα το πανωφόρι μου σε μια άκρη
εκτός της ντουλάπας και αφού απολύμανα εκ νέου και σαπούνισα επίμονα τα χέρια
μου , σκέφθηκα να καταγράψω τις παρούσες εντυπώσεις μου. Δεν το έκανα για να
βρω θαυμαστές της συγγραφικής μου δεινότητας αλλά αποκλειστικά και μόνο μιμητές
του τρόπου ενεργείας μου στον περίπατο. Δεν σας κρύβω ότι με ενθάρρυνε πολύ ή – επί τέλους – συμμόρφωση των
συνανθρώπων μας με τις μοναδικές εντολές που αφήνουν ελπίδες περιορισμού των συνεπειών της λαίλαπας που
βρήκε τον πλανήτη μας. Αυτά όλα συνέβησαν
βέβαια σε μια επαρχιακή κωμόπολη που ζω μόνιμα τα τελευταία πολλά χρόνια, οι
κάτοικοι της οποίας δεν διαφέρουν πολύ σε νοοτροπία από αυτούς που μέχρι χθες
καυτηρίαζα. Θέλω να πιστεύω πως κάτι αρχίζει
να αλλάζει και στη χώρα μας. Αντώνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου